8/5/11

όπως και νά 'χει

Σήμερα, μόνο σήμερα, δε θα γράψω απολύτως τίποτα για τη μητρότητα, τη συνθήκη που ήρθε να ανατρέψει και να επαναπροσδιορίσει όλες τις συνθήκες του πρότερου βίου μου. Σήμερα, ειδικά σήμερα, δε θα γράψω για την ύπαρξη που ήρθε να διαπεράσει και να αναμορφώσει με τον πιο συγκλονιστικό τρόπο τη δική μου ύπαρξη. Γιατί σήμερα το πρωί ήρθε και με ξύπνησε ένα ξανθούλικο όμορφο κοριτσάκι αγκαλιασμένο από τον πατέρα του φωνάζοντας γελαστό "χρόνια πολλά, μαμά!" ενώ έσκυβε και με φιλούσε. Σήμερα πρέπει να ονειρευόμουν. Πώς ήταν η ζωή πριν το σήμερα; Πώς ήταν η σημερινή μέρα, πριν σε ξυπνήσει με ευχές αυτό το εμβρυάκι που έβλεπες μέσω υπερήχων να κολυμπάει στη μήτρα σου; Υπήρχε ζωή πριν τον έρωτα ενσαρκωμένο στη μορφή ενός κοριτσιού;

"Πριν απ' τα μάτια μου ήσουν φως/ πριν απ' τον έρωτα, έρωτας" έγραφε ο βραβευμένος ποιητής, ένας ποιητής υπερεκτιμημένος και κουραστικός για τα δικά μου γούστα, που βρίσκω τον Τσελάν αληθινό ποιητή. Αυτόν που κατάργησε τους άχρηστους βερμπαλισμούς, το πλεόνασμα των επιθετικών προσδιορισμών, που έγραψε ως γερμανοεβραίος γιος δολοφημένων από το ναζιστικό καθεστώς γονέων. Που τη δική του μάνα τη πυροβόλησαν στο μέτωπο σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης. Η περίσσεια ομορφιάς του κόσμου συναντά τον υμνωδό της και η περίσσεια κτηνωδίας τον τραγικό της. Διαλέγεις και παίρνεις.

Πώς θα ήταν τα βαγόνια του συρμού στο μετρό αν αντί στίχους του Ελύτη, αυτές τις μέρες, πλημμύριζανε με στίχους του Τσελάν. Θα απέπνεαν σίγουρα λιγότερη Ελλάδα, απέραντο γαλάζιο, θαλασσινή αύρα, αυγουστιάτικες φεγγαράδες, γοργονοκόριτσα και ηλικοκαμμένα παλικάρια με στιβαρά μπράτσα και καρδιά τρυφερή εν τω βάθει. Πώς θα ήταν αν σβήναμε με ένα σφουγγάρι μια για πάντα τα ελπιδοφόρα 60s από τη συλλογική μας μνήμη; Αν σταματούσαν πια οι διπλοπενιές του μπουζουκιού, αν μάκραινε η μίνι φούστα της πρωταγωνίστριας, αν δεν κατέληγαν τα ζευγάρια με ανθοδέσμη στα μαρμάρινα σκαλιά μιας χριστιανορθόδοξης εκκλησίας, αν ο τίμιος μεροκαματιάρης με το καρώ πουκάμισο δεν ήλπιζε να γίνει αφεντικό, αν η χαριτωμένη δεσποινίδα δεν ονειρευόταν έναν πλούσιο και αρρενωπότατο γαμπρό, αν ο φτωχός Γεωργίτσης δε φλέρταρε την πλούσια Χρονοπούλου, αν ο φτωχός Παπαμιχαήλ δε παντρευόταν την κόρη βιομηχάνου Βουγιουκλάκη;

Πώς θα ήταν η ελληνίδα μάνα αν της αφαιρούσες όλη την κουτοπονηριά, το άχτι, την υστερία, την παρεμβατικότητα, τον αυταρχισμό, την προσκόλληση, τη συντήρηση, την καπατσοσύνη, την κλεισούρα; Πώς θα ήταν η ελληνίδα μάνα αν της φορούσες βερμούδες και σανδάλια τα καλοκαίρια και την αμολούσες σαν την ευρωπαία μάνα να ταξιδεύει τον κόσμο διαθέτοντας τα χρήματά της όχι στα προικώα των παιδιών της, στις συνθήκες που θα τα κλείσουν κι εκείνα σε τέσσερις τοίχους, στην άκρη της βαλκανικής χερσονήσου, αλλά στις συνθήκες που θα διεύρυναν εκείνης και εκείνων τους ορίζοντες; Πώς θα ήταν η ελληνίδα μάνα αν της φορούσες λάγνο βλέμμα και πόθο και ερωτισμό για τον άνδρα της ή και εραστές, αν την υποχρέωνες να κάνει έρωτα απελευθερωμένα μέχρι το τέλος της ζωής της; Πώς θα ήταν η ελληνίδα μάνα αν της έδιωχνες μακριά τα παιδιά μόλις πατούσαν τα 18 τους, αν της απαγόρευες να χτίζει διπλοκατοικίες για να μένουν μαζί της για πάντα, αν της αφαιρούσες τη δυνατότητα να επηρεάζει τις επιλογές των παιδιών για τους ερωτικούς συντρόφους τους, την άσκηση πίεσης στα παιδιά της να σπουδάσουν ετούτο ή το άλλο και βέβαια να την κάνουν γιαγιά, γιατί αλλιώς θα μαραζώσει; Πώς θα ήταν η ελληνίδα μάνα αν δεν έσερνε σα φυλακισμένος σε κάθε της βήμα το βαρίδι του στερεότυπου της ελληνίδας μάνας;

Η Μέρυλ Στρηπ στην ταινία "Η εκλογή της Σόφι" είναι μια γυναίκα χειραφετημένη που ζει σε ένα menage a trois με δύο άνδρες. Τίποτα δε μαρτυρά ότι αυτή η ωραία και μοιραία γυναίκα έχει υπάρξει μητέρα. Τίποτα εκτός από την ίδια την μαρτυρία της, ότι έχει υπάρξει μητέρα ενός αγοριού και ενός κοριτσιού. Που όταν έπρεπε να διαλέξει ποιο από τα δύο θα κρατούσε εκείνη και ποιο οι ναζί στο στρατόπεδο συγκέντρωσης, εκείνη έκανε την επιλογή της, για την οποία τιμωρήθηκε και δεν εξιλεώθηκε ποτέ. Αν δε γινόταν μητέρα δε θα είχε καμία εκλογή. Δεν θα ζούσε το απόλυτο δράμα. Ούτε εκείνη, ούτε η Ζυλιέτ Μπινός στο Μπλε του Κισλόφσκι, ούτε η Τζολί στο Changeling του Ίστγουντ, ούτε η τζάνκι μάνα στο Gone baby gone, ούτε καν η Μήδεια στην εκδοχή του Μποστ. Αν δε γίνονταν μητέρες...

Θα ήταν χτες σαββατόβραδο και δε θα κλείνονταν στο σπίτι. Θα τριγυρνούσαν στα σινεμά, τις ταβέρνες και τα μπαράκια πίνοντας, καπνίζοντας, γελώντας, τραγουδώντας, κουβεντιάζοντας, φλερτάροντας, χορεύοντας. Θα τριγυρνούσαν χωρίς τη βαριά έγνοια ενός τόσο δα ανθρωπάκου που έχει απόλυτη ανάγκη την παρουσία, τη φροντίδα, την αγάπη σου. Θα τριγυρνούσαν χωρίς την μόνιμη και αδιαπραγμάτευτη αγάπη ενός ανθρωπάκου που είσαι για κείνον τα πάντα. Θα τριγυρνούσαν σαν τα παιδιά μιας μάνας, που είτε την εκτέλεσαν ναζί, είτε τα εγκατέλειψε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, είτε τα παραμελούσε, είτε τα καταπίεσε. Θα τριγυρνούσαν σαν παιδιά μιας μάνας που δεν εμφανίζεται σχεδόν ποτέ στο λόγο τους που αρθρώνεται στα social media, στα sms, στις καθημερινές κουβέντες. Θα τριγυρνούσαν σαν παιδιά που έπεσαν σα μάννα εξ ουρανού. Από καμιά μάνα.

Ζούμε και μιλάμε, κυρίως μιλάμε, σαν να μη μας έχουν γεννήσει. Σα να μην έχουμε θηλάζει από το στήθος της. Σα να μη μας έχει ξεσκατίσει. Σα να μη μας έκανε μπάνιο. Σα να μην έχει ξενυχτήσει στο πλευρό μας στην κάθε μας ίωση. Σα να μη μας ετοίμασε το πρωινό, το κολατσιό, το μεσημεριανό, το βραδινό, το κάθε μας φαγητό. Σα να μη μας έπλυνε και να μη σιδέρωσε το κάθε μας ρούχο. Σα να μην έχει τρελαθεί από αγωνία στο χτύπημα, στον καυγά, στην εξαφάνισή μας. Απουσιάζουν από το λόγο μας οι γονείς μας και πιο πολύ οι μανάδες μας. Δε μιλάμε για κείνες. Είναι ταμπού. Είναι θεότητες μαζί και δυνάστες. Δε μιλάμε όχι γιατί δεν τις αγαπάμε, ούτε γιατί τις λατρεύουμε. Δε μιλάμε γιατί η δική τους ύπαρξη διαπερνά για πάντα τη δική μας. Δε μιλάμε για κείνες γιατί γερνάνε. Γιατί δεν μας αρέσει να μιλάμε για γριες. Δε μιλάμε για κείνες γιατί δεν είμαστε πια παιδιά. Γιατί θέλουμε να τις ρίξουμε επιτέλους από το θρόνο τους. Δε μιλάμε για κείνες γιατί δε μιλά κανείς για κείνο που τον σιγοκαίει πιο πολύ από όλα. Δε μιλάει κανείς για τη μάνα του όταν η ύπαρξή της δε παύει ποτέ να διαπερνά τη δική του ύπαρξη. Να μας ζήσουν να μας χαίρονται. Να μας ζήσουν να μας παιδεύουν. Να μας ζήσουν, όπως και να'χει.

17 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

να , κάτι τέτοια διαβάζω και θέλω να ρωτήσω "εγώ πότε θα γίνω μάνα;"

KKM

Niemandsrose είπε...

χαχαχαχα! Είστε το ίνδαλμά μου. Εγώ πότε θα γίνω ΚΚΜ;

vague είπε...

Μα, τι καταπληκτικό κείμενο είναι αυτό, μητέρα...; :)

Nefosis είπε...

Ti λυτρωτικό ποτάμι! Χρόνια πολλά για όλες τις υπόλοιπες μέρες :)

Ανώνυμος είπε...

"Δε μιλάμε γιατί η δική τους ύπαρξη διαπερνά για πάντα τη δική μας."
Θα συμπλήρωνα πως δε μιλάμε για εκείνες ή με εκείνες πολλές φορές,όσο τις έχουμε κοντά μας.
Όταν φύγουν,λύνουμε με το τεράστιο κενό που αφήνουν τις διαφορές μας και από αυτό ζητάμε απαντήσεις...
Σε διαβάζω καιρό,αλλά επειδή μ'έκανες να βάλω τα κλάμματα μέρα που είναι,είπα να πω μια κουβέντα κι εγώ.
Χριστίνα

gerasimos είπε...

Η ημέρα του πατέρα πότε είναι ρε παιδιά (ξέρετε, αυτού που πληρώνει για όλα αυτά);

δύτης των νιπτήρων είπε...

Μπράβο βρε Niemands, τα πάντα όλα σε ένα ποστ.

ladybug είπε...

"Δε μιλάει κανείς για τη μάνα του όταν η ύπαρξή της δε παύει ποτέ να διαπερνά τη δική του ύπαρξη".

Αυτό νομίζω τα λέει όλα.
Χρόνια πολλά :)

Arahni είπε...

Χίλια αρέσκω :)

Takis X είπε...

Ε καλά τώρα θέλεις να κάνουμε στα σοβαρά σχόλιο?

Σοβαρά?

Πάρε τώρα ενα φιλί και τραβήξου ξανά και πληκτρολογησε δάκρυα.

είσαι ευλογημένη.

Λουκάς είπε...

Πολύ καλό. Να σε χαίρονται.

Ανώνυμος είπε...

Μιλάμε. Αργά. Όταν πια δεν μπορούν να μας ακούσουν...

Εξαιρετικό.

Niemandsrose είπε...

@All, ξεκίνησα να γράφω μεμονωμένες απαντήσεις αλλά όλες τελικά είχαν δυο κοινά στοιχεία. Από τη μια την ανάγκη μου να σας ευχαριστήσω για τα όμορφα και συγκινητικά σχόλια, κι από την άλλη την ανάγκη μου να εκφράσω την εύλογη απορία "μα τι σας άρεσε από αυτό το μέτριο κείμενο;" :) Είναι άραγε πολύ αγενές που εκφράζω το ερώτημά μου;

vague είπε...

Το θέμα δεν είναι αν είναι αγενές το "εύλογο" (;) ερώτημά σου, αλλά ο λόγος για τον οποίο τίθεται και η βάση του προβληματισμού του. Αυτά είναι για μένα από μόνα τους ερωτήματα και αποτελούν θέματα για μια τεράστια, ατελείωτη συζήτηση που μάλλον δεν θα γίνει.
Με μια φράση πάντως, και για να μην υπεκφεύγω, θα σου απαντήσω ότι προσωπικά έχω πολύ μέτρια γούστα. ;)

δύτης των νιπτήρων είπε...

Όπως το λέει η Riski: έχουμε μέτρια γούστα. :)

ladybug είπε...

Εγώ πάντως δε θεωρώ τον εαυτό μου κριτικό κειμένων -τι παει να πει μέτριο κείμενο αλήθεια?- με νοιάζει να νιώθω κάτι όταν το διαβάζω.
Αυτό έχει σημασία νομίζω.

Ανώνυμος είπε...

με άγγιξε,προφανώς,τρελά..