30/11/07

casino femme fatale


Έχω ένα όνειρο. Το κακό με τα όνειρα, όπως έλεγε ο Σοπενάουερ νομίζω, είναι πως όλοι μπορούν να ονειρευτούν.

Οι άνδρες τζογάρουν στα καζίνα, στις χαρτοπαιχτικές λέσχες, στον ιππόδρομο, στα προγνωστικά του ποδοσφαίρου και προκαλούν την τύχη τους για να κονομήσουν. Η κονόμα είναι ο θεμέλιος λίθος της -τυχ- (ευτυχία, επιτυχία) του ανδρός. Μετά έπονται όλα τα άλλα: τροχοί, ακίνητα, ουίσκια, γκατζέτια, γυναίκες, πισίνες, πλεούμενα, πούρα, ρούχα, κολόνιες, χλίδα και ηδονή.

Η γυναίκα όταν τζογάρει, τζογάρει ενοχικά. Πάει κρυφά στα μέντιουμ, στις χαρτούδες, τις καφετζούδες, τους αστρολογατζήδες και σ' ό,τι τσαρλατάνο γέννησε η φύση από καταβολής του κόσμου. Η ασφάλεια είναι ο ντεμέκ θεμέλιος λίθος της -τυχ- της γυναικός. Και χτίζεται πάνω στην έγνοια της. Θα πετύχει η ρινοπλαστική; Θα κάνω παιδί; Αρσενικό ή θηλυκό; Θα με πάρουν στη δουλειά; Με θέλει ο γκόμενος της Φούλας; Θα χωρίσει από την Φούλα να τα φτιάξουμε; Πότε θα παντρευτώ; - ασφάλεια-ασφάλεια-ασφάλεια.

Αρκετά με το ενοχικό ρήμα "πιστεύω". Μπορεί κανείς να πιστεύει στο "Πάμε Στοίχημα"; Τζογάρουμε για να γουστάρουμε. Το όνειρό μου είναι η γυναίκα να απενοχοποιήσει τις εμμονές της και τις ηδονές της, να κυλιστεί μέσα τους, να τις μπουχτίσει και να απελευθερωθεί τελικά ακόμα και μέσα από την αυτοκαταστροφή. Κάτι σαν τον Αναρχικό Τραπεζίτη του Πεσόα ή το Μεγάλο Φαγοπότι του Φερέρι.

Φαντάσου ένα καζίνο με κάθε είδους μέντιουμ διάσπαρτα σε κόκκινη παχουλή μοκέτα. Να μπαίνει η κάθε παλαβιάρα να τα σκάει ασύστολα στους πυροβολημένους. Ρουλέτα η ζωή. Ποντάρεις καριέρα στο κόκκινο στο 32; Ή μητρότητα στο μαύρο στο 28; Και γκρουπιέρης ο θάνατος. Ούτε καν αυτός δεν είναι ο νικητής. Διαμεσολαβητής και τρέχα γύρευε ποιος τα κονομάει, αν τα κονομάει κανείς στο τέλος.

Από την άλλη, ίσως τελικά τα όνειρά μου να είναι αποτέλεσμα του ωροσκόπου στον Τοξότη που έχει μια φυσική ροπή στον τζόγο, στο μεταφυσικό αλλά και στο επιχειρείν. Ίσως και όχι. Μα πιστεύεις στα όνειρα;

29/11/07

είναι τα φιλιά σου φυλακή

Της άρεσε να του φτιάχνει καφέ...

Για χρόνια έφτιαχνε καφέδες, χυμούς, αυγά με μπέικον και beans on toast για την τετραμελή οικογένεια. Με αυτοματοποιημένες κινήσεις και ανέκφραστη. Το προλεταριάτο της κουζίνας. Βεβιασμένα "σ' αγαπώ, γλυκό μου" και βιαστικά φιλάκια στο κεφάλι.

Τώρα, τον ρωτούσε αμήχανα "Θα φτιάξω καφέ για μένα. Θα ήθελες λίγο;..." Της έγνεφε καταφατικά και μετά από δευτερόλεπτα συμπλήρωνε μηχανικά "Ναι, σε παρακαλώ."
Ναι, φτιαχνόταν να του φτιάχνει τον καφέ. Στο φίλτρο αρωματισμένος βιολογικός καφές , και στην κούπα που είχε αγοράσει για κείνον, μισό κουταλάκι σακχαρίνη και μια ιδέα ημίπαχο γάλα.

Τα σαρκώδη του χείλη έμοιαζαν να θηλάζουν τα χείλη του φλιτζανιού καθώς με μισόκλειστα μάτια ρουφούσε μεγάλες γουλιές. Μετά, ξεγύμνωνε κάποιο σημείο του κορμιού του, άλλο κάθε φορά, και εκείνη με επιδέξιες ενέργειες του χτυπούσε την ινσουλίνη σε ενέσιμη μορφή. Αυτός, ίσως από αντιπάθεια προς τις σύριγγες ή συμπάθεια προς εκείνη, άφηνε πάντα ένα βαθύ αναστεναγμό. Μετά, τα σταθερά της χέρια θα υπέφεραν από ένα ελαφρύ τρόμο που μάταια προσπαθούσε να κρύψει σκουπίζοντας τρυφερά το σημείο της ένεσης με βαμβάκι.

