16/11/17

η καρέκλα

Καφενείο σε ορεινό χωριό χειμώνα καιρό. Τακτικός θαμώνας ένας γέρος με μόνιμα δακρυσμένα μάτια. Καθόταν πάντα στην καρέκλα πλάι στην ξυλόσομπα. Πρώτα έφευγε αποχαιρετώντας βροντερά. Έπειτα οι καληνύχτες έχαναν ήχο, ώσπου σίγησαν. Τέλος αναχωρούσε στα μουγγά και με το κεφάλι σκυφτό. Έκανε δυο- τρεις μέρες να φανεί. Άλλοι δεν τον αναζήτησαν, άλλοι αναρωτήθηκαν τι απέγινε, ένας πήγε και τον βρήκε, "όλα καλά γέρο;" Τότε γύρισε πίσω με ένα τσεκούρι κι έκανε την καρέκλα του κομμάτια. Η ξυλόσομπα συνέχιζε να καίει τα κούτσουρα και να καπνίζει.

12/11/17

Ένα απειλητικό τηλεγράφημα

Αθήνα, 19/05/2022

Αγαπητέ κύριε Διευθυντά,

παρακαλώ να δημοσιεύσετε την ιστορία που σας καταγράφω πλην όμως ψευδωνύμως για ευνόητους λόγους, όπως ιδίοις όμμασι θα διαπιστώσετε. Τα ακόλουθα γεγονότα συνέβησαν όπως ακριβώς τα εξιστορώ. Όχι δηλαδή επειδή κάποιοι συγγραφείς τα κατεβάζουν από το κεφάλι τους, θα βρούμε όλοι τον μπελά μας πως ό,τι γράφουμε είναι ψέμα με ουρά, μούσια, ιστορίες για αγρίους. Παρακαλώ πολύ να τηρηθεί εχεμύθεια στα προσωπικά μου στοιχεία και να χρησιμοποιήσετε την υπογραφή Ανεμώνα Μαραμένου, ώστε να αλλοιωθεί και το φύλο. Περνώ ευθύς αμέσως στο προκείμενο, στο ψητό.

Επί τη ευκαιρία, οφείλετε και εσείς ο ίδιος και οι αναγνώστες σας να παραδεχτείτε πως ενώ άλλοι βουτούν αυτή τη στιγμή, Κυριακή γαρ, τα δάχτυλά τους στο ψητό, γουρουνόπουλο, μοσχάρι ή κοτόπουλο, αναλόγως το βαλάντιο του καθενός, ενώ βουτούν ψίχα στο ζουμάκι της χωριάτικης επιδιδόμενοι στη λεγόμενη «παπάρα», οι ταγμένοι στην τέχνη του λόγου και δη στην αλήθεια, απέχουμε από τις απολαύσεις των κοιλιόδουλων και βουτούμε τα χέρια μας στο πληκτρολόγιο ως γνήσιοι πνευματικοί άνθρωποι, αφοσιωμένοι ολόψυχα σε έναν ανώτερο σκοπό.

Ο σκοπός της παρούσας επιστολής δεν είναι, πιστέψατέ με, για να διαμαρτυρηθώ επειδή δεν μου δημοσιεύσατε τα ωραιότατα χρονογραφήματα και τις επιφυλλίδες που σας έχω αποστείλει κατά το παρελθόν. Αλήθεια, ήσαν αρτιότερα τα πονήματα του Τμηματάρχη μου, τα οποία φιλοξενήσατε στις σελίδες της ιστοσελίδας σας; Εν πάση περιπτώσει, θα δώσω τόπο στην οργή διότι επιθυμώ να προβώ σε δημόσια καταγγελία ενός πέρα για πέρα πραγματικού περιστατικού, το οποίο έμελλε να υποπέσει στην αντίληψή μου και μου κόστισε την υποβάθμιση σε απλόν κλητήρα σε υποκατάστημα ενός απλού εποπτευόμενου φορέα, τον οποίο δεν θα κατονομάσω ώστε να μην αποκαλυφθεί η ταυτότητά μου.

Ο πρωθυπουργός της χώρας έλαβε προ ημερών ένα πολύ απειλητικό τηλεγράφημα. Δηλαδή όχι ο ίδιος, αλλά εγώ. Επειδή το τηλεγράφημα, ως τηλεγράφημα, ήταν εξαιρετικά ευσύνοπτο, διέπραξα το λάθος να το αναγνώσω, χάνοντας αρχικά την ηρεμία μου, κατόπιν τον ύπνο μου και τέλος τη θέση μου, όπως προείπα. Βεβαίως παρά την ταραχή μου, διεκπεραίωσα το εισερχόμενο, πρωτοκολλώντας το και διαβιβάζοντάς το αρμοδίως στην ιδιαιτέρα γραμματέα του ιδιαίτερου γραφείου του πρωθυπουργού μας. Κάνω αυτή τη διάκριση, διότι έχει κι ένα άλλο γραφείο που δεν είναι κάτι το πολύ ιδιαίτερο, αφού ούτε συλλογή επίχρυσων μον μπλαν διαθέτει, ούτε αγιογραφία διά χειρός Ιωάννη Μαρτάλου, ούτε σβαρόφσκι μινιατούρες, ούτε ολόφρεσκα λίλιουμ από το ανθοπωλείο του Βοϊλάνη στη Σκουφά, ούτε βέβαια τη σημαία της πατρίδας ραμμένη από τον οίκο μόδας Παρδάγκη. Το άλλο γραφείο είναι πολύ απλό, σαν δοσοληψία σε περίπτερο, δυο σοκοφρέτες, μια εφημερίδα, ένα πακέτο χαρτομάντιλα, πόσο έχουν, τόσο, ορίστε, τα ρέστα σας, ευχαριστώ, παρακαλώ, γεια σας. Σε αυτό το γραφείο εζήτησα πολλάκις να μετακινηθώ ώστε να συμβάλω στο κυβερνητικό έργο, τώρα που επιτέλους η πολιτική κατάστασις μετεβλήθη και απηλλάγημεν από τους ακατανόμαστους, αλλά η παράκλησή μου δεν εισακούσθη.

