23/5/08

μοναχικές ευχές

Η ονομαστική γιορτή του πατέρα. Είναι έξω με οικογενειακούς φίλους και την κυρά του και τα πίνουν. Αυτό το σπίτι δεν ησύχασε ποτέ. Ξέφρενες γιορτές και απόκριες και τριήμερα και έξαφνα γλέντια. Αλλά απόψε είναι έξω. Ευτυχώς. Αγαπημένη μου ησυχία.

Χτυπάει τηλέφωνο. Περασμένες εννιά. Φωνή γυναίκας περασμένα πενήντα. Σπασμένη φωνή. Τη θυμήθηκα. Είναι η "θεία" η Χαρούλα από Αθήνα. Το σύρμα με εκτινάσσει πίσω στο χρόνο.

Κοριτσάκι εγώ. Καλοκαίρι στο χωριό της μαμάς και της θείας Χαρούλας. Συνομίληκές μου σήμερα στις φωτογραφίες του τότε. Η θεία δεν είναι θεία αλλά γειτόνισσα μόνο τα καλοκαίρια που παραθερίζει κοντά στη χήρα, τη μάνα της. Τους χειμώνες είναι ξενιτεμένη. Με μωρό παιδί στα 30 της. Μαλλί μακρύ ίσιο. Γκρίζο το μισό κεφάλι. Η αυλή της πολύχρωμος παράδεισος. Δε ξέρω αν η ευτυχία είναι σα μιαν πεταλούδα κι όλα αυτά που λένε. Όμως οι πεταλούδες στην αυλή της ήταν η ευτυχία. Μου χάρισε το πρώτο μου βιβλίο: Η καλύβα του μπάρμπα-Θωμά. Το βαριόμουν πολύ να το βλέπω ώσπου το διάβασα. Το μωρό της το πρώτο μου μητρικό καμπανάκι. Όταν το αποχωρίστηκα τον Σεπτέμβρη έκλαιγα σε όλο το δρόμο από το χωριό στην πόλη. Δε χτύπησαν πολλά καμπανάκια από τότε. Το Σεπτέμβρη όμως θα γίνω μητέρα. Κι εγώ. Αλλά η λογοτεχνία με κέρδισε. Εγώ όχι.

Χτύπησε το τηλέφωνο. Είναι η θεία Χαρούλα. Φωνή σπασμένη. Ταιριάζει με την εικόνα που έχω από κείνη. Μια στο χαρτί τυπωμένη, μια στη μνήμη αποτυπωμένη. Τσακισμένη η εικόνα της. Πέρασε ένα αόρατο σφουγγάρι και στράγγιξε όλους τους χυμούς της από νωρίς. Και ένα άλλο σφουγγάρι την έσβησε σιγά - σιγά από τις μνήμες μας.

"Ευχαριστούμε πολύ! Να είσαι καλά θεία! Θα του τα μεταφέρω." με ακούω να λέω. Γιατί θεία; Δεν είμαι πια μικρή. Κι εκείνη είναι πια γειτόνισσα μόνο στην ενσυναίσθησή μου. Εκεί που γίνομαι χώμα να σκέφτομαι πως οι δικοί μου την έχουν για τα καλά ξεχάσει, κι ούτε στη γιορτή της ποτέ τη θυμούνται, και πόσο θλιβερές οι ευχές είναι των ανθρώπων που κάθε ηλεκτρόνιο γύρω τους προδίδει μοναξιά, και πως όποιο πρόβατο φεύγει από το μαντρί το τρώει η λήθη. Γι' αυτό κι εγώ σβήνομαι μόνη μου από το χάρτη. Στη γιορτή σου σε θυμάμαι αλλά δε σου τηλεφωνώ. Στο μαντρί.

5 σχόλια:

demon είπε...

Είσαι μέσα, λοιπόν, κοντά στην παρέα και την κρίση ή έξω, κοντά στον εαυτό σου και τη μοναξιά; Καλό σου Σαββατοκύριακο

Niemandsrose είπε...

H μάνα μου ήταν στο μαντρί αλλά εμένα με γέννησε απέξω. Καλό σου σαββατοκύριακο! :)

Maria Mikro Analogo είπε...

Ναι, αλλά οι έξω από το μαντρί δεν είναι αυτοί που κάνουν τη διαφορά; Κι ας μας λένε ακοινώνητους ορισμένες φορές. Σημασία έχει η θύμηση, και όχι τα μάτια του κόσμου.
Φιλιά και καλή εβδομάδα! :)

Nomad είπε...

Το να θυμάσαι αλλα να μην τηλεφωνείς, ξανασκέψου το.

Χαιρετισμους.

Niemandsrose είπε...

@vrakas kostas, αυτό το "με το καλό" που είπες μου θύμησε "έλα, αγάπη μου, έλα!/να κάνουμε εναν Έλληνα ακόμα/με το τραγούδι να ξεχνάει/τα λάθη του να συγχωράει"...

@Μαρία, "Κάτω απ' το μαξιλάρι/ είναι ενα βαθύ πηγάδι/που μέσα κατοικούν/οι ψυχές που σ' αγαπούν." Φιλάκια!!

@nomad, "να γράφεις να τηλεφωνείς/και ας μη μένει εδώ κανείς"...ξαναθυμήσου το...