Είχε καταλήξει να πιστεύει πως η μυρωδιά του την παρέλυε. Μάταια αγόραζε τους πιο ακριβούς αρωματικούς καφέδες. Μάταια ψέκαζε με αρωματικά χώρου. Και η ακριβή κολόνια της, μάταιη κι αυτή. Η μυρωδιά του σώματος του Μπεμ ήταν ανυπέρβλητη. Ίσως βέβαια μόνο για την ερωτευμένη μύτη της Μπεθ, της νοσηλεύτριας στο ιατρείο της φυλακής. Από τότε που τον διέγνωσαν με σακχαρώδη διαβήτη οι επισκέψεις σε κείνη είχαν γίνει ρουτίνα. Και πύκνωνε παράλληλα ένα αίσθημα από την πλευρά της Μπεθ κυρίως, που δεν είχε προηγούμενο.

Τα 42 της χρόνια είχαν καταφέρει να απομυζήσουν κάθε χυμό και να ζυμώσουν το σώμα και το πρόσωπό της σε ένα κακέκτυπό της. Ή έτσι ένιωθε. Στο απαστράπτον Λονδίνο. Θα μπορούσε να κάνει psychotherapy. Προτίμησε το shopping therapy.Έκανε λεύκανση στα δόντια, botox στις ρυτίδες, ανανέωσε την γκαρνταρόμπα της, έκανε μανικιούρ-πεντικιούρ, μάσκες ομορφιάς, ανταύγειες, χαλάουα, spa και αρωματοθεραπεία- μα ούτε κι αυτή ακόμα δεν έδιωχνε από την οσφρητική της μνήμη την μυρωδιά του Μπεμ, που στα 29 του ανέδυε όλη τη μαγεία της αφρικανικής ηπείρου κάτω από ένα ρωμαλέο κορμί. Και του άρεσε η Μπεθ, χωρίς therapy.

Ωστόσο η μύτη του συζύγου της Μπεθ αποδείχτηκε πιο ισχυρή. Μυρίστηκε πως κάτι δε πάει καλά, όταν οι πιστωτικές τους κάρτες έδειχναν να κάνουν πρωταθλητισμό και όταν η αναλυτική χρέωση στο λογαριασμό του κινητού της εμφάνιζε τον ίδιο μαγικό αριθμό τρεις φορές σε κάθε σελίδα.

Ο σύζυγος αρνήθηκε να καλύψει τα χρέη και κατέθεσε αίτηση διαζυγίου. Η προϊσταμένη την κατήγγειλε για παράβαση καθήκοντος. Οι κλητήρες απειλούσαν με κατασχέσεις.

Η Μπεθ αρνήθηκε να συνεχίσει να εκτίει ποινή σαν κατάδικος. Προτίμησε να ανοίξει τα φτερά της προς την ελευθερία. Και φυλακίστηκε. Σε τρία χρόνια ήταν και οι δύο ελεύθεροι.
Αν βρεθείς στο Λάγος της Νιγηρίας να μου φιλήσεις την Μπεθ και τον Μπεμ. Κι αν δεν τους βρεις, φύλα μου την ελευθερία, όπου κι αν βρίσκεσαι. Χωρίς προστακτική. Όπως τα φύλλα και τα μυστικά στο Νίγηρα.

