"Άλλο θέλω να σου πω πρώτα. Κάτσε ν’ ακούσεις. Θα πούμε και γι' αυτό που με πήρες μετά. Όχι, έχω τηλεκάρτες, εντάξει είμαι. Που λες, πέρυσι τέτοιο καιρό είχε καλέσει το σχολείο εδώ χάμω τη δικιά σου να μας μιλήσει ντεμέκ για τα βιβλία. Στη φάση γουστάρουμε λογοτεχνία κι έτσι. Κάθε χρόνο το κάνουν.
Όσοι είχαμε πάρει γραμμή το ηβέντ δηλώσαμε συμμετοχή, άσχετα που δεν πάμε στο σχολείο δεύτερης ευκαιρίας. Κοίτα, εγώ την γκούγκλαρα πρώτα μην είναι καμία μπαλότσα, καμιά σαλταρισμένη. Αλλά και καμιά τάχα μου - δήθεν να ήταν, εγώ πάλι θα έσκαγα μύτη, γιατί μ' αρέσει να κοντράρω τους ψευτοδιανοούμενους. Πρόπερσι, πότε ήτανε, μας είχαν φέρει έναν άλλο τύπο που άρχισε με τα κλασικά 'τι ωραίο που 'ναι να διαβάζεις βιβλία' και τα ρέστα, γιατί ας πούμε ‘σου ανοίγονται ορίζοντες’. Μπούρδες. Οπότε σε μια δόση το γύρισε να μας λέει για το Θεό. Ρε ίσα... Όπως κατάλαβες του μούνταρα, ‘δε θα το κάνουμε κατηχητικό εδώ μέσα’ του είπα και ζάρωσε εκεί πέρα η κότα.
Ήξερε ποιος είμαι, γι' αυτό το βούλωσε. Αν το χόντραινε, σου μιλάω στα ίσια, θα του πατούσα μερικά φωνήεντα και δεν θα ήξερε κατά πού να κάνει. Ρε, άμα είναι να τα κάνω τόσο σκατά, γίνομαι κι εγώ Θεός. Τι κουμάντα είναι αυτά να αφήνεις μωρά να σκοτώνονται από νάρκες, να λιώνουν από καρκίνο, να ψοφάνε από πείνα την ώρα που αλωνίζουν όχι απλά ανενόχλητα, αλλά με χειροκροτήματα και με φλας να πούμε τα μεγάλα αρπαχτικά του κόσμου; Κουμάντα είναι αυτά;
Γύρευε τι καντήλια μού κατέβασε από μέσα του ο και καλά συγγραφέας. Τέτοιοι είναι, ρε, οι χριστιανοί, δεν τους ξέρουμε; Τώρα θα τους μάθουμε; Υποκριτές μέχρι το μεδούλι. Έχω γνωρίσει κι απ' τους άλλους, εντάξει. Παράδειγμα, όταν πρωτομπήκα στα κόλπα, με είχε πάρει γραμμή η γριά μου, γιατί ήταν έξυπνη γυναίκα, Θεός σχωρέστη, κι έφερε με τρόπο στο σπίτι έναν παπά.
Άγιος ήταν αυτός. Το λέω. Αλλά και πάλι. Όχι ότι με έσωσε. Αλλά να σου πω και κάτι; Πριν πας να σώσεις τον άλλο, σώσε πρώτα τον εαυτό σου και το σπίτι σου. Όταν δέχεσαι, ας πούμε, να είναι η Εκκλησία μέσα στη μάσα, τα κονέξια με τον κάθε πολιτικάντη, φασισταριά και παιδεραστές, χέσε με κιόλας, γιατί να σου έχω μπέσα;
Για το άλλο τώρα που με ρώτησες, θα σου πω τι παίχτηκε αυτό τον καιρό. Γενικά η φάση με το ντεμέκ νοσοκομείο των φυλακών ήταν τζι τι πι. Το ‘κολαστήριο’ και τα ρέστα, τα γράφατε και εσείς οι συριζαίοι, τα θυμάσαι. Πάνω που είχε στρώσει λίγο η φάση, γαμήθηκε ο Δίας με την πανδημία.
