28/10/13

Οι ανεπέτειοι

Θα πάμε στην παρέλαση, μαμά;

Να πάμε. Εδώ διάλεξα να σε γεννήσω, εδώ να σε μεγαλώσω. Είχες την ευκαιρία να ζήσεις στο Λονδίνο και στη στέρησα. Ας πάμε λοιπόν και στην παρέλαση. Να γυρίσουμε στην Ελλάδα, να γυρίσουμε στην Ελλάδα. Λες και δεν ένιωθα μια ζωή ξένη σ’ αυτόν τον τόπο, λες και δεν έχω πλήρη ανηδονία σε καθετί το πατριωτικό, λες και δε νιώθω αποστροφή για τα εθνικά σύμβολα, λες και μπορώ να καταλάβω την Ιστορία με στρατιωτικό βήμα, λάβαρα και ταμπούρλα, λες και η Ιστορία δεν ήταν παρά η Ηλέκτρα Αποστόλου, η Λέλα Καραγιάννη, κι ο Μιχάλης.

"Είπαμε πολλά κείνη τη νύχτα, κατάφερε ο Μιχάλης και μας έκανε να ξεχάσουμε πως το πρωί θα τον ρίχνανε. Ήταν ατόφιος άνθρωπος, ζεστός, ίσως και να' ταν τυχερός που σκοτώθηκε τότε, τι να πω... Τα ξημερώματα, λίγο πριν έρθουν να τον πάρουν το ρίξαμε στο τραγούδι. Μπα, ούτε επαναστατικά, ουτε αντάρτικα. Είπαμε ένα τραγούδι του Τσιτσάνη, νομίζω, κείνο που λέειΜπορεί να τό 'χουν πλανέψειακρογιαλιές, δειλινάμα σκλαβωμένη για πάντα κρατούνε τη δόλια καρδιά...Έτσι πέθανε ο Μιχάλης. Λες κι ήξερε ο Χάρος και διάλεγε τους καλύτερους." 

(Χρόνης Μίσσιος, Καλά εσύ σκοτώθηκες νωρίς)

Να πάμε, μωρό μου στην παρέλαση. Στη δεκαετία του ’90, ένας αλβανός μαθητής, ο καλύτερος του σχολείου -ξέρεις, σαν τα παλιά χρόνια, που γινόταν ακόμα το θαύμα να ξεπηδήσει μέσα από τις φτωχογειτονιές ένα υπέρλαμπρο πνεύμα, τότε που ακόμα ο ταχυδρόμος μπορούσε να αναθρέφει έναν Πιέρ Μπουρντιέ- έμελλε να είναι αυτοδίκαια ο σημαιοφόρος στην παρέλαση. Οι μισοί είχανε ρίξει τα μυαλά τους στο μπλέντερ της ιδιωτικής τηλεόρασης και χασκογελούσαν με τον Χριστόδουλο σα να ήταν ο Χαλακατεβάκης στους Απαράδεκτους. Τα χρυσά μου. Κι οι άλλοι μισοί, κλωσσούσαν τον σωβινισμό και την ορθοδοξία. Ανάλαβε ο Τριανταφυλλόπουλος, ναι, αυτή η λέρα, για την οποία πια σήμερα δεν χωράει αμφιβολία, ακόμα τότε τον θεωρούσαν μάχιμο δημοσιογράφο. Ανάλαβε να βαφτίσει τον γιο των μεταναστών. Οδυσσέα τον είπαν. Και χριστιανός και με κλείσιμο ματιού στην προγονολατρεία. Γιατί ο Οδυσσέας ήταν ομηρικό έπος, δεν ήταν ποίηση. Μια βινιέτα της τότε επικαιρότητας που συνοψίζει όλη τη σκατίλα της εποχής.

Να πάμε, αγαπούλα μου στην παρέλαση. Αλλά δώστε μας μια υπόσχεση, εσείς που τώρα μας κοιτάτε από χαμηλά. Δεν πολεμήσαμε, δεν σκοτωθήκαμε, δεν προβάλλαμε και αντίσταση με άλφα κεφαλαίο. Δεν πεινάσαμε, δεν πιάσαμε ψείρες, δεν πάθαμε γάγγρανα στα κάτω άκρα. Στο Γράμμο, θυμάσαι, ανεβήκαμε για εκδρομή μονάχα. Κι είχες κάνει εμετό απ' τις πολλές στροφές. Κι εγώ παθαίνω ίλιγγο με την Ιστορία. Και μένα μου φέρνουν αναγούλα όσοι μιλούν για εμφύλιο και κατοχή σήμερα. 

Αλλά να γράψετε και για μας ενα ποίημα. Κι ας μην υπάρχει στο ημερολόγια μία αργία για να το απαγγείλετε. Κάπου ανάμεσα στη λήθη, εμείς οι αγιόρταστοι. Λες και δε δώσαμε καμιά μάχη, λες και δε στερηθήκαμε τίποτα. Ανεπέτειοι. 