26/11/07

Το δέντρο που έδινε

Το δέντρο που έδινε- Shel Silverstein



Μια φορά ήταν ένα δέντρο που αγαπούσε ένα μικρό αγόρι.
Και κάθε μέρα το αγόρι θα ερχόταν και θα μάζευε τα φύλλα του και θα έφτιαχνε στέμματα παίζοντας τον βασιλιά του δάσους.
Σκαρφάλωνε στον κορμό του και τραμπαλιζόταν στα κλαδιά του και έτρωγε τα μήλα του.
Και έπαιζαν κρυφτό.
Κι όταν κουραζόταν το αγόρι πλάγιαζε στη σκιά του δέντρου.
Και το αγόρι αγαπούσε το δέντρο πάρα πολύ.
Και το δέντρο ήταν ευτυχισμένο.
Μα ο χρόνος περνούσε.
Και το αγόρι μεγάλωσε.
Και το δέντρο έμενε συχνά μόνο του.
Τότε μια μέρα το αγόρι ήρθε στο δέντρο και το δέντρο είπε "έλα, Αγόρι, έλα και σκαρφάλωσε στον κορμό μου, κάνε κούνια στα κλαδιά μου και φάε τα μήλα μου και παίξε στον ίσκιο μου και γίνε ευτυχισμένο."
"Είμαι πολύ μεγάλο για να σκαρφαλώνω και να παίζω", απάντησε το αγόρι.
"Θέλω να αγοράζω πράγματα και να περνάω καλά. Θα ήθελα κάποια χρήματα. Μπορείς να μου δώσεις μερικά;"
"Λυπάμαι", είπε το δέντρο, "αλλά δεν έχω χρήματα. Μόνο φύλλα και μήλα έχω. Πάρε τα μήλα μου, Αγόρι, και πούλησέ τα στην πόλη. Έτσι θα κερδίσεις χρήματα και θα είσαι ευτυχισμένο."
Και το αγόρι σκαρφάλωσε στο δέντρο και αφού μάζεψε τα μήλα του τα πήρε μαζί του.
Και το δέντρο ήταν ευτυχισμένο. Αλλά το αγόρι έμεινε μακριά από το δέντρο για πολύ καιρό...και το δέντρο ήταν δυστυχισμένο.
Και τότε, μια μέρα, το αγόρι ήρθε πάλι πίσω και το δέντρο τραντάχτηκε από τη χαρά του και είπε "έλα, Αγόρι, σκαρφάλωσε στον κορμό μου και τραμπαλίσου στα κλαδιά μου και γίνε ευτυχισμένο."
"Έχω πολλές δουλειές για να σκαρφαλώνω σε δέντρα", είπε το αγόρι.
"Θέλω ένα σπίτι για να με ζεσταίνει", είπε.
"Θέλω μια γυναίκα και θέλω και παιδιά, γι' αυτό χρειάζομαι ένα σπίτι. Μπορείς εσύ να μου δώσεις ένα σπίτι;"
"Δεν έχω σπίτι να σου δώσω", απάντησε το δέντρο.
"Το δάσος είναι το σπίτι μου, αλλά μπορείς να κόψεις τα κλαδιά μου και να χτίσεις ένα σπίτι. Τότε θα είσαι ευτυχισμένος."
Και έτσι το αγόρι έκοψε τα κλαδιά του δέντρου και τα πήρε μαζί του για να χτίσει το σπίτι του.
Και το δέντρο ήταν ευτυχισμένο.
Αλλά το αγόρι έλειψε για πολύ καιρό. Και όταν επέστρεψε,
το δέντρο ήταν τόσο ευτυχισμένο που μόλις που μπορούσε να μιλήσει.
"Έλα, Αγόρι, έλα και παίξε."
"Είμαι πολύ γέρος και θλιμμένος για να παίξω", είπε το αγόρι. "Θέλω μια βάρκα που να με πάει κάπου πολύ μακριά. Μπορείς να μου δώσεις μια βάρκα;"
"Κόψε τον κορμό μου και φτιάξε μια βάρκα" είπε το δέντρο. "Τότε θα μπορέσεις να ταξιδέψεις και να είσαι ευτυχισμένο."
Τότε το αγόρι έκοψε τον κορμό του δέντρου και έφτιαξε μια βάρκα και ταξίδεψε μακριά.
Και το δέντρο ήταν ευτυχισμένο....αλλά όχι αληθινά.
Μετά από πολύ καιρό το αγόρι ξαναγύρισε.
"Λυπάμαι, Αγόρι, αλλά δεν έχω πια τίποτα να σου δώσω. Τα μήλα μου τέλειωσαν."
"Τα δόντια μου είναι πολύ αδύναμα πια για μήλα", απάντησε το αγόρι.
"Τα κλαδιά μου κόπηκαν. Δε μπορείς να κάνεις κούνια σ' αυτά", είπε το δέντρο.
"Είμαι πολύ γέρος πια για να κάνω κούνια", είπε το αγόρι.
"Ο κορμός μου κόπηκε", είπε το δέντρο, "δε μπορείς να σκαρφαλώσεις"
"Είμαι πολύ κουρασμένος για να σκαρφαλώνω" , είπε το αγόρι.
"Λυπάμαι", απάντησε το δέντρο, "μακάρι να μπορούσα να σου δώσω κάτι. Αλλά δε μου έχει μείνει πια τίποτα. Είμαι μόνο ένα γερασμένο κούτσουρο. Λυπάμαι..."
"Δε χρειάζομαι πολλά πια", είπε το αγόρι, "μόνο ένα ήσυχο μέρος να καθήσω και να ξεκουραστώ. Είμαι πολύ κουρασμένος."
"Τότε" είπε το δέντρο ισιώνοντας όσο μπορούσε τον κορμό του, "ένα παλιό κούτσουρο είναι ένα καλό μέρος να καθήσεις και να ξεκουραστείς. Έλα, Αγόρι, κάθισε. Κάθισε και ξεκουράσου."
Και το αγόρι κάθησε και ξεκουράστηκε.
Και το δέντρο ήταν ευτυχισμένο.

Μα όχι πραγματικά.

(μετάφραση Niemandsrose)

Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΔΩΡΙΚΟΣ

25/11/07

ονειρομαθεωνικές παραλύσεις

Το όνειρο διαδραματίστηκε σε έναν πολύ ωραίο συνεδριακό χώρο, που είναι προτιμότερο να τον φανταζόμαστε σαν την Ακαδημία Πλάτωνος στον Κολωνό παρά το Elounda Beach στο Λασίθι. Ήταν ένας μεγάλος διαγωνισμός Μαθηματικών. Θα ήταν και η παλιά μεγάλη αγάπη, le mathematician, ανάμεσά τους. Πήγα κι εγώ. Αναγκαστικά. Για να δω το όνειρο.

