Κι ενώ γράφω πολύ αφοσιωμένη το πόνημά μου, ανοίγει η πόρτα του γραφείου αιφνιδίως. Ένα ανθρωπάκι ντυμένο σα χιονάνθρωπος, αλλά με κόκκινη μύτη από το κρύο κι ανάκατα μαλλιά από τον αέρα, εισβάλλει στον χώρο και με ρωτάει αποφασιστικά: "Χρόνια πολλά μου είπες σήμερα;"
Την κοιτάω αποσβολωμένη, από φόβο μήπως με την παροιμιώδη πλέον αφηρημάδα μου ξέχασα τα γενέθλια ή τη γιορτή του παιδιού (μία από τις δύο έστω, γιατί υπήρξαμε από τους έξυπνους που πάνε και δίνουν στα παιδιά δυο-τρία ονόματα, ώσπου να δημιουργήσουμε χαρακτήρες σαν τα βιβλία του Μαρκές, και να γεμίζουμε σελίδες έτσι, ξεμπερδεύοντας νωρίτερα με τα πονήματα που μας αποσπούν από τον γονεϊκό ρόλο).
Οι ερωτήσεις περνάνε αστραπιαία από το μυαλό μου. Πόσες του μήνα έχουμε; Τι μήνα; Πότε γιόρτασε τελευταία φορά; Έφτασαν Χριστούγεννα; Έχουμε καμιά επέτειο; Λέμε χρόνια πολλά σε εθνικές επετείους; Πώς με λένε; Με λένε κάτι άλλο εκτός από "μαμά"; Γιατί δεν με φώναζε η μάνα μου "μαμά", για να συνηθίσω από παιδί; Γιατί κανένας ό,τι κι αν λέει δεν μπορεί ποτέ να σε προετοιμάσει ούτε για το μέγεθος της ευθύνης, ούτε για το μέγεθος του θαύματος, που είναι να έχεις κάθε μα κάθε μέρα, κάθε μα κάθε νύχτα, να φροντίζεις, να αγαπάς και να αγαπιέσαι με τον πιο ολοκληρωτικό τρόπο;
Τελικά την ρωτάω όσο πιο συγκρατημένα μπορώ "Τι είναι σήμερα;" "Μαμά, είναι η παγκόσμια η μέρα του παιδιού!" μου απαντά με ύφος ελαφρά επιπληκτικό. Την αρπάζω στην αγκαλιά μου και αρχίζω να την φιλάω στο παγωμένο μουτράκι. Η ανάσα της μυρίζει σκόρδο. Πατάω τα γέλια. Η ζωή είναι μια ατέλειωτη φάρσα κι εμείς τη γιορτάζουμε κάθε μέρα. Μαζί τους.
Την κοιτάω αποσβολωμένη, από φόβο μήπως με την παροιμιώδη πλέον αφηρημάδα μου ξέχασα τα γενέθλια ή τη γιορτή του παιδιού (μία από τις δύο έστω, γιατί υπήρξαμε από τους έξυπνους που πάνε και δίνουν στα παιδιά δυο-τρία ονόματα, ώσπου να δημιουργήσουμε χαρακτήρες σαν τα βιβλία του Μαρκές, και να γεμίζουμε σελίδες έτσι, ξεμπερδεύοντας νωρίτερα με τα πονήματα που μας αποσπούν από τον γονεϊκό ρόλο).
Οι ερωτήσεις περνάνε αστραπιαία από το μυαλό μου. Πόσες του μήνα έχουμε; Τι μήνα; Πότε γιόρτασε τελευταία φορά; Έφτασαν Χριστούγεννα; Έχουμε καμιά επέτειο; Λέμε χρόνια πολλά σε εθνικές επετείους; Πώς με λένε; Με λένε κάτι άλλο εκτός από "μαμά"; Γιατί δεν με φώναζε η μάνα μου "μαμά", για να συνηθίσω από παιδί; Γιατί κανένας ό,τι κι αν λέει δεν μπορεί ποτέ να σε προετοιμάσει ούτε για το μέγεθος της ευθύνης, ούτε για το μέγεθος του θαύματος, που είναι να έχεις κάθε μα κάθε μέρα, κάθε μα κάθε νύχτα, να φροντίζεις, να αγαπάς και να αγαπιέσαι με τον πιο ολοκληρωτικό τρόπο;
Τελικά την ρωτάω όσο πιο συγκρατημένα μπορώ "Τι είναι σήμερα;" "Μαμά, είναι η παγκόσμια η μέρα του παιδιού!" μου απαντά με ύφος ελαφρά επιπληκτικό. Την αρπάζω στην αγκαλιά μου και αρχίζω να την φιλάω στο παγωμένο μουτράκι. Η ανάσα της μυρίζει σκόρδο. Πατάω τα γέλια. Η ζωή είναι μια ατέλειωτη φάρσα κι εμείς τη γιορτάζουμε κάθε μέρα. Μαζί τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου