Έχω πάει σε ένα σχολείο να κάνω μία εκτίμηση για ένα πιτσιρίκι που κατά τους γονείς του παρουσιάζει προβλήματα συμπεριφοράς. Κι αφού έχω συλλέξει όσα δεδομένα θεωρούσα επαρκή για την πρώτη επίσκεψη, και είμαι έτοιμη να αποχωρήσω, η παιδαγωγός ζήτησε να μου πει κάτι ακόμη, άσχετο με την περίπτωση του μαθητή που πήγα να δω. Ήμουν όρθια πλάι στην έδρα της τρώγοντας μπουκίτσες από ένα κομμάτι ψωμί που με κέρασαν τα μικρά. Το πρωί η τάξη είχε ζυμώσει και η μυρωδιά του καρβελιού στο φούρνο είχε πλημμυρίσει τους διαδρόμους του κτιρίου. Ήμουν μάλλον χαρούμενη εκείνη την ώρα. Ίσως μου είχε φανεί πως η κατάσταση του παιδιού ήταν λιγότερο σοβαρή από κείνη που μας είχαν παρουσιάσει στην υπηρεσία οι γονείς. Ίσως να ένιωθα πώς ό,τι και αν είχε, εν πάσει περιπτώσει, μπορούμε να το αντιμετωπίσουμε. Ίσως να είναι άλλη μια άμυνά μου για τους άλλους ανθρώπους, πως όλα θα πάνε καλά, ψελλίζοντάς το σα μάντρα, όλα θα πάνε καλά. Ίσως να είναι η αίσθηση παντοδυναμίας όσων εργαζόμαστε στον χώρο της υγείας, μια άμυνα για μας τους ίδιους, πως όλα θα πάνε καλά, πως θα καταφέρουμε να νικήσουμε την αρρώστεια και να αναβάλλουμε το θάνατο. Μασουλούσα το ψωμί και χαμογελούσα στα μικρά που μου έφερναν δώρο ζωγραφιές το ένα μετά το άλλο.
Με τράβηξε λιγάκι απ΄τον καρπό για να την πλησιάσω. Το βλέμμα της ήταν ακόμη πιο ανήσυχο. Μου ψιθύρισε στο αυτί πως θέλει να μου μιλήσει και για άλλο ένα παιδάκι. Κι έπειτα χωρίς περιστροφές μου είπε κάπως έτσι: αυτοκτόνησε πριν λίγο καιρό ο πατέρας ενός κοριτσιού και δεν ξέρω πώς να το χειριστώ. Ίσως εσείς θα μπορούσατε να βοηθήσετε. Για ποιο παιδάκι πρόκειται, θα ρώτησα εμβρόντητη. Και μου έδειξε με το βλέμμα, διακριτικά, ένα κοριτσάκι που έπαιζε μόνο του. Που στις ζωγραφιές του κυριαρχούσε το μαύρο. Τι άλλο. Που ο πατέρας του βούτηξε από το μπαλκόνι μπροστά στα μάτια των τριών παιδιών του, μου είπε η δασκάλα. Γιατί, θα πρέπει να ρώτησα ξέπνοη. Κάθε φορά που σε συγκλονίζει ο πόνος του διπλανού έχεις ανέβει ένα ολόκληρο βουνό. Για να δεις ξανά σ' όλη του την έκταση αυτό που είμαστε. Ξέπνοος. Αν δεν σε συγκλονίζει, άσε μας ήσυχους. Για οικονομικούς λόγους, είχε χρέη, ήταν άνεργος; Δεν ξέρω λεπτομέρειες, δεν έχω δει ποτέ τη μαμά. Η γιαγιά τα φέρνει στο σχολείο. Μου είπε.
Προσπαθούσα να' μαι διακριτική. Να μην είναι το βλέμμα μου στυλωμένο στο κορίτσι. Αρκετά θα κουβαλούσε από δω κι έπειτα στις πλατούλες της. Το βλέμμα μιας ξένης, που συστήθηκε ψευδώς σα δασκάλα για να μην διαταράξει το φυσικό περιβάλλον της σχολικής τάξης, το βλέμμα του οίκτου, θα΄ταν άλλο ένα φορτίο. Που περίσσευε. Αλλά και δευτερόλεπτα να είχα κοιτάξει αυτό το παιδί, η εικόνα του... Και στο φόντο μια άλλη εικόνα, που είναι να' σαι μικρούλι και να βλέπεις τον πατέρα σου να φουντάρει απ΄τον 4ο στον ακάλυπτο. Που δε βούτηξε κανένας στο κενό χωρίς κραυγή.