Αλλά εντάξει, τι περίμενες; Αν μας είχαν μια φορά κλασμένους σε νορμάλ κατάσταση, σκέψου τώρα. Μη σου πω μια χαρά τους βόλεψε, να μας καθαρίσει όλους ο κορωνοϊός να ησυχάσουν. Γέρους, αρρώστους, σακάτηδες, κρατούμενους, ιστορίες. Ούτε παραγγελιά να τον είχαν. Εγώ δεν είμαι στη φάση σενάρια ότι τον σκάσανε οι Κινέζοι επίτηδες, αυτά είναι για πολύ ψεκασμένους. Αλλά τον καπιταλισμούλη μια χαρά τον βόλεψε να μας ξεπαστρέψει, να μην έχει να θρέφει τελειωμένους που δεν είναι γρανάζια στη μηχανή. Μόνο εσείς που είστε σε κυριλέ κατάσταση θα τη βγάλετε.
Μαθαίνω, ρε, τι γράφετε στα σόσιαλ, επειδή μείνατε ένα μήνα σπιτάκι σας, και ξερνάω. Είμαι μέσα είκοσι πέντε χρόνια. Καταλαβαίνεις; Δεν έχω σκοτώσει, δεν έχω βιάσει, άνθρωπο δεν έχω πειράξει. Τα έβαλα με το κεφάλαιο, ληστείες, την απαγωγή, τα ξέρεις. Θα σου πω λεπτομέρειες για το νοσοκομείο, ΟΚ, θα βγάλεις θέμα. Απλώς, άμα την ξαναδείς τη δικιά σου, πες της πως γράφω την ιστορία μου. Και ξεκινάει κάπως έτσι:
‘Αν ήξερα, όταν έμπαινα στην παρανομία, πως θα έκανα είκοσι πέντε χρόνια να ξαναδώ τη θάλασσα, μπορεί να το σκεφτόμουνα’. Η ατάκα που της άρεσε. Και πού ’σαι; Πες της να μην γράφει μαλακίες περί ‘εγκλεισμού’ στα σόσιαλ. Τα μαθαίνω εγώ, τι σε νοιάζει; Έχει έρθει στις φυλακές και ξέρει τι πά' να πει εγκλεισμός. Εσάς σε ένα μήνα θα σας αμολήσουνε. Εμείς εδώ".
Τότε κάποιος του χτύπησε την πλάτη διαμαρτυρόμενος ότι αργεί πολύ και ότι θέλει κι αυτός να χρησιμοποιήσει το καρτοτηλέφωνο. Έσπασε δυο δάχτυλα του δεξιού χεριού σε εκείνον τον καυγά κι έμεινε η αυτοβιογραφία του στη μέση.
Όσοι είχαμε πάρει γραμμή το ηβέντ δηλώσαμε συμμετοχή, άσχετα που δεν πάμε στο σχολείο δεύτερης ευκαιρίας. Κοίτα, εγώ την γκούγκλαρα πρώτα μην είναι καμία μπαλότσα, καμιά σαλταρισμένη. Αλλά και καμιά τάχα μου - δήθεν να ήταν, εγώ πάλι θα έσκαγα μύτη, γιατί μ' αρέσει να κοντράρω τους ψευτοδιανοούμενους. Πρόπερσι, πότε ήτανε, μας είχαν φέρει έναν άλλο τύπο που άρχισε με τα κλασικά 'τι ωραίο που 'ναι να διαβάζεις βιβλία' και τα ρέστα, γιατί ας πούμε ‘σου ανοίγονται ορίζοντες’. Μπούρδες. Οπότε σε μια δόση το γύρισε να μας λέει για το Θεό. Ρε ίσα... Όπως κατάλαβες του μούνταρα, ‘δε θα το κάνουμε κατηχητικό εδώ μέσα’ του είπα και ζάρωσε εκεί πέρα η κότα.
Ήξερε ποιος είμαι, γι' αυτό το βούλωσε. Αν το χόντραινε, σου μιλάω στα ίσια, θα του πατούσα μερικά φωνήεντα και δεν θα ήξερε κατά πού να κάνει. Ρε, άμα είναι να τα κάνω τόσο σκατά, γίνομαι κι εγώ Θεός. Τι κουμάντα είναι αυτά να αφήνεις μωρά να σκοτώνονται από νάρκες, να λιώνουν από καρκίνο, να ψοφάνε από πείνα την ώρα που αλωνίζουν όχι απλά ανενόχλητα, αλλά με χειροκροτήματα και με φλας να πούμε τα μεγάλα αρπαχτικά του κόσμου; Κουμάντα είναι αυτά;
Γύρευε τι καντήλια μού κατέβασε από μέσα του ο και καλά συγγραφέας. Τέτοιοι είναι, ρε, οι χριστιανοί, δεν τους ξέρουμε; Τώρα θα τους μάθουμε; Υποκριτές μέχρι το μεδούλι. Έχω γνωρίσει κι απ' τους άλλους, εντάξει. Παράδειγμα, όταν πρωτομπήκα στα κόλπα, με είχε πάρει γραμμή η γριά μου, γιατί ήταν έξυπνη γυναίκα, Θεός σχωρέστη, κι έφερε με τρόπο στο σπίτι έναν παπά.
Άγιος ήταν αυτός. Το λέω. Αλλά και πάλι. Όχι ότι με έσωσε. Αλλά να σου πω και κάτι; Πριν πας να σώσεις τον άλλο, σώσε πρώτα τον εαυτό σου και το σπίτι σου. Όταν δέχεσαι, ας πούμε, να είναι η Εκκλησία μέσα στη μάσα, τα κονέξια με τον κάθε πολιτικάντη, φασισταριά και παιδεραστές, χέσε με κιόλας, γιατί να σου έχω μπέσα;
Για το άλλο τώρα που με ρώτησες, θα σου πω τι παίχτηκε αυτό τον καιρό. Γενικά η φάση με το ντεμέκ νοσοκομείο των φυλακών ήταν τζι τι πι. Το ‘κολαστήριο’ και τα ρέστα, τα γράφατε και εσείς οι συριζαίοι, τα θυμάσαι. Πάνω που είχε στρώσει λίγο η φάση, γαμήθηκε ο Δίας με την πανδημία.
Αλλά εντάξει, τι περίμενες; Αν μας είχαν μια φορά κλασμένους σε νορμάλ κατάσταση, σκέψου τώρα. Μη σου πω μια χαρά τους βόλεψε, να μας καθαρίσει όλους ο κορωνοϊός να ησυχάσουν. Γέρους, αρρώστους, σακάτηδες, κρατούμενους, ιστορίες. Ούτε παραγγελιά να τον είχαν. Εγώ δεν είμαι στη φάση σενάρια ότι τον σκάσανε οι Κινέζοι επίτηδες, αυτά είναι για πολύ ψεκασμένους. Αλλά τον καπιταλισμούλη μια χαρά τον βόλεψε να μας ξεπαστρέψει, να μην έχει να θρέφει τελειωμένους που δεν είναι γρανάζια στη μηχανή. Μόνο εσείς που είστε σε κυριλέ κατάσταση θα τη βγάλετε.
Μαθαίνω, ρε, τι γράφετε στα σόσιαλ, επειδή μείνατε ένα μήνα σπιτάκι σας, και ξερνάω. Είμαι μέσα είκοσι πέντε χρόνια. Καταλαβαίνεις; Δεν έχω σκοτώσει, δεν έχω βιάσει, άνθρωπο δεν έχω πειράξει. Τα έβαλα με το κεφάλαιο, ληστείες, την απαγωγή, τα ξέρεις. Θα σου πω λεπτομέρειες για το νοσοκομείο, ΟΚ, θα βγάλεις θέμα. Απλώς, άμα την ξαναδείς τη δικιά σου, πες της πως γράφω την ιστορία μου. Και ξεκινάει κάπως έτσι:
‘Αν ήξερα, όταν έμπαινα στην παρανομία, πως θα έκανα είκοσι πέντε χρόνια να ξαναδώ τη θάλασσα, μπορεί να το σκεφτόμουνα’. Η ατάκα που της άρεσε. Και πού ’σαι; Πες της να μην γράφει μαλακίες περί ‘εγκλεισμού’ στα σόσιαλ. Τα μαθαίνω εγώ, τι σε νοιάζει; Έχει έρθει στις φυλακές και ξέρει τι πά' να πει εγκλεισμός. Εσάς σε ένα μήνα θα σας αμολήσουνε. Εμείς εδώ".
Τότε κάποιος του χτύπησε την πλάτη διαμαρτυρόμενος ότι αργεί πολύ και ότι θέλει κι αυτός να χρησιμοποιήσει το καρτοτηλέφωνο. Έσπασε δυο δάχτυλα του δεξιού χεριού σε εκείνον τον καυγά κι έμεινε η αυτοβιογραφία του στη μέση.
(Για το αφιέρωμα της Αυγής στον εγκλεισμό)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου