Ι.
Άνοιξη του 2011. Τα κείμενα που γράφτηκαν γι' αυτήν την ξεπέρασαν σε ομορφιά. Τι ήθελε και ήρθε; Καλύτερα ο χειμώνας. Να βρέχει, να μην έχει μια αχτίδα ήλιο, να λες αυτό φταίει που δεν είμαι καλά. Σα δε ντρέπεται η άνοιξη. Έρχεται πανέμορφη, μυρωδάτη, μεγαλοπρεπής να σου επιδειχτεί. Άσε μας κυρά μου. Ούτε που ρώτησες για να' ρθεις. Παίρνω το ποδήλατο και βγαίνω στους δρόμους. Αυτή τη συμπαιγνία της φύσης ενάντια στον άνθρωπο που δε θέλει καμιά μυρωδιά από ανθισμένους κήπους να τρυπώνει στα ρουθούνια του. Κανένα πολύχρωμο παρτέρι να εισβάλλει στο οπτικό του πεδίο. Κανένα ανοιξιάτικο αεράκι να τον χαϊδεύει. Αυτή τη συμπαιγνία γιατί κανείς δε την καταγγέλλει;
ΙΙ.
"Αυτή η άνοιξη καθόλου δε μ' αγγίζει"... τραγουδούσε ένας που μετά έγινε καρικατούρα. Ένας που μας αρέσει να τον κοροϊδεύουμε και να λέμε, για κοίτα πόσο ξεφτίλα έγινε. Αυτό είναι το χόμπι μας. Να λέμε για κοίτα τον πώς κατάντησε. Τον άκουγε βλέπεις ο κουκουές θείος μας από τα μεγάφωνα σε κάθε διαδήλωση. "Τα αγροτικά". Και εμείς είμαστε άλλου τύπου αριστεροί. Δε μας αρέσουν τα μεγάφωνα. Είναι πολύ εκκωφαντικά. Θέλουμε ήπιους τόνους. Τα πλακάτ. Είναι πολύ ξεπερασμένη και η κόκκινη και η μαύρη μπογιά. Εμείς βλέπουμε αποχρώσεις. Τα συνθήματα. Είναι ανυπόφορο να ενώνεις τη φωνή σου στην ίδια φράση με χιλιάδες άλλους. Εμείς θέλουμε να λέμε ο καθένας τη δική του φράση. Οι αφίσες. Είναι σπατάλη χαρτιού. Κι εμείς αγαπάμε τα δέντρα. Και εμάς ποιος μπορεί να μας κατηγορήσει που δεν θελήσαμε να γίνουμε ίδιοι με τους γέρους μας;
ΙΙΙ.
Και θα πιάσουμε ένα-ένα όσες δημόσιες περσόνες συμβολίζουν τους γέρους μας και θα τους κανιβαλίσουμε. Persona non grata. Πώς τον λένε; Στέφανο Ληναίο ξέρω'γω; Ποιος; Αυτός που κατέβηκε με το ΠΑΣΟΚ στις εκλογές; Μίκη Θεοδωράκη; Ποιος; Αυτός που έγινε υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου με τη ΝΔ; Διονύση Σαββόπουλο; Ποιος; Αυτός που έβγαζε την Καλομοίρα από τις τούρτες και τόλμησε και είπε για τους μετανάστες σα φασίστας; Μελίνα Μερκούρη; Ποια; Αυτή που κατέβαινε με το ΠΑΣΟΚ; Κι έχουμε άδικο; Γιατί δεν αποκαθηλώσαμε το Βασίλη Διαμαντόπουλο; Γιατί όταν το '95 ήμαστε 18χρονα και το ΠΑΣΟΚ έκανε μαζικές συλλήψεις στα τότε γεγονότα του Πολυτεχνείου, εκείνος βγήκε στη τιβί να πει για το πανί του ράφτη, την ελληνική σημαία που έκαιγε τότε ένας σχεδόν συνομίληκός μας. Και του ασκήθηκε δίωξη για εγκωμιασμό αξιόποινων πράξεων.
ΙV.
Είμαστε μια γενιά μαμόθρεφτη. Γι' αυτό ο Κυνόδοντας θα είναι ταινία ορόσημο. Θα ακούμε μέχρι τα βαθιά γεράματα τη μάνα μας να μας λέει "στα' λεγα εγώ" και "πρόσεχε!". Θα ακούμε μέχρι τα βαθιά γεράματα την εκκωφαντική σιωπή και τα απεστραμμένα βλέμματα του πατέρα μας. Γι' αυτό ό,τι τους συμβολίζει θα γίνει κουρέλι. Θα το ξεσκίσουμε με τα ίδια μας τα χέρια. Αλλά η διαδικασία του απογαλακτισμού, που έχει φτάσει ως τα 30 και 40 μας, πού θα καταλήξει; Έχει παρατραβήξει αυτό το αστείο. Θα μας θυμούνται τα παιδιά μας σαν σε μια διαρκή υπόκωφη εφηβεία, σε μια διαρκή μανία ενηλικίωσης, χωρίς αποτέλεσμα.
V.
Είμαστε το παιδί του διευθυντή και του προϊστάμενου. Είμαστε όλοι ένας καθαρόαιμος οργανισμός. Αν είχαμε ανάμεσά μας τά παιδιά του εργάτη και του αγρότη θα ήταν παράταιρο. Μα τι λέω; Υπάρχουν εργάτες και αγρότες σήμερα; Σε λίγο θα μας περιγράψεις και φολκλορικά σκηνικά σαν αυτά που έδειχνε στην "εαρινή σύναξη των αγροφυλάκων". Οι σταφίδες είναι τούρκικες, τα αχλάδια ιταλικά και τα πορτοκάλια ισπανικά. Εδώ παράγουμε μόνο δάνεια.
VI.
Η αισθητική μας θα είναι ομοιόμορφη. Άκου να σου πω. Δε θα μου χαλάς τη μέρα με τη γκρίνια σου. Αν έχεις νεύρα, μέτρα προβατάκια, πάρε βαθιές ανάσες, κάνε σεξ. Δε θα μου λες όμως πράγματα που να με δυσαρεστούν. Θα μας αρέσουν τα ίδια ρούχα, τα ίδια μπιχλιμπίδια, τα ίδια αστεία, η ίδια εκφορά λόγου, τα ίδια κουρέματα, τα ίδια τραγούδια, οι ίδιες ταινίες, τα ίδια iPhone apps, τα ίδια καφέ, οι ίδιοι δρόμοι, τα ίδια avatar. Θα σκέφτεσαι όπως σκέφτομαι και θα σκέφτομαι όπως σκέφτεσαι. Κανείς δε θα ξεφύγει από τη μεγάλη του γένους σχολή. Μια μέρα θα φορέσουμε όλοι μαζί μαύρα ρούχα και θα σταθούμε άλαλοι έξω απ΄την κλειστή Βουλή. Κάποιοι θα ρίχνουν φάσκελα. Αυτό είναι εντός του καταστατικού. Θα γεράσουμε μαζί. Το ακούς; Διάβασε το καταστατικό. Είναι γραμμένο παντού. Με σύμβολα.
VII.
Δε γράφουμε για να κάνουμε φίλους, αλλά για να χάσουμε κι αυτούς που έχουμε. Κάπως έτσι δε το είχε πει ο ποιητής που μετά εμείς βέβαια κανιβαλίσαμε; Μα δεν καταλαβαίνω την ειρωνεία σου σήμερα. Έχουμε μαλώσει με κάθε τι το ελληνικό. Πού είναι το κακό; Τα μισά θυμίζουν την -ευρύτερη- οικογενειακή μέγγενη και το ευνουχιστικό σχολείο, και τα υπόλοιπα τους χρυσαυγίτες. Εμείς μπορεί να έχουμε κάνει δυο ταξίδια στο εξωτερικό, ή και κανένα, αλλά όμως είμαστε πιο ευρωπαίοι από τους ευρωπαίους. Για δες γύρω σου. Είναι δυνατόν να βάζεις στίχους του Ρίτσου στην κουβέντα; Πού ζεις;
VIII.