Ήταν η πρώτη φορά που θύμωσα με αυτοκτονία. Η πρώτη φορά που είπα μέσα μου, τι μαλάκας, τι μαλάκας. Δυο-τρεις φορές σα ξόρκι. Άφησε τρία ορφανά και ένα σωρό χρέη στη γυναίκα του. Και τι κατάλαβε τώρα; Τι μαλάκας. Λίγες ώρες μετά θα καταλάβαινα πως ήταν μια αντίδραση της στιγμής. Αυτή την άμυνα άλλοι την κάνουν στάση ζωής και κανένα βουνό δε χρειάζεται να ανέβουν. Κανένα τέτοιο μαντάτο δε θα ακούσουν καταπίνοντας σκέτη πίκρα τη μπουκιά το ζυμωτό ψωμί από παιδικά χεράκια. Κανένα μαντάτο δε θα τους ανεβάσει τόσο τις στροφές ώστε να θολώσουν όλα γύρω για μια στιγμή, να κάνει πως σε εγκαταλείπει η αναπνοή σου. Κανένα. Δε θα θυμώσουν με το νεκρό. Είναι απρεπές. Θα μείνουν ακλόνητοι, ασυγκλόνητοι μπροστά στο δράμα του διπλανού. Θα υπομειδιάσουν με το άκουσμα του όρου "διπλανός" δεν αναγνωρίζουν τέτοιους. Θα αμφισβητήσουν πως πρόκειται για δράμα. Εγώ αυτούς τους ανθρώπους τους φοβάμαι γιατί η πνοή τους είναι ίδια με εκείνη την φοβερή ψύχρα που ένιωσα την μία και μοναδική φορά που κατέβηκα με κάποιους φίλους σε ένα σπήλαιο μέσα στη γη.
Όχι, δεν θα πάνε όλα καλά, όταν υπάρχουν θύματα πολέμου και κάποιοι δεν αναγνωρίζουν καν τον πόλεμο μόνο και μόνο γιατί είναι ακήρυχτος. Έτσι είναι οι ταξικοί πόλεμοι: δε θα βγει ποτέ κανείς απ' αυτούς που τους αποφασίζουν να πει "και τώρα θα σφάξουμε αμάχους". Όχι, δεν θα πάνε όλα καλά, όταν αυτοκτονούν δεκάδες άνθρωποι γιατί τους έχουν συνθλίψει, τους έχουν καταργήσει το δικαίωμα όχι στη ζωή, όχι στην εργασία, όχι στην αξιοπρεπή διαβίωση, όχι στην πρόνοια, όχι στην περίθαλψη αλλά και στον ίδιο το θάνατο. Όχι, δεν θα πάνε όλα καλά όσο οι ίδιοι και οι ίδιοι απ΄τα συμβατικά μέσα δυναμιτίζουν το εμφυλιοπολεμικό κλίμα στο δημόσιο διάλογο, όσοι αντί να δουν το νεκρό στο Σύνταγμα, θα δουν το έλλειμμα αστυνόμευσης -πώς επέτρεψαν οι ένστολοι μια αυτοκτονία μπροστά στα μάτια των περαστικών- θα δουν αποκλειστικά ψυχική διαταραχή χωρίς κοινωνικό υπόβαθρο. Όχι, δεν θα πάνε όλα καλά.
7 σχόλια:
Please do not buzz this post.
do not buzz γενικά. για να έρχονται οι ζουτήρηδες να βγάζουν το μπόνο τους;
Δυνατές λέκσεις γεμάτες αλήθειες. Ένας πόλεμος χωρίς νικητές. Ένας πόλεμος μόνο με θύματα.
..μα κάποιος πρέπει να τον κυρίξει αυτόν τον ριμαδοπόλεμο.. που μάλλον είναι ο ίδιος συννέχεια κι αδιάλιπτα.. και ίσως να σταματήσουμε να είμαστε άμαχοι.. και ηττοπαθείς..
αχ.. τα παιδάκια μονο λοιπάμε.. :(
γιατί σε ξεχνώ.. κάτσε να σε βάλω στο ρουφιάνο του σαιντμπαρ μου μήπως το διορθώσω.. :) :)
την καληνύχτα μου :) :)
αγαπητο ροδο, με τι ασχολειστε αν επιτρεπεται?
εγώ που θέλω να το κρεμάσω στο τοίχο, πειράζει;
κλασσική περίπτωση κατάθλιψης: άρνηση και αποφυγή της πραγματικόττητας που κραυγάζει
τη πρώτη φορά δεν είναι τόσο εύκολο να το παραδεχτείς ότι χρειάζεσαι βοήθεια
Εσύ, είσαι έτοιμη να μπείς στην μάχη; Όταν αυτό σημαίνει να διασπάσεις δεσμά, να χάσεις για κάποιον καιρό την ασφάλεια που έχεις - ή έστω τμήμα της.
Ή ξέχασες ήδη το τι έννοιθες πριν ένα μήνα;
Δημοσίευση σχολίου