Αντίθετα, το ιδιαίτερο γραφείο έχει ακόμα μια ιδιαιτερότητα, μια μικρή παραξενιά, ένα κατιτίς που το κάνει να διαφέρει, διαθέτει καταπακτές. Μάλιστα. Ο αρχικός σκοπός του ήταν για τα γυρίσματα μιας ταινίας τρόμου του επιστήθιου φίλου του πρωθυπουργού μας, Τζωρτζ Κουμάντος, ο οποίος είναι σκηνοθέτης βραβευμένος από τον Όμιλο Ρόταρυ και ανερχόμενος αστέρας του Χόλυγουντ, και τον όποιον εχρηματοδότησε ο ίδιος ο πρωθυπουργός μας ως τραπεζίτης στο ξεκίνημα της λαμπρής καριέρας του στην ταινία Κρεμ ντε λα κρεμ, εάν ενθυμείσθε. Όταν ο κύριος Κουμάντος αποφάσισε να κάνει μια διασκευή της Νύχτας των ζωντανών νεκρών, του διετέθη το Α΄ Νεκροταφείο με εντολή πρωθυπουργού και με δεύτερη εντολή ανοίχτηκαν δυο καταπακτές περί ων ο λόγος. Ο κύριος Κουμάντος ήθελε και τρίτη αλλά η ηγεσία ήταν κάθετη. Μόνο δύο. Η μία εξ αριστερών της εισόδου το γραφείου του πρωθυπουργού οδηγεί σε μια κάβα με ουίσκι εξακοσίων ετών και η εκ δεξιών του σε εξαρτήματα της εργασίας απόρρητα.

Το πρόβλημα ήταν πως όλα απόρρητα είναι στο γραφείο του πρωθυπουργού, έγγραφα, συνομιλίες, εξαρτήματα, πρόσωπα. Ως και οι παραγγελίες σούσι, τα ντελίβερι που λέει ο κοσμάκης, απόρρητες ήσαν. Άλλη διεύθυνση έδιναν, αλλού παραδίνονταν τα εδέσματα, από αλλού πήγαινε και τα παραλάμβανε ο ιδιωτικός αστυνομικός, το σεκιούριτι που λέει ο απλός λαός, και τα μετέφερε στην απόρρητη σαλοτραπεζαρία όπου γευμάτιζε απορρήτως με τους εξ απορρήτων του.

Εφόσον εγνώριζα όλα τούτα, δεν εννοώ ποιος σατανάς με ώθησε να διαβιβάσω το απειλητικό τηλεγράφημα στην ιδιαιτέρα γραμματέα χωρίς πρώτα να το έχω εσωκλείσει σε σφραγισμένο φάκελο με την ένδειξη «απόρρητον, εξαιρετικά επείγον». Με αυτή μου την παράλειψη, την οποία αποδίδω στην αναστάτωση την οποία μου προκάλεσε το επίμαχο μήνυμα, ο κλητήρας του Μεγάρου ανέγνωσε το περιεχόμενο του τηλεγραφήματος, το διέδωσε ολούθε, προκάλεσε τη γενική θυμηδία, έτσι ώστε όταν το επέδωσε στην ιδιαιτέρα, με την οποία εξ ων γνωρίζω σχετίζονται ως μακρινοί συγγενείς, οπόταν και έχει το θάρρος, το διάβασε μεγαλοφώνως. Η ιδιαιτέρα μόλις είχε παραγγείλει το irish coffee και άτμιζε το ηλεκτρονικό της σιγαρέτο χαζεύοντας τις αστρολογικές προβλέψεις της εβδομάδας αμέριμνη όταν ο κλητήρας σκασμένος από τα γέλια, κατά το κοινώς λεγόμενον, διάβασε με στεντόρεια φωνή εις επήκοον όλων:

«Απόψε το βράδυ τα μάγια θα λυθούν. Ο πρωθυπουργός θα ξαναγίνει κολοκύθα».

Και ερωτώ, κύριε Διευθυντά, γιατί δεν ετιμωρήθη ο συντάκτης του τηλεγραφήματος, γιατί δεν ετιμωρήθη ο υπεύθυνος της διάρρευσης του μήνυματος, αλλά εγώ, ένας απλός, απλούστατος υπάλληλος στο Πρωτόκολλο; Επειδή, λέει, συνέβαλα στο να τρωθεί το κύρος του πρωθυπουργού. Πείτε με και αναρχικό στο τέλος. Αυτό μου έλειπε.

Μετά τιμής,

Ανεμώνα Μαραμένου

(Δημοσιευμένο στο Διάστιχο)