9/2/13

κάστα ντίβα



γραμμένο μαζί με τον Costinho


[...] σοκάρεσαι όταν ανακαλύπτεις ότι μέλη αυτής της συμμορίας δεν είναι οι απόκληροι της κοινωνίας, αλλά παιδιά αστικών, ίσως και μεγαλοαστικών, οικογενειών που είχαν εκλεκτή μόρφωση.
Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης, βαρυσήμαντο σοκαριστικό άρθρο στο πρόταγκον που θα συζητηθεί -εδώ, από εμάς.

Δεν τα λέει στραβά λοιπόν ο Μιλτιάδης. Ούτε και οι προταγκονιστές κοντυλοφόροι που προσπερνώντας όλες τις γραμμές της τεκμηρίωσης του αδικήματος, στάθηκαν –πέρα κι από τον βαθύ αποτροπιασμό τους για την ίδια την πράξη- στην ταξική γενέτειρα των συλληφθέντων. Πράγματι πρέπει να σοκάρεσαι όταν ανακαλύπτεις ότι η επένδυση που έγινε στην εκλεκτή μόρφωση -η οποία πιθανώς να στοίχισε περιουσίες- όχι μόνο δεν ακολουθείται από πραγματικές πιθανότητες ανταποδοτικότητας, αλλά αντίθετα –και ακόμα πιο αχάριστα- διοχετεύεται σε κανάλια άρνησης του κόσμου που θεμελιώνεται στις νόρμες της ανταποδοτικότητας. Ίσως άγαρμπα, ίσως ρομαντικά, ίσως βάρβαρα, αλλά άρνησης. Και με κόστος, πάντως –όχι με καβάντζα την ασφάλεια της τάξης, εφ’όσον τα παιδιά αυτά έχουν ήδη αποσχιστεί από την τάξη της ασφάλειας. Σοκάρεσαι όταν ανακαλύπτεις ότι κι οι άλλες συμμορίες μοιάζουν με τη δική σου. Ότι φέρουν σχεδόν τα ίδια σημεία της ταξικής συνθήκης: εκλεκτή μόρφωση, μεγαλοαστικές οικογένειες, κληρωμένοι της κοινωνίας. Φτιαγμένοι. Χρεωμένοι στην τυχερή πλευρά της ζωής. Παλεύοντας για το περισσότερο, όχι για το αυτονόητο και ήδη κεκτημένο, όχι για το αβίαστα παρεχόμενο, το κατά συνθήκη· πλεονέκτες από επιλογή, όχι ρέκτες από ανάγκη –σύμφωνα πάντα με τους προτάγκονους. Γι’αυτό και το πρώτο ανάθεμα που θα πέσει πάνω τους κατά το ταξικό παραστράτημά τους είναι η υπενθύμιση της καταγωγής τους. Όλοι θα αναρωτηθούν δηκτικά: γιατί αυτή η εκλεκτή μόρφωση να βρίσκει έκφραση στα όπλα; Κανείς δεν θα αναρωτηθεί –κανείς δεν αναρωτήθηκε: γιατί αυτή η βολεμένη (ίσως και μεγαλοαστική, αλλά σίγουρα όχι απόκληρη) παρέα να ληστεύει μια τράπεζα;
Τι άραγε να ταράζει περισσότερο τη συνοχή των αστών; A class war or a war within a class? Στο πρώτο ενδεχόμενο, έχουν αριστεύσει κατά καιρούς, έχουν βρει τα εργαλεία, έχουν φτιάξει τα γκέμια, τα’χουν κουλαντρίσει. Το δεύτερο ανοίγει επικίνδυνες ρωγμές, επιβουλεύεται την άρρηκτη συνέχεια της κάστας. Ως θέσει όμοια, τα τέκνα των παροικούντων στις παρυφές της ευδαίμονος τάξης χαλάνε την πιάτσα. Η απόκλιση από την ενιαία αφήγηση –αυτή που βρίσκει ελευθερία μόνο στην κατανάλωση και την αποχαλίνωση των όρων ανταποδοτικότητας- απειλεί να διασαλεύσει το αρραγές: την τάξη της τάξης. Πέρα από την πιάτσα όμως, χαλάει και τη συμφωνία –την ομερτά των ταξικών κεκτημένων και έννομων επιδιώξεων. Η απόλαυση των προνομίων της κάστας στηρίζεται στον κατά γράμμα σεβασμό της νόρμας: τουμπεκί, μάσα, πρέφα και κομπόστα· και χαίρε πολιτεία ασάλευτη. Η δε περιφρόνηση των προνομίων ανεπίτρεπτη. Είναι πράγματι μια σκέψη που τρομοκρατεί.
Όλοι τους ξεχνούν βέβαια, μάλλον όχι τυχαία, ότι ταξικοί αποστάτες δεν ήταν μόνο οι δυο ήρωες στο Άλμπατρος, ο βαρονέτος Έντμουντ Μάθιουσελντ και ο μαρκήσιος Νέλσον Τζαίημς (που βέβαια μια δεκαετία μετά αναρωτιόμαστε αν η συγγραφέας του μυθιστορήματος είναι το ίδιο πρόσωπο με την αρθρογράφο στην άθενς βόης ή είναι κάτι σαν τους Luther Blissett αλλά μετά τη διάσπαση), αλλά και πολλοί άλλοι επιφανείς διανοητές. Ο Κροπότκιν ήταν γιος πρίγκιπα, ο Μπακούνιν ήταν αριστοκρατικής καταγωγής, ο Λαφάργκ, ο Ένγκελς και ο Μαρξ προέρχονταν από εξαιρετικά εύπορες οικογένειες, για να παραθέσουμε ελάχιστα παραδείγματα. Ο Λένιν μάλιστα –άλλος ένας τιμημένος αποστάτης της τάξης του- πολύ εύστοχα θεωρούσε ότι η αστική διανόηση θα αναπληρώσει την αδυναμία των εργατών να διαμορφώσουν πολιτική ταξική συνείδηση καθώς δεν ήταν τυφλός στο να δει ότι φορείς και δημιουργοί της επαναστατικής θεωρίας δεν είναι οι εργάτες αλλά οι διανοούμενοι και μάλιστα οι πρωτοπόροι αστοί διανοούμενοι. Γράφει κάπου ο Ραφαηλίδης γι’αυτούς τους φωτισμένους αστούς αποστάτες, ότι κανείς δεν θα μπορούσε να τους υποπτευτεί για ιδιοτέλεια, γιατί είναι οι μόνοι που δεν αντιλαμβάνονται τον «καλύτερο κόσμο που είναι νάρθει» σα δυνατότητα αναρρίχησης στην εξουσία των πεινασμένων που ονειρεύονται να γίνουν αφεντικά, αντιστρέφοντας τους ρόλους του καταπιεστή και του καταπιεζόμενου. Το ίδιο ισχύει και για τον Δημήτρη Μπάτση, το σύντροφο και συναγωνιστή του Νίκου Μπελογιάννη που εκτελέστηκε μαζί του τον Μάρτιο του’52: γιος ναυάρχου, διαπρεπής οικονομολόγος και δικηγόρος, άνθρωπος με λαμπρή δράση στη διάρκεια της κατοχής, μέλος της «καλής κοινωνίας» του Κολωνακίου, άνθρωπος ευκατάστατος –και παρά ταύτα κομουνιστής. Ως τυπικός «αποστάτης της τάξης του» έπρεπε να τιμωρηθεί παραδειγματικά. Με τον Μπάτση δίπλα στο Μπελογιάννη δείχνεις με τον πιο σαφή τρόπο πως η κομουνιστική διάβρωση είναι πολύ βαθιά, αφού το κομουνιστικό μικρόβιο μπορεί να προσβάλει ακόμα και άτομα υγιέστατα από ταξικής απόψεως και όχι μόνο αυτούς που «δεν έχουν να χάσουν παρά μόνο τις αλυσίδες τους».
Η εκλεκτή μόρφωση όμως θα μπορούσε να αποτρέψει τέτοιες μολύνσεις. Δεν είναι μόνο ο Βαρβιτσιώτης που αντιπροτείνει γαλλικά και πιάνο προκειμένου να μετουσιωθεί το αριστοτελικό «φιλοσι γὰρ γαν καμισοσιν γαν καὶ τἆλλα πάντα ὁμοίως» σε τσάι και συμπάθεια, και μάλιστα σε συνθήκες παγκόσμιου σπαραγμού. Από τα διάφορα speaker’s corner στα αχανή Hyde Park του φέησμπουκ εκφράστηκαν πανομοιότυπες ρήσεις από την «ντόπια διανόηση», όπως σε στίχο του Βασίλη Νικολαϊδη. Η κάστα των βαρβιτουρικών προταγκονιστών ξηγιέται αισθητική ούμπερ άλες, ως τη μακάρια ωτασπίδα που θα προστατεύσει την τάξη από τα άτακτα ερεθίσματα. Να τρελαθούμε στα φαγκότα, που λέει και ο Τζιμάκος, προκειμένου να καλλιεργηθεί η ψυχούλα μας, να μετατραπεί το μίσος που προκαλεί η κοινωνική αδικία -ανεξάρτητα αν είσαι εργάτης ή αστός- σε καλλιέπεια και καλλιέργεια και φιλευσπλαχνία και άλλα ζαχαρωτά.
Και πάλι ξεχνούν να προσμετρήσουν πως οι Γερμανοί ναζί ανάγκαζαν τους Εβραίους στα στρατόπεδα συγκέντρωσης να ακούν Στράους και Βάγκνερ σκάβοντας με τα νύχια τάφους με τα χέρια τους για τα αδέρφια και τους γονείς τους που πέθαιναν από κακουχίες. Στο Μαουτχάουζεν το ολοκαύτωμα συντελέσθηκε με τις μουσικές που μας προτείνει η σύγχρονη ανθυποδιανόηση για anger management, έτσι απολίτικα, λάιτ και λάικ. Ο Παούλ Τσελάν, έχοντας ζήσει τη θηριωδία του Άουσβιτς και τους ναζήδες με τη ρομαντική μουσική, θα γράψει τη Φούγκα του θανάτου:
Mαύρο γάλα της αυγής σε πίνουμε τ'απόγευμα
σε πίνουμε μεσημέρι και πρωί σε πίνουμε τη νύχτα
πίνουμε και πίνουμε
σκάβουμ' ένα τάφο στους άνεμους εκεί δεν είναι στριμωχτά.
Η πολιτική ενάργεια της τάξης –και η ίδια η άλλως υψηλή αισθητική της τελικά- τελειώνουν στο nobility· αστική ευγένεια, και από μέσα ας ζέχνουν. Το έχει απαντήσει ήδη όμως ο Βλαδίμηρος Μαγιακόφσκι:
Τη σκέψη σας που ονείρεται
πάνω στο πλαδαρό μυαλό σας,
σάμπως ξυγκόφρεφτος λακές
σ'ένα ντιβάνι λιγδιασμένο
εγώ θα τη τσιγκλάω,
επάνω στο ματόβρεχτο κομμάτι της καρδιάς μου.
Φαρμακερός και αγροίκος πάντα
ως να χορτάσω χλευασμό.
Εγώ δεν έχω ούτε μια άσπρη τρίχα στη ψυχή μου
και ουδέ σταγόνα γεροντίστικης ευγένειας.
Πιο λιτά και λιγότερο ηρωικά, το έχει περιγράψει και η Γαλάτεια Καζαντζάκη: εικόνα σου είμαι κοινωνία και σου μοιάζω. Εικόνα σου είμαι κοινωνία και τρομάζω, πετάγεται ξανά ο Τζιμάκος με την περιπαικτική του σκληράδα. Ένα στίχο πριν όμως, η Γαλάτεια έχει ήδη αποσαφηνίσει την τοπογραφία της απόγνωσης: όλη η ζωή μου του χαμού. Αλλά αυτό είναι που κάνει το τσιτάτο ασήκωτο. Γιατί δείχνει την κόλαση. Δείχνει ποιοι και με τι είναι –ή είμαστε- πραγματικά όμοιοι. Δείχνει ότι η ταξική νιρβάνα δεν έχει υπόκρουση Βάγκνερ και μεγαλείο ανθρώπων -όπως μαρτυρά κάθε μεγάλη μουσική- αλλά τους ήχους που φτάνουν από μακριά, τους τριγμούς από τα έγκατα του ζόφου, την ηχώ των σαπισμένων κορμιών, τις κραυγές στα κρατητήρια στις πέντε τα ξημερώματα, τις παραμορφώσεις στα πρόσωπα -απ'έξω κι από μέσα-, το αποτρόπαιο σύρσιμο που κάνει το καροτσάκι του άστεγου, ενώ κουβαλάει το βιος του και το βιος μας, πάνω στα πλακάκια της ανάπλασης κάποιου διαπλεκόμενου δημάρχου.
Αυτά τα κόκκινα σημάδια στο πρόσωπο των πιτσιρικάδων μπορεί να είναι κι από αίμα -για να συνεχίσουμε στο πνεύμα των ποιητών. Μπορεί όμως να είναι κι από ντροπή· την ατέλειωτη ντροπή που αντανακλάται πάνω τους, που φορτώνεται σαν αλάτι πάνω στις αμυχές τους· την ανυπόφορη ντροπή των αστών συγγενών τους που όχι καλάσνικοφ δεν τολμούν να φανταστούν ότι αγγίζουν, αλλά που πηγαίνουν στην τράπεζα καθημερινά, μόνο για να σφίξουν κι άλλο τη γραβάτα που μια μέρα θα τους πνίξει. Και που επειδή ντροπή δε νιώθουν για τίποτα, τη φοράνε όλη στα παιδιά τους.

9 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Μικροαστοί θα σας φάνε τα παιδιά σας....


Ανατρίχιασα....

Σελιτσάνος είπε...

Όσο κι αν δυσπιστούμε για τα σάιτ τύπου Πρόταγκον,καλό θα ήταν αυτό το κείμενο να μπορούσε να προωθηθεί προς ένα απ' αυτά.Όχι τίποτ' άλλο δηλαδή αλλά για να μην τα λέμε μεταξύ μας.Είναι εξαιρετικό και θά 'πρεπε να το διαβάσουν πολλοί κι ανόμοιοι.

Nefosis είπε...

Ν' αγιάσει το στόμα σου (στο 'χω ξαναπεί νομίζω. Ε, θα πιάσει, δεν μπορεί).
Πάντως, όλως περιέργως, στο protagon διάβασα αυτό:
http://www.protagon.gr/?i=protagon.el.8emata&id=21929
Απλώς, να συμπληρώσω, ότι η πρώτη αντιεξουσιάστρια ήταν γυναίκα. Η Αντιγόνη. Κοτζάμ βασιλοπούλα.

spiral architect είπε...

Η Σώτη διαφωνεί:

Στην Ελλάδα έχουμε σοβαρό πρόβλημα παιδαγωγικής: την αυταρχική εκπαίδευση διαδέχτηκε η αριστερο-αναρχική κατά την οποία το παιδί αντιμετωπίζεται ως θύμα του «σάπιου» κόσμου. Αυτή η κυρίαρχη παιδαγωγική δημιουργεί σύγχυση: ενώ από τη μία πλευρά προτρέπει στην αναγκαστική συμφιλίωση (μέσω της πολιτικής ορθότητας), παραλλήλως δεν αποκλείει την αναγκαιότητα της καταστροφής.
(θα μπορούσε να ήταν και τρολιά)

raskolikas είπε...

Dimitris Soultas ·

https://www.facebook.com/dimitris.soultas/posts/10151418394033641

Thursday at 19:07 ·

Διαβάζω τη Σώτη στην Athens Voice και γράφει για την σύλληψη των 4 νεαρών: "Στην Ελλάδα έχουμε σοβαρό πρόβλημα παιδαγωγικής: την αυταρχική εκπαίδευση διαδέχτηκε η αριστερο-αναρχική..."

Εμ, δεν τα βλέπω κι εγώ, Σώτη μου!

Δεν έχω δει νομίζεις φίλες και φίλους να κοιμίζουν τα παιδιά τους διαβάζοντας τους Κροπότκιν;

Δεν έχει ακούσει, ο καθένας μας, την μέση ελληνίδα μάνα σε χασαποταβέρνα να φωνάζει στο βλαστάρι της "Φάε το φαί σου γιατί κρυώνει, μπάτσοι- γουρούνια- δολοφόνοι";

Δεν ξέρω νομίζεις χιλιάδες μάνες που ντύνουν τα παιδιά τους στα Marx & Spencer για να ποτιστεί το κορμάκι τους μ' αυτές τις επικίνδυνες μαρξιστικές ιδέες;

Δεν έχω τύχει νομίζεις μπροστά σε περιστατικό που ρωτάει το παιδί "τι θα φάμε, μαμά;" και να του απαντάει η άθλια : "Βραστούς- βραστούς θα φάμε τους αστούς;" και μετά να παίρνει στα χέρια τον "Τσελεμεντέ του Αναρχικού" για να στήσει το πιάτο;

Δεν έχω δει νομίζεις τετράδια των παιδιών, που τα πηγαίνει το καημένο στον πατέρα να του δείξει ότι πήρε Α και αυτός να βάζει το Α σε κύκλο;

Άστα, Σώτη μου, μας έχουν αλώσει οι αναρχοκομμουνισταί...

http://diafaneia.ee.auth.gr/dialogos-dep/%CF%83%CF%89%CF%84%CE%B7-%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B1%CF%86%CF%85%CE%BB%CE%BB%CE%BF%CF%85#comment-50522

Ανώνυμος είπε...

Αφιερωμένο στους... δημοκράτες που έσπευσαν να στάξουν τη χολή τους... στη σιχαμένη σώτια λυρική πένα και σε κάτι εντεταλμένες ρουφιανοκατίνες τύπου Κασιμάτη της Καθημερινής. Θενξξξ...

J95 είπε...

αμφότερες (εσύ και ο κοστίνιο) αν βρισκόσασταν μισό λεπτό από τη business μεριά ενός ΑΚ47 θα κατουρούσατε τα κιλοτάκια σας, τρυφερά πόδια.

J95 είπε...

ΥΓ η Niemandsrose δεν πάει στην τράπεζα. Τρώει νέκταρ και πίνει τις δροσοσταλίδες της χαραυγής.

Γκούσταβ φον Άσενμπαχ είπε...

"αμφότερες (εσύ και ο κοστίνιο)"

ομοφοβία, j95; Αυτή είναι ίδιο των Ελ, τι σχέση έχετε εσείς με αυτούς;