Δε ζεις. Δε μυρίζεις. Οι οθόνες δεν αναδύουν ούτε μισή φερομόνη. Πώς να σε ερωτευτώ; Δε ζεις. Δε σκέφτεσαι. Το "ανήκειν" σου κλαδεύει τα πιο δροσερά κλαδιά της σκέψης σου. Πώς να αφομοιωθώ; Δε ζεις. Δε θα εξελιχθείς. Θα μείνεις προσκολλημένος σε έναν απογαλακτισμό, που μάλιστα δε θα ολοκληρώσεις ποτέ, ως το τέλος της ζωής σου. Δε θα αφήσεις τίποτα πίσω σου. Θα ψάχνει το παιδί ένα έρεισμα για να σε θαυμάσει, μια λαβή να εξοργιστεί και δε θα βρίσκει τίποτα.
IV.
Πάμε στις πλατείες. Πάμε να καθήσουμε χωρίς συνθήματα, χωρίς μεγάφωνα, χωρίς αφίσες, χωρίς πλακάτ, χωρίς ινστρούχτορες, χωρίς κομματικές γραμμές, χωρίς μπογιές. Πάμε χωρίς το τραγούδι που λέει
η πλατεία είναι γεμάτη. Το είχε γράψει ο φασίστας. Ούτε που το ξέρεις; Πάμε να καθήσουμε όλοι μαζί και να κοιτάμε. Αν θες μπορούμε και να κοιταζόμαστε. Είναι εξτρημ, το ξέρω. Δε θέλω να σε πιέσω. Πάμε να κουβεντιάσουμε ήσυχα και απλά. Χωρίς τον ξύλινο λόγο τους. Χωρίς την κομματική πειθαρχία. Χωρίς καμιά μαρξιστική ή άλλη θεωρία. Να βγούμε έξω.
V.
Πάμε. Μόνο να περάσει η άνοιξη. Μη λες ΠΑΜΕ. Είναι πασσέ. Πάμε. Να φέρω και τηλεόραση μαζί; Για να έχεις κάτι να γράφεις μωρέ στο twitter. Να φέρω;
VI
Φέρε ό,τι θες μόνο άφησε την ειρωνεία σπίτι σου. Να φέρω διλήμματα; Όχι, θα τα φέρω εγώ. Ώστε έχουμε δυο επιλογές. Να καθήσουμε στα σπίτια μας ή να βγούμε στις πλατείες. Να μείνουμε κλεισμένοι στα τέσσερα ντουβάρια μιμούμενοι τους μικροαστούς γονείς μας που ο αντίλαλος του κάθε βλέμματός τους θα μας συνοδεύει ως το τέλος.
VII.
Να φέρω αντιρρήσεις; Φέρε. Τα διλήμματα, από οποιονδήποτε και αν τίθενται, είναι εξαιρετικά αντιπαθητικά. By default. Είτε άκουσες παλιότερα το Τζώρτζ Μπους Jr να απευθύνει στον πλανήτη το δίλημμα "
όποιος δεν είναι με το μέρος μας είναι εχθρός μας" σε μια προσπάθεια να εντείνει την τρομοϋστερία. Είτε άκουσες έπειτα φαιδρότητες τύπου "
Καραμανλής ή χάος". Είτε τώρα ακούω εσένα. Θα τα φέρεις τελικά; Θα τα φέρω.
VIII.
Ναι. Τι ναι; Θέλεις κάπου να καταλήξεις; Όχι. Ανήκω βλέπεις στη γενιά μου. Δε θέλω να καταλήξω πουθενά. Μα πώς μπορείς να μιλας για γενιά; Είμαστε ο καθένας μόνος του. Με αυστηρά ίδια αισθητική ωστόσο. Die Wielle. Με έναν αρχηγό φάντασμα. Θα το ποστάρεις αυτό; Ναι. Πιστεύεις θα καταλάβει κανείς αυτό το παραλήρημα; Ναι. Το ξέρεις πως θα εκτεθείς; Ναι. Πώς θα δυσαρεστήσεις κάποιους; Ναι. Πώς θα σε ειρωνευτούν; Ναι. Πώς θα χάσεις; Ναι. Πως έχει καταργηθεί το α' πληθυντικό το ξέρεις; Ναι. Πως μας νοιάζει η μορφή περισσότερο από το περιεχόμενο, το γνωρίζεις; Ναι. Και θα πατήσεις publish post; Ναι. Μα γιατί; Ναι είπαμε. Όλα ναι.