Κάθησα κάπου προς τα πίσω. Ο προφέσορας άρχισε να εκφωνεί τα θέματα και εγώ να τα φονεύω. Γιατί είπε ας πούμε "το επικαμπύλιο ολοκλήρωμα" και εγώ το έγραφα ολογράφως. Δηλαδή ολο-λάθος. Αρχίζω να συνειδητοποιώ το γελοίον της υπάρξεώς μου στον χώρο. Αλλά και στο χρόνο. Δηλαδή πόσο παράταιρη μοιάζω στο διαγωνισμό και πόσο αργά είναι πια για να κατακτήσω μια τόσο λατρεμένη επιστήμη.

Θέλω να φύγω πριν ολοκληρωθεί η εκφώνηση. Αλλά προτιμώ να χαζεύω τις πλάτες της παλιάς αγάπης και να ξεκλέβω στιγμές από το λατρεμένο προφίλ του.

Κάθομαι εκεί, πλάι στην ανοιχτή πόρτα, έξω έχει λιακάδα, μια λεμονιά μυρίζει υπέροχα, πουλάκια τιτιβίζουν και η καρδιά μου καμπάνα. Είμαι μεταξύ τεσσάρων εκδοχών: να κοκκινίσω, να χαχανήσω, να μείνω ή να αποχωρήσω.

Τελικά, αφού έγινε η αποφώνηση των θεμάτων, προτίμησα να ανοίξω τα μάτια μου και να λύσω ήρεμα το πρόβλημα της προσδοκίας με μίνιμουμ προσπάθεια. Όσα δεν θέλεις να κατακτήσεις τα θεοποιείς. Και αντιστρόφως. Παραχωρείς τα κεκτημένα, για να θεοποιείς τα μη κεκτημένα.

παιχνίδια του μυαλού

Sleep with the Fishes- Tiger Lillies





22/11/07

ποστάκι για το τίποτα γραμμένο...

Στα 8 μου διάβαζα Μανίνα. Μες στη βδομάδα ήμουν άριστη μαθήτρια, υποδειγματική κόρη και εξαίρετη φίλη. Την Παρασκευή όμως, μετά τα Αγγλικά, δραπέτευε η γκομενιάρα-κατίνα από μέσα μου. Tσίμπαγα επάξια ένα πενηντάρικο μια που ήμουν το τέκνο που κάθε γονιός θα μεγάλωνε σχεδόν ανέξοδα.




(Xαρτονόμισμα συλλεκτικής αξίας και μόνο)

Πήγαινα στο ψιλικατζίδικο της κυρα-Τασίας αποκλειστικά. Και αγόραζα αποκλειστικά Μανίνα. Σε κάποια πράγματα ήμουν σταθερή. Διάβαζα φανατικά το Νίκο Μουρατίδη και ευτυχώς ή δυστυχώς τον φανταζόμουν όπως ήθελα. Σίγουρα αλλιώτικο απ' αυτό που ήταν.


(Δυο δεκαετίες μετά σε παλαιοπωλείο στο Μοναστηράκι)

Αργότερα, έστειλα και μια αγγελία στη στήλη της αλληλογραφίας. "Θα ήθελα να αλληλογραφήσω με άτομα ενδιαφέροντα και με χιούμορ. Θαυμάζω πολύ τον Τάκη Χρυσικάκο και τους Modern Talking." (Η αλήθεια είναι πως ο Τάκης Χρυσικάκος δεν αποτελούσε απλά αντικείμενου θαυμασμού αλλά τον πρώτο μεγάλο μου έρωτα. Ευτυχώς δε το έμαθε ποτέ). Αυτά θυμάμαι μόνο. Και ένα πενηντάρικο που έπρεπε να εσωκλείσω στον φάκελλο για να δημοσιευτεί η αγγελία μου.


Τους επόμενους μήνες έλαβα εκατοντάδες γράμματα. Ο ταχυδρόμος με είχε πάρει στο ψιλό. "Αυτόγραφα σου ζητάνε βρε;" ή "Γεια σου σταρ!" με πείραζε. Διατήρησα αλληλογραφία με κάποια κοριτσόπουλα για ένα διάστημα και κάποτε πέταξα τη στίβα από την παιδική μου αλληλογραφία στα σκουπίδια. Φαντάζομαι πως κάποιοι εγκληματίες απωθούν από τη μνήμη τους την απεχθή τους πράξη και τα μισά από τα αίτια. Κι εγώ δε θυμάμαι τι και πώς αλλά ταιριάζει στον χαρακτήρα μου να το έχω κάνει.


Με το που καβάτζωσα τα πρώτα -άντα, τον περασμένο Ιούνιο, άνοιξα blog. Έτερον εκάτερον. Άρχισα να επικοινωνώ. Χρωματιστές κόλλες αλληλογραφίας με άρωμα και ζωγραφιές δεν είχαμε. Comments και emails όμως πολλά! Και άρχισα να διαβάζω φανατικά κάποιους ιστολόγους. Σε κάποια πράγματα είμαι σταθερή.

Θα γράφεις στα ιστολόγια
ποστάκια για το τίποτα γραμμένα....

Θα αλλάζουν όλα γύρω σου
και μόνο αυτά που πέρασες θα μείνουν
και συ θα καις στον ύπνο σου
γυρεύοντας στο Exodos εκείνον.

21/11/07

Οι Ειρωνίμ

Εισαγωγή

Ακούω (1) πως ο Λιακόπουλος (2) ασχολείται τελευταία με αυτό που σύσσωμη η επιστημονική κοινότητα θα ήθελε να ασχοληθεί αλλά ζορίζεται και δε τα καταφέρνει: τους Νεφελίμ και τους Ελοχίμ. Εγώ βέβαια δε θα επικεντρωθώ στο γνωστικό πεδίο του επιστήμονα για λόγους δεοντολογίας. Εδώ θα πούμε για τους Ειρωνίμ. Επειδή με έχουν ανακηρύξει Miss Irony 2007, τίτλο που θα αποδεχόμουν με δάκρυα στα μάτια, και που θα καθιστούσε δυνατό να κατέβει το αριστερό μου φρύδι και να σβήσει το ειρωνικό μου μειδίαμα για κάποια λεπτά της ώρας. Δεν τον αποδέχομαι όμως γιατί θεωρώ ότι δεν έχω φτάσει ακόμα στα δυσθεώρητα ύψη ειρωνείας που επιθυμώ. Υιοθετώ λοιπόν το ρόλο της μελετήτριας του φαινομένου που είναι και πιο εύκολο.

Τι είναι οι Ειρωνίμ;

Από καταβολής του πολιτισμένου κόσμου δημιουργήθηκε αυτό το νέο είδος ανθρώπων που σκοπό είχε να διαλύσει κάθε βεβαιότητα του σύγχρονου μέσου παραγωγικού ανθρώπου. Το σύγχρονο μέσο παραγωγικό άνθρωπο (ΣΜΠΑ) τον εννοούμε, σε αυτή την περίπτωση, ως αυτόν που κατ'αρχάς είναι σύγχρονος των Ειρωνίμ. Ως αυτόν που έχει μια ισορροπία ορμονών, οι νευρομυϊκές συνάψεις του εγκεφάλου του είναι σε τάξη, δεν είναι γραμμένος σε ταμείο ανεργίας αλλά σε ασφαλιστικό ταμείο, έχει πάρει τζούρα από το αμερικάνικο όνειρο, ανήκει κάπου (από σωματείο ή κόμμα μέχρι εκκλησία ή πολιτιστικό σύλλογο- δεν ενδιαφέρει το πού) και που προαιρετικά αυτοπροσδιορίζεται ως κανονικός άνθρωπος ή έστω σοβαρός. Τη βεβαιότητα πρέπει να τη σκεφτόμαστε σαν το ζεστό αυγουλάκι της σκέψης μας που το κλωσάμε με περισσή προσοχή και αυτοθυσία (θυσιάζοντας δλδ μέρος του εαυτού μας, πχ κριτική ικανότητα) και που προσδοκούμε να γεννήσει νέες βεβαιότητες ώσπου να χτίσουμε μια αυτοκρατορία βεβαιοτήτων και επιτέλους, διάολε, να νιώσουμε ασφαλείς ως θνητοί στον μάταιο (φεύ!) τούτο κόσμο.

Οι Ειρωνίμ όμως επιβουλεύονται το όραμα του, την βούληση και την ανάγκη του ΣΜΠΑ εκτοξεύοντας τα αιχμηρά τους βέλη από το τόξο του ανασηκωμένου τους φρυδιού ή του δεξιόστροφου ή αριστερόστροφου μειδιάματός των. Το βασικό όπλο τους είναι μια γλώσσα αιχμηρή, σαν αυτή της ωμής ειλικρίνειας αλλά πολύ πιο νεφελώδης, πράγμα που μπορεί να τους καθιστά μακρινούς συγγενείς των Νεφελίμ. Βασικό στοιχείο της ειρωνείας είναι η πρόκληση πολυεπίπεδης αμφισβήτησης. Δεν αποσκοπούν μόνο να αποδομήσουν τις βεβαιότητες που με τόση θαλπωρή κλωσήσαμε, αλλά δημιουργούν αμφισβήτηση αν όντως πρόκειται για Ειρωνίμ ή όχι. Κλασσική ερώτηση ενός ΣΜΠΑ προς έναν Ειρωνίμ είναι "Ειρωνεύεσαι τώρα;". Εικάζεται ότι στο μέλλον σώματα Ασφάλειας Βεβαιοτήτων θα δρουν άμεσα προσάγοντας τον Ειρωνίμ για εξακρίβωση στοιχείων, στο άκουσμα μιας τέτοιας ερώτησης.

Συχνά, οι Ειρωνίμ δε γίνονται άμεσα αντιληπτοί, ακριβώς λόγω της μακρινής συγγένειας με τους Νεφελίμ, και συνάπτουν στενές σχέσεις με ΣΜΠΑ. Τότε η επίδρασή τους είναι καταστροφική για τον κοινωνικό ιστό. Με την ειρωνεία καταφέρνουν να τηρούν απόσταση ασφαλείας από τους ΣΜΠΑ του εγγύς τους περιβάλλοντος, να χύνουν την ειρωνεία τους άφοβα κάτω από διάφορους κοινωνικούς ρόλους (του πατέρα, του συζύγου, του μπατζανάκη) και να προκαλούν θολούρα και αμφιβολία στις τάξεις των ΣΜΠΑ. Μάλιστα, κι αυτό είναι το χειρότερο, γοητεύουν βαθιά τα θύματά τους καθώς εμφανίζονται ως κάστρα άπαρτα στο βασίλειο της ειρωνείας. Θέλεις δηλαδή να τους γλυκάνεις, να τους κατεβάσεις από την υπεροχή, να τους γιατροπορέψεις αλλά εις μάτην. Για παράδειγμα, μπορεί μια γυναίκα ΣΜΠΑ να γεννήσει τον καρπό ενός Ειρωνίμ, ένα υγιέστατο ροδομάγουλο και όμορφο βρέφος μετά από φριχτούς πόνους. Ο γνήσιος Ειρωνίμ θα σταθεί πάνω από την κούνια και θα παρατηρήσει" Χμμ...δεν είναι και άσχημο".

Μελέτες έχουν δείξει πως οι Ειρωνίμ εκκρίνουν μεγάλες δόσεις ειρωνείας λόγω της εύθραυστης, βαθιάς συναισθηματικής και ευαίσθητης φύσης τους. Οι ίδιοι ωστόσο μοιάζουν να μην αποδέχονται την εγκυρότητα των αποτελεσμάτων απαντώντας: "μπα;"

Οι Ειρωνίμ συχνά αυτοκαταστρέφονται, δαγκώνοντας δυνατά τη γλώσσα τους. Ή καταλήγουν από υπερβολική δόση ειρωνείας. Η ειρωνεία είναι μια ουσία που δημιουργεί εθισμό λόγω της αίσθησης υπεροχής που προκαλεί στον Ειρωνίμ, γι'αυτό και γίνεται κατάχρηση. Άλλοι πάλι αναπτύσσουν μυθριδατισμό 3. Σ' αυτή την περίπτωση γίνονται άτρωτοι στον αυτοσαρκασμό και βέβαια στον ετερο-σαρκασμό, πράγμα που τους καθιστά ιδιαιτέρως επικίνδυνους. Σαν το ωραίο που είχε πει η Ζιλιέτ Μπινός στο "Μοιραίο Πάθος" όταν αυτοκτόνησε ο εραστής της. "Οι κατεστραμμένοι είναι επικίνδυνοι γιατί ξέρουν πως μπορούν να επιβιώσουν."


Επίλογος

Ο Θεός να σε φυλάει από το φίλημα του Ειρωνίμ. Γιατί, "είναι γλυκό το πιοτό της ειρωνείας/ποιος είναι αυτός που δε λαχτάρησε να πιει/ αυτή τη γλύκα της κλεμμένης εξουσίας/λίγο-πολύ όλοι την έχουμε γευτεί".


Χορηγός της μελέτης είναι ο Οίνος Άιρονυ.



--------------------------------------
Αναφορές

1. Υφος δάνειο από τον αγαπητό Μ.Ανδριωτάκη για το οποίο ορθώς του είχε τραβήξει κίτρινη κάρτα ο άλλος αγαπητός N.Ago.
2.
Ο διώκτης του Funel, την εποχή των παγετώνων, πριν δηλαδή ανακαλύψω το blogging
3. Δηλητήριο λαμβανόμενο εις μικράς δόσεις ώστε ο οργανισμός να εθιστεί και να εκλείψει η καταστροφική επιρροή της ουσίας.

20/11/07

ερωμένη


Την πρώτη φορά που συναντήθηκαν τα βλέμματά μας γράφτηκε σε αόρατα σωματίδια το story. Θα ερωτευόμασταν. Θα ζήλευα παράφορα. Θα τον έδιωχνα ανόητα. Θα με πρόδιδε άδικα. Θα τον πρόδιδα διπλά. Θα σμίγαμε ξανά. Θα αποχωριζόμασταν. Και μετά ο χρόνος θα έκανε το αργοπορημένο θαύμα του. Θα μας έσβηνε από το χάρτη. Της μνήμης πρώτα. Μετά της σάρκας. Και μετά θα ξαναζωντανεύαμε ίσως σε κάποια μνήμη. Το πιο συνηθισμένο love story όλου του κόσμου. Τίποτα που να αξίζει πέντε αράδες. Κι όμως ήταν το έργο μου για χρόνια και χρόνια.

Λογάριαζα τον εαυτό μου σαν ποιήτρια ώσπου συνάντησα μια τούφα από την αυτεπίγνωση. Και εγκατέλειψα τη γραφή. Περιορίστηκα στην ανάγνωση. Ίσως και στην ακρόαση. Σαν ερωμένη κάποιου που ανήκει οριστικά αλλού. Μου άρεσε να ακούω ανθρώπους να απαγγέλουν, όπως με διάλεγαν να κάνω κι εγώ, πριν αποφασίσω να σωπάσω.


Αναγνώρισα το όνομά της στο οπισθόφυλλο του CD. Άκουσα τη φωνή της για πρώτη φορά. Βαθιά ερωτική φωνή. Ήταν κάποτε η αντίπαλος ερωμένη. Τότε που... Στη φαντασία μου. Δηλαδή στον κόσμο όλο μου. Στην έξω από μένα πραγματικότητα ήταν μια παλιά του αγάπη που τον πλήγωσε. Και αφού μιλούσε για κείνη σήμαινε πως υπήρχε μέσα του. Για κείνη πιθανά δεν υπήρχα πουθενά. Υπήρξα μετά το τέλος της. Όπως για μένα δεν υπάρχει το έτος 2094. Γιατί υπάρχει το έτος 1917; Γιατί μιλούν γι' αυτό.


Τώρα ακούω τη φωνή της στο ποίημα και είναι υπέροχα ερωτική. Που θα πει απαγγέλλει εξαίρετα. Που θα πει απαγγέλλει εξαίρετα επειδή έχει το χάρισμα μιας ερωτικής φωνής. Επειδή αγαπούσε το ποίημα που απήγγειλε. Επειδή έκανε πρόβες και είχε καλή νουθεσία. Επειδή ηχεί ερωτικά στα δικά μου αυτιά. Ηχεί ερωτικά στα αυτιά μου επειδή την επιθυμώ ως σύνδεση με το παρελθόν. Ηχεί ερωτικά στα αυτιά μου γιατί επιθυμώ την ίδια ως αντίπαλο ερωμένη και αφορμή για μια μάχη. Ηχεί ερωτικά σαν προέκταση και ολοκλήρωση του παλιού πόθου.
Αναγνωρίζω πως ηχεί ερωτικά η φωνή της σαν αυτο-συγχώρεση για την παραφορά της ζήλιας και την μάταιη έχθρα. Αναγνωρίζω πως ηχεί ερωτικά σαν μια πράξη μεγαλοψυχίας απέναντι στο καταφρονεμένο παρελθόν. Αναγνωρίζω τα εύσημα σε πρόσωπα ακίνδυνα, σαν φιλάνθρωπος που πετάει ένα κέρμα στον επαίτη.

Κάποτε πρέπει να διαλέξω μια απάντηση. Ή περισσότερες. Ή να επινοήσω άλλες. Ή να περιμένω να με βρουν αυτές. Ή να ακούω χωρίς να σκέφτομαι. Αλλά αυτό θα ήταν άθλος. Και εδώ κάνουμε έρωτα. Όχι ηρωισμό.


19/11/07

απαξίωση

Ήταν της ίδιας γενιάς. Της γενιάς των 700 ευρώ. Ζούσαν μαζί αρκετά χρόνια. Για την ακρίβεια, συγκατοίκησαν δυο βδομάδες αφού τα φτιάξανε. Για την ακρίβεια, νοίκιασαν μία γκαρσονιέρα. Μεγάλη η ακρίβεια, μικρή η γκαρσονιέρα. Κι ο έρωτας, μικρός κι αυτός. Τους τέλειωσε στο πρώτο εξάμηνο συμβίωσης. Άντεξαν όμως μαζί στο ίδιο σπίτι 3 χρόνια. Και βέβαια τους αρραβώνιασαν, τους πάντρεψαν, έκαναν και ένα μωρό.

Δεν είναι ότι δεν αγαπούσαν ο ένας τον άλλο, αλλά αυτή είχε ένα κακό χούι. Μαγείρευε καταπληκτικά. Ήταν κι αυτό ένα χούι, αλλά καλό. Το κακό ήταν πως κάποιες φορές γινόταν καυγάς ακριβώς πριν αρχίσουν να τρώνε. Εκεί που είχε σερβίρει τα μερακλίδικα πιάτα, τη σαλάτα, τα συνοδευτικά, το ψωμί, τί την έπιανε μερικές φορές και αναποδογύριζε τα πιάτα, τα εκσφενδόνιζε, γεμάτα βέβαια, στον τοίχο. Αν δεν ήθελε να κάνει μεγάλη φασαρία, έβριζε μέσα από τα δόντια της και έπιανε με τα χέρια το φαΐ και το διέλυε. Ένα ωραίο ψάρι πλακί που είχε ετοιμάσει μια φορά το ξέσκισε με τα χέρια της. Ευτυχώς ήταν ξεκοκαλισμένο. Έλιωσε τις πατάτες και τα ανακάτεψε όλα μαζί με τη σαλάτα, έτσι που και γουρούνι ακόμα δε θα καταδεχόταν να τα φάει. Μετά έκλαιγε για ένα δίωρο και της περνούσε. Πιο μετά το αποσιωπούσαν, κι αυτός κι αυτή. Κουβέντα σε κανέναν. Και μια φορά που το ανέφερε σε μια φίλη ψυχολόγο, που δούλευε διορθώτρια σε ένα περιοδικό, δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία.