22/10/13

Η βία είναι στο δίλημμα (Popaganda.gr)

Ο Ανδρέας Ράπτης από το Popaganda ξεκίνησε μία συζήτηση για την βία, θέτοντας το ερώτημα:
"H βία είναι συστατικό κομμάτι κάθε κοινωνίας; Υπάρχει καλή εκδοχή της βίας; Κι αν ναι, πώς θα την ορίζατε;"
Στο πρώτο μέρος απαντούν οι: ελληνάκι, Άκης Γαβριηλίδης, Niemands Rose, OldBoy, Ρογήρος και το Βυτίο. Ακολουθεί η απάντησή μου.

Όχι στη βία της μανιχαϊκής διάκρισης των πραγμάτων, όχι στη βία του άσπρο-μαύρο, όχι στη βία της απόλυτης διάκρισης καλό και κακό. Ανάμεσα στα διλήμματα χάσκει ένας γκρεμός που περιμένει να καταβαραθρωθείς εντός του στο πρώτο ναι μεν, αλλά, στην πρώτη ελάχιστη απόκλιση από την κόκκινη γραμμή.
Καταδικάζεις τη βία απ΄όπου κι αν προέρχεται, ουρλιάζει ο δημόσιος κατήγορος ακόμα κι όταν μιλάει τα χαμηλόφωνα αστικά κομιλφό. Ναι ή όχι. Δεν έχεις περιθώριο. Το πιστόλι είναι ήδη στον κρόταφο. «Όποιος δεν είναι με το μέρος μας, είναι εχθρός μας», είχε πει ο πλανητάρχης τζούνιορ κάνοντας το μήνυμα εξαιρετικά σαφές και εύληπτο για το πόπολο, εγκαινιάζοντας ταυτόχρονα μια μακρά περίοδο τρομολαγνείας που εκτείνεται μέχρι σήμερα και το αποτύπωμά της το βλέπεις παντού. Στον ασφυκτικό κλοιό της πανοπτικής επιτήρησης, στον τζίρο της βιομηχανίας της ασφάλειας, στα εκβιαστικά διλήμματα. Το να ξεπαστρεύεις τον μισό αραβικό κόσμο, να σφάζεις αμάχους, να ξεκληρίζεις οικογένειες, να βιάζεις γυναικόπαιδα, να κάνεις βασανιστήρια σε κρατουμένους είναι αίφνης το ίδιο καταδικαστέο με το σύνθημα «φονιάδες των λαών, Aμερικάνοι» που θέλει να περάσει στο παρωχημένο, να γίνει βίνταζ, και δεν το αφήνουν με τις αλλεπάλληλες επικαιροποιήσεις.
Έχεις ξοδέψει όλη σου τη ζωή να χτίσεις καριέρα ως πολιτικός συντάκτης, είσαι πια ένας ιρακινός μεσήλικας, είσαι αυτός που θα στείλει το μμε που δουλεύεις να καλύψεις την πρες κόνφερανς του πλανητάρχη. Και μαλάκα, δε ξέρω πώς σου έρχεται, σου ανεβαίνει το αίμα στο κεφάλι, όλη η αηδία που στούμπωνες μέσα σου γι’ αυτή τη μαϊμού που δίνει εντολές αίματος, ανάλαφρα κι εύθυμα σαν σε μπάρμπεκιου σε κότατζ, ψάχνει διέξοδο ενώ τον έχεις μπροστά σου, στην πόση σωρευμένη βία που έχεις υποστεί κοχλάζει το μέσα σου δε μας τα έχει απαντήσει η επιστήμη, και βγάζεις τα παπούτσια σου και του τα πετάς να τον βρούνε κατακέφαλα. Αλλά αστοχείς. Τι κρίμα. Ένα καρουμπαλάκι για τα ποτάμια αίματος που έχει χύσει θα ήταν η ελάχιστη δικαιοσύνη. Ήταν το παπούτσι του εξαθλιωμένου που έτρωγε ο Τσάρλι Τσάπλιν στον Χρυσοθήρα. Τα φτερωτά μποτίνια του Ερμή που μεταφέρουν το μήνυμα στο κεφάλι του κεφαλαίου. Δεν ήταν βία, ήταν ποίηση.

18/10/13

"Αρκετά, ρε μαλάκες, αρκετά"

Ο κομιστής της οικουμενικής αλήθειας, ο αντικειμενικός κριτής των γεγονότων, ο αμερόληπτος σχολιαστής της επικαιρότητας, ο ανεξάρτητος αρθρογράφος, συμμετείχε προχτές ως ομιλητής σε πάνελ με τίτλο «ΦΤΑΝΕΙ ΠΙΑ».

