19/3/11

διασταύρωση

"Θα πρέπει να σας επιστρέψω την εργασία που μου δανείσατε" της πρότεινα. Συμφώνησε γιατί θα πρέπει να τοποθετήσει το αντίγραφο της εργασίας στο αρχείο της. Απορρίψαμε αρκετούς από τους συμβατικούς τρόπους επιστροφής ενός εγγράφου εκατό πενήντα σελίδων. Να το στείλω με ταχυδρομείο; Κρίμα να ξοδέψω χρόνο και χρήμα σε μια υπηρεσία που δε ξέρεις ποτέ αν θα έχει επιτυχή έκβαση. Να το στείλω με κούριερ; Κρίμα να ξοδέψω χρήμα σε μια υπηρεσία που είναι δυσανάλογα ακριβή για το έργο της και για την αξία του μεταφερόμενου δέματος. Να συναντηθούμε κάπου στα μισά της διαδρομής για να της το παραδώσω η ίδια; Δεν είχε χρόνο. Να της το παρέδιδα η ίδια στο γραφείο της στην άλλη άκρη της πόλης; Δεν είχα χρόνο.

Βρήκε τη λύση. Ο άνδρας, της που είναι στρατιωτικός, έχει πολύ χρόνο. Τα πρωινά του είναι ελεύθερα. Θα μπορούσαμε να συναντηθούμε κάπου να του δώσω την εργασία, πρότεινε. Και τα απογεύματα ήταν διαθέσιμος, αν με εξυπηρετούσε καλύτερα. Συνταξιούχος πριν πατήσει τα πενήντα. Τα πρωινά κατεβαίνει βόλτα στο κέντρο. Πηγαίνει για ψώνια. Κρέας και ψάρι απ' τη Βαρβάκειο, φρούτα και λαχανικά από τη λαϊκή. Τα υπόλοιπα από το σούπερ μάρκετ, τα πρωινά που είναι ήσυχα. Πληρώνει λογαριασμούς, στη ΔΕΗ, τον ΟΤΕ, την ΕΥΔΑΠ. Ένας άνδρας ούτε πενήντα χρόνων τριγυρνά άεργος εισπράττοντας ωστόσο μια κιμπάρικη σύνταξη από το χρεωμένο μέχρι τα μπούνια ελληνικό κράτος. Ώστε τελικά, δεν είναι πλάσματα που υπάρχουν μόνο στα παραμύθια. Σε κάποιους περισσεύει ο χρόνος και το χρήμα, στ' αλήθεια. Στο ασανσέρ πρόβαρα το πιο μπλαζέ μου προσωπείο. Όταν συναντηθούμε δε θα πρέπει να καταλάβει πως τον θεωρώ μυθικό πλάσμα. Δε πρέπει να αντιληφθεί ότι τον κοιτάζω με περισσότερο δέος από το λιοντάρι στο ζωολογικό κήπο του Άμστερνταμ.

Βγαίνω έξω. Μια γυναίκα με κακό σουλούπι, γύρω στα 30, αλλά ιδιαίτερα ταλαιπωρημένη, με πλησιάζει πάρα πολύ. Με ενοχλεί αυτό. Με κοιτάει μες στα μάτια. Έχει ωραία ρετσινί μάτια. Είναι δακρυσμένα. Μιλάει σπαστά ελληνικά. Τη λένε Ιρίνα και είναι απ' την Ουκρανία. Έχει τρία παιδιά. Μου ζητάει δουλειά. Να μου καθαρίζει το σπίτι. Μα δεν έχω τη δυνατότητα να φέρνω καθαρίστρια προσπαθώ να της εξηγήσω. Με πιάνει απ' το χέρι, λίγο πιο πάνω από τον καρπό. "Σε παρακαλώ", μου λέει. Ανεβαίνουμε μαζί στο σπίτι. Της το δείχνω. Τη ρωτάω πόσο θα ήθελε την ώρα. Εξευτελιστικά χαμηλή τιμή. Μου ζητάει αν έχω τώρα να της δώσω κάποια προκαταβολή. Με ενοχλεί κι αυτό. Μήπως θα μπορούσα τότε να της δώσω κάτι να πάει στα παιδιά της; Δεν έχουν να φάνε μου λέει. Της δίνω κάτι ρύζια, κάτι μακαρόνια, κάτι όσπρια. Την καλώ από το κινητό μου στο δικό της για να ανταλλάξουμε τηλέφωνα. Επαφή καταχωρήθηκε.

Κατεβαίνουμε μαζί έξω. Σχεδόν τα έχουμε συμφωνήσει. Να την πάρω στο τηλέφωνο. Πηγαίνω να συναντήσω τον συνταξιούχο στρατιωτικό. Φτάνω στο κέντρο, στο καφέ που μου είπε. Ωραίο μέρος. Ήσυχο, γουστόζικο, με ενδιαφέρουσα μελωδία. Αυτός πρέπει να είναι. Φοράει ένα γκρίζο πουλόβερ με καρώ πουκάμισο από μέσα. Κοτλέ παντελόνι σκούρο μπλε. Και ωραία παπούτσια. Τον βρήκα να διαβάζει ένα βιβλίο. Το ακουμπάει με αργές, ήρεμες κινήσεις πλάι στον καπουτσίνο του, όταν έσκυψα πάνω απ' το κεφάλι του για να επιβεβαιώσω ότι είναι αυτός. Μου προτείνει να με κεράσει κάτι μετακινώντας συγχρόνως το παλτό του από τη διπλανή, και μοναδική εξάλλου, καρέκλα στο τραπεζάκι. Εχει μια μειλίχια και ευγενική φυσιογνωμία. Μια γλυκιά φωνή. Αρνούμαι δανειζόμενη από την ευγένειά του. Του άφησα τελικά την εργασία. Αποχώρησα χωρίς να καταλαβαίνω.

Μια βδομάδα μετά, ενώ συνέχιζε να μη μου περισσεύει το χρήμα, αλλά πολύ περισσότερο ο χρόνος, αποφασίζω να καλέσω την γυναίκα να με βοηθήσει στις δουλειές του σπιτιού επ' αμοιβή.΄Εχει φραγή εισερχομένων κλήσεων. Ξαναδοκίμασα μερικές μέρες μετά. Φραγή εισερχομένων κλήσεων. Δεν της έδωσα τελικά την εργασία που μου ζήτησε.' Εκλεισα τηλέφωνο χωρίς να καταλαβαίνω.

Μήνες μετά σταμάτησα με το όχημα στα φανάρια. Σε κάποια διασταύρωση. Είχε κόκκινο για τους πεζούς. Διέκρινα από μακριά δυο γνωστές φιγούρες. Από τη μια μεριά μου φάνηκε πως είδα τον μεσήλικα αλλά γοητευτικό συνταξιούχο να στέκεται άεργος και από την άλλη μεριά τη νέα αλλά ταλαιπωρημένη μετανάστρια να στέκεται άνεργη. Κανείς δε τριγυρνάει. Στέκονται σαν αγάλματα. Σα μνημεία της εποχής μας. Ώσπου να φτάσω είχε ανάψει πράσινο για τους πεζούς. Κοίταξα δεξιά-αριστερά για να επιβεβαιώσω ότι αυτοί οι δυο άνθρωποι διασχίζουν το δρόμο, αλλά δεν υπήρχε κανείς απ' τους δυο. Άναψε το πράσινο για τα οχήματα και κόκκινο για τους πεζούς. Πάτησα το γκάζι για να ξεκινήσω. Κοίταξα δεξιά και αριστερά. Ο ένας στεκόταν απ΄τη μεριά και η άλλη από την άλλη. Όταν άναβε πράσινο για τους πεζούς θα εξαφανίζονταν. Και όταν άναβε κόκκινο θα επανεμφανίζονταν. Η αεργία απ'την ανεργία απέχει ένα Ν. Κοιτάζω στο πίσω παρμπρίζ του μπροστινού οχήματος και το βλέπω κολλημένο κόκκινο και κεφαλαίο.


12 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Εξαιρετικό κείμενο, Σελάνα! Σε πλήρη ανάπτυξη, μπορεί να αποτελέσει ένα άρτιο διήγημα. Είμαι σίγουρος ότι θα σε δούμε μια μέρα συγγραφέα (εννοώ ότι θα εκδοθεί βιβλίο σου - αλλιώς, συγγραφέας είσαι ήδη).
Αντώνης

Niemandsrose είπε...

Αντώνη, σε ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια αν και σα να μου φαίνεται πως τα παραλές. :) Κόπιασε στα ενδότερα να τα πούμε πιο αναλυτικά. kalikantz@gmail.com

Ανώνυμος είπε...

συγκλονιστικό.

radio_sociale είπε...

ένα "εξαιρετικό" και από 'μένα

Niemandsrose είπε...

@kihli, @ radio_sociale, αχ, αυτό το ίντερνετ. Να έρχονται οι άνθρωποι να σου λένε καλές κουβέντες, να φχαριστιέται η ψυχούλα σου και να μη μπορείς να τους κεράσεις μια ρακή. Αχ! :)

stassa είπε...

Ανώνυμε, συγγραφείς είμαστε όλοι μας, απλά κάποιοι πληρώνονται για να εκδίδονται -σαν τις πουτάνες. ;)

Νιμς, εσύ ψυχή μου έχεις και γαμώ τις τεχνικές όταν θες. Μ' αρέσει που έχεις πάρει φόρα και βγάζεις έργο.

Γιώργος Κατσαμάκης είπε...

Μία ρακή στο 4!

-τι να πω... εξαιρετικό... ιδίως η απόσταση ανάμεσα στην ανεργία και την αεργία: ποιητικά μαθηματικά

Niemandsrose είπε...

@stassa, δεν είναι ανώνυμος ο άνθρωπος.Με το πραγματικό του όνομα υπογράφει. :)
Κρατάω το ψυχή μου και πετάω τις σάλτσες γιατί παχαίνουν. ;)

@Γιώργο, δεν ξέρω για όλα τα άλλα αλλά, "ρακές υπάρχουν". :)

stassa είπε...

Σωστά, Αντώνης- κεκτημένη ταχύτητα, μετά το είδα. Ζητώ ταπεινά συγγνώμη (αν πιστεύει κανείς οτι γίνεται να ζητήσω οτιδήποτε ταπεινά, εγώ, τώρα).

Το "ψυχή" βρε συ, είναι το Κερκυραίϊκο "ρε μαλάκα". Την καλή πρόθεση να κρατήσεις ;)

stassa είπε...

Γμτ, το "ψυχή μου" είναι το Κερκυραίικο κλπ, σόρυ. >_<

Takis X είπε...

Μ`αρεσει που ενώνεις αυτούς τους κόσμους, ¨"αλλα κι ο φτωχός ο ανθρωπος τι εχει να περασει.."

Το ενα φανάρι ανάβει, περνάς εσυ,το αλλο σβύνει,δεν περναει κανείς τελικά.
Μείναμε απο καύσιμα.

Niemandsrose είπε...

@stassa, να μην αφήσεις να χαρεί άνθρωπος. Βαμπίρ!

@Takis X, μ' αρέσει κι αυτή η εκδοχή. ;) Πιο πολύ απ΄τη δική μου.