18/12/11

Belle epoque της Κυριακής

Μπροστά σε ασβεστωμένους πλίθους με κεραμίδια στη σκεπή ή μπροστά σε δίπατα αρχοντικά με μπρούτζινα οικόσημα. Τραπεζομάντηλο λευκό λινό ή μουσαμάς εμπριμέ. Τάβλα με σιδερένια ποδάρια ή επεκτεινόμενο τραπέζι από ακριβό ξύλο. Κληματαριά, πιθάρια φυτεμένα και βασιλικοί σε πλαστικούς κουβάδες ή τριανταφυλλιές και θάμνοι κουρεμένοι από χέρι κηπουρού. Ψητό στο φούρνο με πατάτες, κριθαράκι στη γάστρα ή ψητό στο φούρνο με πατάτες και κριθαράκι στη γάστρα. Το κοκκινέλι και το κοκκινέλι. Το αστικό τραπέζι με το τραπέζι της απώτερης επαρχίας τέμνονταν στον ουρανίσκο του κυρίως πιάτου και του κρασιού και ίσως διαφοροποιούταν πάλι στο επιδόρπιο. Μα όχι στον τούρκικο καφέ.

Μετά τα βλάχικα, με κάποιο πνευστό, τα λαϊκά και τα παραδοσιακά α καπέλα, τα ποπ σε κάποιο πικάπ μπορεί. Κάποιο σώμα που λικνίζεται κατά μόνας ή σε ζευγάρια, ή ένας κυκλωτικός χορός στις πλάκες. Η belle epoque της Κυριακής.

Που την κατέγραψαν τα μάτια μας, παιδιά, που την κατέγραψαν από τη Λυμπεράκη ως τον Ξανθούλη με λέξεις, κι από τον Ζιλ Ντασσέν ως τον Βούλγαρη με κάμερες. Ακόμα κι ακραία όπως τη Ζάχαρη στην άκρη της Φακίνου και τους Τεμπέληδες της εύφορης κοιλάδας του Παναγιωτόπουλου.

Τι κόστιζε ένα γουρουνόπουλο, οι πατάτες και τα λαχανικά; Τι κόστιζε το χύμα κρασί; Τι κόστιζε ένα τραπέζι στην αυλή; Τι κόστιζε να πιάσεις να πεις δυο τραγούδια μετά; Τι κόστιζε να σηκωθείς να χορέψεις; Τι κόστιζε να παίζουν τα παιδιά ξέφρενα; Τι κόστιζε να ξαπλώσεις έπειτα στο ξένο σπίτι του δικού σου ανθρώπου, ξέπνοος, ταϊσμένος, μεθυσμένος; Τι κόστιζε η καλή ζωή;

Από το ορεινά χωριά της Κρήτης ως τα αρχοντικά της Καστοριάς και από τα πεδινά του Θεσσαλικού κάμπου ως τα νεοκλασσικά των Αθηνών το κυριακάτικο τραπέζι ήταν γιορτή.
Μετά διαλύθηκαν οι παρέες, κόπασαν τα κέφια και μαζί οι κουβέντες και οι παρεξηγήσεις της τάβλας, σιώπησαν οι παιδικοί αλλαλαγμοί, τα χάχανα μικρών και μεγάλων, σκούριασαν τα μουσικά όργανα, οι μελωδίες στις φωνητικές χορδές, πάγωσαν οι φούρνοι και εξατμίστηκαν οι μυρωδιές της κουζίνας.

Κοιτάς καμιά φορά τη λιακάδα, όπως πέφτει ξεδιάντροπα πάνω στα φυλλώματα, οσφραίνεσαι τις ευωδιές των μπαξέδων, όπως αναδίδεται δίχως συναίσθηση καμιά της θλίψης μας, και λες οι οικονομικοί δείκτες κάποτε θα ευπρεπιστούν (;), αλλά ο κουρνιαχτός από τη σύνθλιψη και την κατάθλιψη θα έχει επικαθίσει στις αυλές και τις καρδιές μας. Που τολμώ να μιλώ ακόμη για καρδιές. Ταμπού η αγάπη και η συντροφιά. Ας βγει να πει ακόμα ένας πως ήταν ψεύτικη ευημερία, μήπως και το πιστέψουμε. Μήπως τα ευτελή σύνεργα της ευημερίας μας πιστέψουμε πως ήταν δανεικά κι αυτά από τους τοκογλύφους.

7 σχόλια:

kostas.nik είπε...

σύμφονοι με όλα αυτά, και καλώς ειπωμένα, μήπως όμως και η πλευρά της Λυμπεράκη έχει μια μερίδα δίκιο; μιας και τυχαίνει την ίδια περίοδο με το κυριακάτικο τραπέζι στο χωριό ή στο σπίτι της γιαγιάς στην Αθήνα με το χύμα κρασί, να πινόντουσαν και τα νοθευμένα ουίσκια στα μπουζούκια με 270 ευρώ το μπουκάλι και να πληρωνόντουσαν πολλά ευρώ σε βενζίνα για το τζίπ-λιμουζίνα είτε στη πόλη στη παραλιακή είτε στο χωριό στην εθνική και αυτός ο ξεπεσμός την εποχή της ευημερίας να αξίζει λίγο απαξίωσης. ξέρω είναι προβοκατόρικη ερώτηση αλλά έχω αυτό το κουσούρι να προσπαθώ να βγάλω κάτι καλό ακόμα και απ αυτόν που απαξιώνει εμένα και την οικογενένεια μου που ούτε έκλεψε ούτε σπατάλησε ποτε..

pippi είπε...

μήπως την ίδια στιγμή σε όλα αυτά τα μέρη δολοφονούσαν για την πλάκα τους μετανάστες και είναι αυτό που κρυβόταν πίσω από το κυριακάτικο τραπέζι; οπότε προς τι η νοσταλγία για μια ευημερία που πατούσε επί πτωμάτων;

Prokopis Doukas είπε...

Όχι, δεν ήταν ψεύτικη η ευημερία μας, αγαπητή Niemandrose, ήταν όμως πολύ επιπόλαια η κατασπατάληση της...

karagiozaki είπε...

Συμφωνώ 100% με το σχόλιο του Προκόπη.

kostas.nik είπε...

Niemandrose και εγώ συμφωνώ με τον Προκόπη. Και κρυφοσυμφωνώ και με τη Λυμπεράκη. Και πιστεύω πως εκτός από το ρεκόρ αυτοκτονιών και το ρεκόρ χρόνου σε ποσοστιαία μείωση εισοδήματος μας αξίζει να φτάσουμε και το ρεκόρ κατα κεφαλή αυτομαστιγώματος. Να βάλουμε μυαλό πρέπει. Να ζούμε εντός των εξαντλητικών ορίων αυτομαστιγώματος. Να ξεπεράσουμε επιτέλους το ρεκόρ της Ινδονησίας.

Ανώνυμος είπε...

δεν έζησα ποτέ ένα κυριακάτικο τραπέζι, θα ήθελα κάποτε να ζήσω μια εμπειρία τέτοια κυρίως για το οικογενειακό του θέματος.

Έτσι από απορία.

βγαίνω λίγο εκτός αλλά στο κάτω κάτω ο καθένας με τους προβληματισμούς του.

murplejane είπε...

νομιζω πως το σχολιο του elasticrash κερδιζει με διαφορα. θα το ζησεις το κυριακατικο τραπεζι, ρε παιδι· με τη δικη σου οικογενεια.

:)