Θα τον έλεγα όνειδος της δημοσιογραφίας, αν μου είχε απομείνει μια στάλα υπόληψη για τον κλάδο. Αλλά στη δημοσιογραφία των πωλητών, τη δημοσιογραφία που χρηματοδοτείται από ναζήδες μαφιόζους ενώ μάλιστα εμπορεύεται στα πρωτοσέλιδα της το σώμα του αντιφασίστα που ψυχορραγεί στο δρόμο, το σώμα του Παύλου Φύσσα που δολοφόνησαν οι ίδιοι οι δικοί τους, είναι στολίδι της καθεστωτικής προπαγάνδας. Είναι το asset -έτσι σε λένε εκεί που έπιασε βαθιά ρίζα ο καπιταλισμός, απόκτημα δηλαδή, επένδυση- του κάθε εφοπλιστή που βουλιάζει την ενημέρωση για να πάρει αποζημίωση καινούργιες διαπλοκές.

Κι ο Πάσχος είναι ο μούτσος στον σκυλοπνίχτη, ο μούτσος που σιχαίνεται το ναυτεργάτη που συνδικαλίζεται, σιχαίνεται τον κάθε Αντώνη Αμπατιέλο, που μπήκε στη φυλακή ως πολιτικός κρατούμενος 29 χρονών και βγήκε 46. Σιχαίνεται τη σιχασιά που Αμπατιέλου που περιγράφει ο Μαραγκόπουλος σε μια σκηνή στο Χαστουκόδεντρο, όπου αυτή η μυθική μορφή της Αριστεράς βρίσκεται κατά τύχη στο ίδιο μπαρ με τον Ωνάση και τους όμοιούς του και παρατηρεί τη χυδαιότητα του μεγάλου κεφαλαίου σε κάθε τους κίνηση.

ΦΤΑΝΕΙ ΠΙΑ. Όπως το βλέπεις και το βλέπω, όλα κεφαλαία. Όπως το ακούς και το ακούω, από το στόμα του αγανακτισμένου κατοίκου Αγίου Παντελεήμονα, που λίγο καιρό μετά θα συμμετέχει σε ναζιστικό ψηφοδέλτιο, αρκετό καιρό μετά θα συλλαμβάνεται για σωρεία αδικημάτων και πολύ καιρό μετά, σου προβλέπω, πως θα αθωώνεται πανηγυρικά ελλείψει μαρτύρων.



Συμμετέχει σε ένα πάνελ που διοργανώνει η Νέα Δημοκρατία και από το οποίο έχει αποκλειστεί οποιοσδήποτε εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ, Οικολόγων κλπ. Εννοείται. Είναι προσκεκλημένος και ο Νίκος Δένδιας. Παρέχουν ιδεολογικό οπλοστάσιο και μιλάνε την ίδια γλώσσα με τους αγανακτισμένους κατοίκους των παραθύρων στο σκότος.

Μίλησαν για τη βία, τη βία του να ρίξεις μια πλαστική κορίνα σε έναν πάνοπλο αστυνομικό, τη βία της άσεμνης (sic) χειρονομίας εναντίον κάποιου που σε ψεκάζει χημικά, τη βία του φλεγόμενου κάδου σκουπιδιών που σε προστατεύει από τα δακρυγόνα, τη βία του καφέ και του γιαουρτιού, τη βία του γιουχαϊσματος, τη βία της πέτρας στη τζαμαρία του τοκογλύφου,

αλλά 


δεν μίλησαν για το τσεκούρι του Βορίδη, για τους Κενταύρους και τους Ρέιντζερς της ΟΝΝΕΔ, για τον Καλαμπόκα και τη δολοφονία Τεμπονέρα, για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Αμυγδαλέζα, για τον Αλέξη Γρηγορόπουλο, για τα βασανιστήρια στο Βελβεντό και στη ΓΑΔΑ, για την υπόθεση «ζαρντινιέρα», για τον Νικόλα Σακελλίων. Δε μίλησαν για τον Δημήτρη Κουσουρή. Η λίστα είναι ανεξάντλητη.

Γιατί όλα αυτά, τα λέμε εμείς, τα ψευδώνυμα τρολ. Δεν τα λέει η Διεθνής Αμνηστία, τα διεθνή παρατητηρήρια για τα ανθρώπινα δικαιώματα, δεν τα λένε τα διεθνή ΜΜΕ. #not


Απέναντι στο υστερικό ΦΤΑΝΕΙ ΠΙΑ των δήθεν πασιφιστών που φαντασιώνονται τα κεφάλια των αντιπάλων τους σπασμένα με λοστάρια, τα πλευρά τους τρυπημένα με σουγιάδες, τα σώματά τους κακοποιημένα σε νέες ταράτσες της οδού Μπουμπουλίνας, εμείς λέμε "Αρκετά ρε μαλάκες, με την κονόμα και τις μαλακίες σας, αρκετά."





16/10/13

Είναι ένας που δεν μιλάει

Στον Κ.Κ.Μ.

Είναι ένας που δεν μιλάει. Λέει λίγα λόγια. Όπως ένας πατέρας στο σπίτι που δεν περισσεύει το φαγητό. Που έτρωγε πάντα μικρότερη μερίδα από όση του σέρβιρε η κυρά του. Ώσπου στο τέλος, έπαψε να τρώει και μόνο κάπνιζε. Μόνο κάπνιζε. 
Έκανε νόημα στην κόρη του να του δώσει ένα τσιγαράκι. Να βγάλει αυτό τον πλαστικό διάολο που τον τάιζαν από τη μύτη και να καταπιεί μια τζούρα απ’ αυτήν που του έφαγε τα σωθικά. Όχι, δεν κάνει του απαντούσε αυστηροτρυφερά, στους αντεστραμμένους ρόλους, αυτός το απροστάτευτο βρέφος, εκείνη η παντοδύναμη μάνα. 
Ήταν ένας που δε μιλούσε πολύ. Έλεγε λίγα λόγια. Του άρεσαν τα μεγάλα δέντρα, η ομίχλη, οι λιτές ασπρόμαυρες φωτογραφίες, τα αστεία που δεν σκάνε σε ηχηρά χυδαία γέλια, οι μικρές γουλιές, οι μεγάλες σιωπές, η βαθιά ησυχία, τα τριζόνια κι αυτό το σούρσιμο που κάνουν τη νύχτα τα μελτέμια στα πεύκα του καλοκαιριού. 
Μια μέρα τον περικυκλώσαμε και τον ρωτούσαμε εκείνο και το άλλο. Χαμογελούσε σα παιδί, πέντε, μπορεί και έξι δεκαετίες μετά, ακόμα η ίδια έκφραση. Και δε μιλούσε. Του φλυαρούσαμε τα αυτιά και όταν μας είδε ξετρελαμένα τόσο, κάτι αυλάκια κύλησαν από τα μάτια του, γέμισαν οι ρυτίδες νερό και πέσαμε μέσα και κάναμε νεροτσουλήθρα. 
Δε σταματούσαμε ποτέ, ποτέ δε σωπαίναμε.
Κάποτε τράβηξε αυτόν τον πλαστικό διάολο που περνάει από τη μύτη τον ορό, και σε ποτίζει κάλλια και νάτρια, τράβηξε και τα λευκοπλάστ, ένας μικρός πήδακας αίμα κύλησε στα σεντόνια, λύθηκε κι η πλαστική πεταλούδα και πέταξε.
Ήταν ένας που δεν μιλούσε. Έλεγε λίγα λόγια. Τώρα δε λέει πια τίποτα αλλά τώρα είναι που τα είπε όλα. 

14/10/13

Είμαι κεντροαριστερός

Είμαι κεντροαριστερός: δεν συνδικαλίζομαι, δεν απεργώ, δεν διαδηλώνω, δεν διαμαρτύρομαι. Περιμένω τα πράγματα να αλλάξουν από μόνα τους.

Είμαι κεντροαριστερός: αποστρέφομαι τον Μαρξ, την κομμουνιστική φρασεολογία και τα σύμβολά της. Οι όροι πάλη των τάξεων, πλουτοκρατία και ιμπεριαλισμός μου προκαλούν αηδία. Απο τον όρο κεντροαριστερά αποστρέφομαι το δεύτερο συνθετικό, την αριστερά. Είμαι κεντρώος αλλά βάζω και την αριστερά από δίπλα γιατί είναι trendy και προσπαθώ να αποσπάσω καμία ψήφο από τον ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΚΕ και τον ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

Είμαι κεντροαριστερός: καταδικάζω τη βία από όπου κι αν προέρχεται, εξισώνω τη ρίψη πλαστικής κορίνας σε πάνοπλο μπάτσο που ψεκάζει χημικά με τα ρατσιστικά πογκρόμ και τα μαχαιρώματα των ναζήδων. Θέλω την ησυχία μου. Η ασφάλεια είναι το ύψιστο αγαθό της ζωούλας μου.

Είμαι κεντροαριστερός: δεν πιστεύω στην κοινωνική δικαιοσύνη και δεν μάχομαι γι΄αυτή. Δέχομαι τις ταξικές ανισότητες ως status quo. Δε θα αλλάξω εγώ τον κόσμο. Αυτός ο κόσμος δε θα αλλάξει ποτέ.

Είμαι κεντροαριστερός: είμαι φουλ πατριώτης αλλά εκχωρώ την εθνική κυριαρχία της χώρας για πλάκα.

Είμαι κεντροαριστερός: Δεν έχω κρίση. Δέχομαι τη λογική του μονοδρόμου των μνημονίων, είμαι ευκολόπιστος, καταπίνω αμάσητη την κρατική προπαγάνδα, δεν αμφισβητώ τα ΜΜΕ, δεν πιστεύω στο δόγμα του σοκ, σιχαίνομαι τη συνομωσιολογία.

Είμαι κεντροαριστερός: Είμαι ο φιλήσυχος πολίτης που περιγράφει ο Μάρτιν Νίμελερ στο «πρώτα ήρθαν», είμαι το ανθρωπάκι που περιγράφει ο Βόλφ Μπίρμαν στο «αυτούς τους έχω βαρεθεί», πάνω στις υποτακτικές πλατούλες μου στήνεται το παιχνίδι, είμαι η μετακινούμενη μάζα που συντηρούσε τον δικομματισμό, είμαι ο νοικοκύρης με τα φασιστικά αντακλαστικά, είμαι ο αντιδραστικός ψηφοφόρος που δεν θέλει να αλλάξει τίποτα.


(Κουτί της Πανδώρας
(TVXS)
(Left.gr)

7/10/13

Τριήμερο Φεστιβάλ για τον Δημόσιο Λόγο: ανοιχτή συζήτηση & ζωντανή μουσική


η Bibliotheque και το Clipart Radio παρουσιάζουν

ένα τριήμερο Φεστιβάλ
ανοιχτής συζήτησης,
και
ζωντανής μουσικής

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 11 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ
---------------------------------
«Αριστερά και δημόσιος λόγος»
Συντονιστής : Αυγουστίνος Ζενάκος
+ Ευγενία Λουπάκη
+ Γιάννης Ανδρουλιδάκης
+ Ντίνα Δασκαλοπούλου
+ Αδάμ Γιαννίκος
+ Κώστας Κουτσουρέλης
+ Ματθαίος Τσιμιτάκης

Ζωντανή Μουσική από τους:
ΤSIRI BAND DUET
+
Θάνος Ανεστόπουλος
(ΔΙΑΦΑΝΑ ΚΡΙΝΑ)
& Νίκος Γουσέφ

ΣΑΒΒΑΤΟ 12 ΟΚΤΩΒΡΗ
---------------------------
«Κοινωνικά μέσα δικτύωσης και δημόσιος λόγος»
Συντονίστρια: Niemands Rose
+ OldBoy
+ Βαγγέλης Ραπτόπουλος
+ Πάνος Θεοδωρίδης
+ Sraosha
+ Γαλαξιάρχης
+ Μιχάλης Παναγιωτάκης
+ Νίκος Ξυδάκης

Ζωντανή Μουσική από τους:
GROUP PARODY
+
ο δεξιοτέχνης του κλαρίνου
ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΓΚΑΣ

ΚΥΡΙΑΚΗ 13 ΟΚΤΩΒΡΗ
---------------------------
«Διανόηση και δημόσιος λόγος»
Συντονιστής: Βαγγέλης Ραπτόπουλος
+ Άρης Μαραγκόπουλος
+ Θωμάς Τσαλαπάτης
+ Δημήτρης Πουλικάκος
+ Βάσος Γεώργας
+ Κυριάκος Αθανασίου
+ Νάνος Βαλαωρίτης

Ζωντανή Μουσική από τους:
LEGO
+
MELENTINI
+
special guest
MONSIEUR MINIMAL
σε ένα ξεχωριστό
live session


Είσοδος ΔΩΡΕΑΝ

Ώρα Έναρξης 8.30 μμ





6/10/13

διγλωσσία

Την πρώτη φορά που άκουσα τον Παούλ Τσελάν να απαγγέλει την φούγκα του θανάτου ένιωσα να κατανοώ κάθε λέξη, κάθε φράση, κάθε παύση, κάθε συλλαβή. 



Εγώ, που από γερμανικά ξέρω μόνο το ψευδώνυμό μου και το άουσγκανγκ, κι εκείνο για να βρίσκω την έξοδο στο μετρό του Βερολίνου. 

Αρκετά χρόνια αργότερα, ανακουφίστηκα όταν διάβασα στη βιογραφία του ποιητή "Όταν οι Γερμανοί, αλλά και μη γερμανόφωνοι, ακούν την ηχογραφημένη σε δίσκο φωνή του Τσελάν, αισθάνονται να παγιδεύονται από την γοητεία των στίχων." (σ.55) αλλά και παρακάτω "[...] άκουσα εκατοντάδες φορές τον Τσελάν να απαγγέλει το ποίημα και πάντοτε διέκρινα στα πρόσωπα των ανθρώπων που δεν γνωρίζουν γερμανικά την έκφραση της σιωπηρής ταύτισης [...]" (σελ. 62, John Felstiner "Paul Celan: ποιητής, επιζών, εβραίος", εκδ. Νεφέλη).


Ο τούρκος ποιητής και συγγραφέας Χαλίτ Φακρί κατά την περιοδεία της Ελένης Παπαδάκη στην Ισταμπούλ το 1931, είχε πει: «Αν και δε γνωρίζω λέξη ελληνική, ούτε και είχα διαβάσει το έργο στο πρωτότυπο, οι κινήσεις, η μιμική και οι στάσεις της καλλιτέχνιδος αυτής, με τη φλογερή ψυχή, έρχονταν έως εμέ σαν λόγια.» 

Κι όταν περιδιαβαίναμε τα πλακόστρωτα στενά δρομάκια της Λισαβόνας, κι έχοντας λίγο πιει τα χύμα, τα βυσσινιά κρασιά τους, κι έχοντας λίγο καπνίσει τα καρέλια στην άλλη άκρη της Μεσογείου, και κουβαλώντας λίγο αυτό το υπαρξιακό που κόβεις μαζί με κάθε εισιτήριο για ξένους τόπους, χωρίς να γνωρίζω μια λέξη πορτογαλικά, βλέποντας τις τραγουδίστριες των fado, με το χέρι στη μέση, τα μαύρα μαλλιά, τις χτένες, τις αυστηρές αλλά πληθωρικές μορφές τους, δε μπορούσα παρά να συναισθάνομαι τα σπαραχτικά τους ακαπέλα, αφού μια φορά να έχεις ερωτευτεί βαθιά, καταλαβαίνεις το "του έρωτα μέγα κακό", που έγραφε ο Γιώργος Χειμωνάς, σε κάθε γλώσσα.

Το ίδιο συναίσθημα ξανά και ξανά. Να πέφτει μέσα σου σαν πόσιμο, δροσερό νεράκι η ξένη γλώσσα. Να χύνεται με έναν τρόπο φυσικό μέσα σου, ρίχνοντας τα σποράκια της, να μη σε βρίσκει χέρσο χωράφι η άγνοια για κείνη, να σε βρίσκει από πάντα έτοιμο να τη δεχτείς, να καρποφορεί μέσα σου.

Και κάποτε η μητρική σου γλώσσα, μοιάζει ακατάληπτη, άγνωστη, ακατανόητη κι απεχθής. Δεν την αναγνωρίζεις, δεν την έχεις ξανακούσει ποτέ. Είναι μια φριχτή γλώσσα, διχαλωτή σαν του φιδιού, σφυρίζει πάνω από τα κεφάλια μας σαν έχιδνα, δεν καταλαβαίνω τίποτα, στάζει το δηλητήριό της σε κάθε φράση, κλείνω τα αυτιά μου και την ακούω στους εφιάλτες μου, δε θέλω τίποτα άλλο από το να σωπάσει. 




4/10/13

culture clash

Σκόρπιες σκέψεις με αφορμή την πρώτη μέρα εκπομπής της Ελληνικής Δημόσιας Ραδιοφωνίας χτες. Γίνεται πια πολύ προφανές ότι η ΕΡΤ δεν έκλεισε για να εφαρμοστεί μία πολιτική "εξυγίανσης", όπως αποπροσανατολιστικά με την τακτική του ευφημισμού ανήγγειλαν οι διάφοροι κυβερνητικοί φορείς. Η άρση των κραυγαλέων μισθολογικών ανισοτήτων –και άρα η ανορθολογική χρήση κονδυλίων- δεν ήταν ποτέ το ζητούμενο καμίας Δεξιάς κυβέρνησης. Η ΕΡΤ έκλεισε γιατί μαίνεται ένας πολιτισμικός πόλεμος, γιατί οι συνειδήσεις που διαμορφώθηκαν με την κουλτούρα της μεταπολίτευσης, κύριος φορέας της οποίας υπήρξε η ΕΡΑ αλλά η κρατική τηλεόραση, έπρεπε να...αναμορφωθούν. 

Το «Χάππυ Νταίη» του Παντελή Βούλγαρη εκτυλίσσεται σε ένα ξερονήσι, όπου διεξάγεται μια κατ’ επίφαση εορταστική εκδήλωση. Κανένας δε γιορτάζει. Ακόμα και το κατεξοχήν τιμώμενο πρόσωπο, η βασίλισσα, είναι μια βλοσυρή μορφή που το μάξιμουμ της ευθυμίας της φτάνει ως το βεβιασμένο υπομειδίαμα. Είναι μια βασίλισσα που κουβαλάνε στα χέρια οι υποτακτικοί της, που έχει επίγνωση πως βρίσκεται σε τόπο μαρτυρίας, αλλά η αναμόρφωση των συνειδήσεων πρέπει να συντελεστεί με κάθε τίμημα. Ο κουμουνιστικός κίνδυνος πρέπει να εκλείψει.

Έτσι όπως το περιέγραφε το 1949 στην εφημερίδα «Σκαπανεύς» ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, Υπουργός Παιδείας τότε: «Όταν ο διδάσκαλος στο σχολείον εξαναγκάζει τον μαθητήν να μάθει την άλγεβράν του ή την γραμματικήν του κανείς δεν ονομάζει τον εξαναγκασμόν αυτόν βίαν. Το ίδιο συμβαίνει στην Μακρόνησον. Διδάσκεται μία αλήθεια και οι τρόφιμοί της πρέπει να τη μάθουν. Διδάσκεται μία αλήθεια απλή διότι και οι τρόφιμοί της είναι και αυτοί απλοί.» (Από το «Χαστουκόδεντρο» του Άρη Μαραγκόπουλου, σελ. 133).

Πόση βία συνοψίζεται στο εδάφιο με τα λόγια του πάλαι ποτέ Υπουργού Παιδείας. Η βία της μίας, οικουμενικής αλήθειας. Η βία της αλήθειας που πρέπει να επιβληθεί με κάθε τρόπο. Η επέκταση των αυταρχικών (αντι)παιδαγωγικών μεθόδων στον ενήλικο πληθυσμό, δηλαδή η επέκταση της βίας από τον ισχυρό στον ανίσχυρο. Η εξόντωση των πολιτικών αντιπάλων σε αναμορφωτήρια. Η επιβολή της κυρίαρχης κουλτούρας. Ποιας κουλτούρας όμως;

Στο Χάππυ Νταίη λοιπόν, η ψυχαγωγική εκδήλωση είναι ένας συμφυρμός αναφομοίωτων στοιχείων πολιτισμικών στοιχείων του σπόνσορα της εγχώριας αγοράς. Ένας παλαιστής, με λευκή αμάνικη φανέλα που γράφει «Τζίμης ο τίγρης» (τι τραγική ειρωνεία, έχουμε πια και εμείς τον Δημήτρη τον τίγρη) και κολλητό σορτσάκι επιδίδεται από το πάλκο σε ένα λογύδριο για τα οφέλη του αθλητισμού, κι όχι τυχαία η άρθρωσή του, ο κοφτός, αυταρχικός και βραχνός λόγος του, θυμίζουν τον δικτάτορα. Υγεία uber alles. Η λόγος για την υγεία, πάντα αποκομμένος από το κοινωνικό συγκείμενο, πάντα εμφορούμενος με την αδιαμφισβήτη αυταξία της έννοιας και γι’ αυτό δεσποτικός μέχρι το μεδούλι. Λες και το μεδούλι του βασανισμένου εξόριστου και του δήμιού του είναι το ίδιο. Βασανιστικοί συμψηφισμοί. Στην απολιτίκ ανάγνωση της υγείας και της ασθένειας μπορεί κανείς να αποθησαυρίσει πληθώρα εικασιών πολιτικής ορθότητας που διαπερνούν τον δημόσιο λόγο.

Στην επόμενη σεκάνς, ένας παρουσιαστής με φανερά αμερικανικό αξάν, φορώντας κόκκινο σακάκι, σαν παλιάτσος κάποιου τσίρκου, προτρέπει το κοινό να ξεχάσει κάθε στεναχώρια, κάθε λύπη, καθώς διηγείται ένα...ανεκδοτάκι. To χαμόγελο παγώνει στα χείλη του θεατή. Του θεατή της ταινίας. Απευθύνεται σε ένα κοινό πολιτικών κρατουμένων που είναι εξόριστοι και βασανίζονται για τις ιδέες τους. Αυτό δεν τον εμποδίζει σε τίποτα να διατηρεί αμείωτο το κέφι του, το μπρίο και το σκέρτσο του. Καμία ενσυναίσθηση, καμία αντίληψη, τίποτα. Ένα ρομπότ που μιλάει τα νέα ελληνικά, τα ελληνικά των αμερικάνικων χρηματοδοτήσεων, και επιχειρεί να διασκεδάσει τη βασίλισσα. Τα υπόλοιπα πιόνια στη σκακιέρα, ποιον ενδιαφέρουν. Είναι αυτοί που περισσεύουν, αυτοί που πρέπει να φυλακιστούν, να εξοστρακιστούν. Κι αν δεν μεταβληθούν τα φρονήματά τους, να εκτελεστούν, να τσακιστούν στα βράχια, να σκοτωθούν σε τροχαία ατυχήματα. Κάπως πρέπει να τους ξεπαστρέψουν. Αργότερα ένας τραγουδιστής του ελαφρολαϊκού, μια φαιδρή φιγούρα με πέντε άντρες ντυμένους κάτι σα ναυτάκια, σε μουσικοχορευτικό.


Λίγο μετά, στην ταινία πέφτουν τίτλοι τέλους.

Και έρχεται η μεταπολίτευση. Και μαζί η κουλτούρα της. Και κάποτε επανέρχεται η πιο βδελυρή Δεξιά, που αναδείχθηκε σα ζόμπι μέσα από τις μαύρες σελίδες της Ιστορίας, μία Δεξιά που κάποιοι νομίσαμε πως είχε συντριβεί. Και κλείνει πραξικοπηματικά σε μια νύχτα την ΕΡΤ. Δεν επρόκειτο καθόλου για ένα σχέδιο «εξυγίανσης». Είπαμε πως η ρητορική της υγείας, προσφέρει στο δημόσιο λόγο τον αυταρχισμό του κατεπείγοντος  («ο ασθενής πρέπει να μπει στον γύψο», σφύριζε η έχιδνα στα μικρόφωνα), όπου οι εθνοσωτήρες αναλαμβάνουν ρόλο γιατρού για να πείσουν την κοινωνία να συναινέσει στις επώδυνες κι ανορθόδοξες μεθόδους που εφαρμόζουν.

Οι στρόφιγγες της ντόπιας παράδοσης και του πολιτισμού έπρεπε να κλείσουν. Η συναλλαγή με τα ποιοτικά στοιχεία της ευρωπαϊκής αλλά και παγκόσμιας κουλτούρας έπρεπε να τερματιστεί. Σε μια νύχτα έκλεισε η ΕΡΤ. Βρέθηκαν άνεργοι χιλιάδες εργαζόμενοι. Ο κύριος στόχος ήταν όμως ο αφανισμός αυτού που αντιπροσώπευε σε συμβολικό επίπεδο. Η αντίπαλη κουλτούρα.


2/10/13

αντίο, κι ευχαριστώ για το φιάσκο

Βιαστήκαμε να χαρούμε με τις συλλήψεις των νεοναζί, να βαυκαλιστούμε ότι ακόμα και με καθυστέρηση δεκαετιών υπήρξε η πολιτική βούληση, έστω να ξεκινήσει μία εκκαθάριση από το ναζιστικό υπόκοσμο.  Φανερώνεται τώρα ότι ήταν ένα πολύ επικίνδυνο επικοινωνιακό φιάσκο:

1. Με ένα απίστευτο αιφνιδιασμό συνελήφθησαν βουλευτές της Χ.Α. Δεδομένου ότι έχει να συμβεί σύλληψη βουλευτών από το 1967, καταλαβαίνει κανείς για ότι η συγκεκριμένη τακτική δεν εφαρμόστηκε μόνο για να τρίξει –υποτίθεται- τα δόντια στους επίγονους του Χίτλερ αλλά και σε όσους άλλους ενοχλούν την φερόμενη ως κοινοβουλευτική δημοκρατία. Η θεωρία των δύο άκρων σε πλήρη εφαρμογή. Ο ναζί εγκληματίας θα εξισώνεται με όποιον κατεβαίνει σε διαδήλωση και προβάλλει αντίσταση κατά της αρχής, όπως άλλωστε διεμήνυσε ο σύμβουλος του πρωθυπουργού από το τουίττερ.
2. Οι συλλήψεις που είχαν τον χαρακτήρα του κατεπείγοντος δεν αποκλείεται να υπαγορεύτηκαν από πιέσεις της Ε.Ε., η οποία φροντίζει να τηρεί τα προσχήματα στο θέμα του ναζισμού,  κι αυτό γιατί αναμένεται να αναλάβει η Ελλάδα την προεδρία. Ας μην ξεχνάμε και την  πίεση που ασκούν εδώ και καιρό τα διεθνή παρατηρητήρια, οι διεθνείς οργανισμοί για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα διεθνή ΜΜΕ. Κάποια στιγμή η κυβέρνηση έπρεπε να πάρει μία πρωτοβουλία να διαχειριστεί την εγκληματική οργάνωση που υπέθαλψε και εξέθρεψε. Άρα επιχείρησε να τους ρίξει στάχτη στα μάτια με ένα καταφανές φιάσκο.
3. Συντάχθηκαν μεν βαρύτατα κατηγορητήρια, που απαρτίζονται από πολυάριθμες εγκληματικές πράξεις, τα οποία όμως δεν τεκμηριώνονται καθώς δεν βασίζονται σε επαρκή στοιχεία. Είναι χαρακτηριστικό, λένε νομικοί, ότι τα κατηγορητήρια που απαγγέλθηκαν εξαντλούνται σε λιγότερες από δέκα σελίδες, ενώ για να στοιχειοθετηθούν οι αντίστοιχες κατηγορίες θα έπρεπε να αφιερωθούν εκατοντάδες σελίδων. Άρα πρόκειται για απροκάλυπτη προχειροδουλειά, επιχείρημα που συνηγορεί στο επικοινωνιακό φιάσκο.
4. Δικαστήρια χωρίς μάρτυρες δεν μπορούν να υπάρξουν. Κι όμως, αυτοί που χειρίστηκαν την υπόθεση φρόντισαν να διαρρεύσουν τα απόρρητα στοιχεία των προστατευόμενων μαρτύρων, μετατρέποντάς τους σε εντελώς απροστάτευτους (οσιο)μάρτυρες στα νύχια μια ναζιστικής συμμορίας που πάλι κυκλοφορεί ελεύθερη. Άρα κατά πάσα πιθανότητα, όταν διεξαχθούν οι δίκες, θα αθωωθούν οι κατηγορούμενοι ελλείψει στοιχείων και κυρίως μαρτύρων.

Κάποια στιγμή θα είμαστε ευγνώμονες σε ένα δικαστικό σώμα που αποφυλακίζει σεσημασμένους εγκληματίες, διαρρέοντας μάλιστα τα ονόματα των μαρτύρων κατηγορίας, στην αστική δημοκρατία που χαϊδεύει με κάθε τρόπο τους ναζί που την αντιστρατεύονται και το κεφάλαιο που αφενός τους ταϊζει κι αφετέρου τους ξεπλένει με λάιφσταϊλ ντουζιέρες.

Η διάλυση κάθε αυταπάτης είναι απαραίτητη προϋπόθεση για όσα έρχονται. Και τώρα έρχονται τα χειρότερα, για όσους από μας δεν προφτάσουμε να εγκαταλείψουμε αυτόν τον τόπο, τη δυστοπία του ναζισμού.