Αργότερα, όταν έκαναν το μωρό τους, η κοπέλα έπαθε επιλόχειο κατάθλιψη. Έτσι τους είπε ο μαιευτήρας. Ερχόταν και την παρακολουθούσε μία επισκέπτρια υγείας και όλα έδειχναν να πηγαίνουν καλύτερα. Η κοπέλα δεχόταν σιγά-σιγά να αγκαλιάσει το μωρό, να το ταΐσει ακόμα και να το κανακέψει.

Όμως, λίγο καιρό μετά, για μια μικρή αφορμή ξέσπασε μεγάλος καυγάς ανάμεσα στο ζευγάρι. Τον τελευταίο καιρό η κοπέλα δε μαγείρευε. Τους έφερνε φαγητό η πεθερά. Σ 'εκείνο τον καυγά πέταξε με βία το παιδί τους στον τοίχο. Και όταν είδε το αίμα να τρέχει από το κεφάλι του μωρού, λύθηκε μια για πάντα το μυστήριο. Το είχε φτιάξει για κείνον αλλά δε του άξιζε. Και το πετούσε σ' έναν από τους τέσσερις τοίχους της φυλακής της. Πρώτα ακούστηκε η σειρήνα του περιπολικού και μετά η σειρήνα του ασθενοφόρου. Το πρώτο θα την οδηγούσε στην χειροπιαστή φυλακή. Αλλά δε χρειάστηκε. Ήρθε ένα δεύτερο ασθενοφόρο και την μάζεψε νεκρή από το πεζοδρόμιο. Ό,τι είχε φτιάξει δεν άξιζε.

18/11/07

Στρόβιλος

Χίλιες παλιές ανάσες
χθες
ένας πηχτός, πυρακτωμένος άνεμος
ξεχύθηκαν-
στρόβιλος
στ' ανάμεσά μας πέρατα.
Και τύλιξαν, σκοντάφτοντας,
γυμνά τα πέλματά σου
μες στη νύχτα.

l 2 die 4










αγαπημένο μου eμερολόγιο,

θέλω να με συγχωρήσεις που χρησιμοποίησα τα φύλλα σου για να κάνω φίλους, να παριστάνω τη λογοτέχνιδα, τη διανοούμενη, την αστεία κ.α. Θέλω να με συγχωρέσεις που όσες αλήθειες είπα,αν κι αν ήταν δικές μου, τις είχα καμουφλαρισμένες σε τρίτους ενικούς, σε γλώσσα απονευρωμένη, σχεδόν επιστημονική κάποτε, αόριστη και ξένη. Και θέλω να με συγχωρέσεις γιατί σήμερα, τώρα δα, θέλω να γίνεις αυτό που πραγματικά θα μπορούσες να είσαι: Ένα προσωπικό ηλεκτρονικό ημερολόγιο.
Θέλω να σου εξομολογηθώ πως αρρώστησα. Εγώ-σήμερα- είμαι-άρρωστη.Νιώθω τσιμπήματα στην καρδιά μου, νιώθω μεγάλη αγωνία, μια είμαι πολύ χαρούμενη, μια πολύ λυπημένη, έχω ξαφνικές ταχυπαλμίες, ο χρόνος περνάει μια πολύ αργά και μια πολύ γρήγορα, κάνω "ουφ" και "αχ" χωρίς να το θέλω και πολύ βαθιά, και το χειρότερο είναι που το μυαλό μου έχει στοιχειωθεί για τα καλά.Δε θέλω να πάω σε γιατρό γιατί μπορεί να μου δώσει μια θεραπεία και να μου περάσει.
Και αυτό δε το θέλω καθόλου. Και δε θέλω να πάω γιατί μπορεί να μου βρει τι έχω και αυτό δε το θέλω καθόλου μα καθόλου.Σε ευχαριστώ που άκουσες τα τόσα πολλά θέλω μου. Είδες που είχα πολλά τελικά; :)
xxx,
Ν.
υγ:Την επόμενη φορά θα σου γράψω την απορία μου. Δε μπορώ να καταλάβω γιατί όλοι γράφουμε σαν ξένοι για ξένους στα e-μερολόγιά μας. Ως τότε, γεια!

16/11/07

Η ΕΛΠΙΔΑ ΠΕΘΑΙΝΕΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ

"Ώωωπα, ώπα! Έλα, μανούλα μου!", ο Παντελής χτυπούσε ρυθμικά παλαμάκια και έριχνε και καμιά καρπαζιά στη γη, που την πατούμε κι όλοι μέσα θε' να μπούμε.

Η Ελπίδα είχε μερακλώσει και χόρευε μπαλο-τσιφτετέλι ένα παλιό αγαπημένο της, του Σπύρου Ζαγοραίου.

Μου λέτε να μην κλαίω
να μην κλαίω
μα τι να κάνω
αφού σε χάνω.

Το επόμενο τραγούδι ήταν παραγγελιά. Ο Παντελής, πετάχτηκε σαν ελατήριο και έριξε στο ρεφραίν την πρώτη γυροβολιά.

Χάρε, μπαμπέση, σταυρωτή
γιατί μας το 'κανες, γιατί
πήρες απ' τη παρέα μας
το πιο καλό παιδί.

Τώρα η Ελπίδα, γονατιστή και βουβή, του χτυπάει παλαμάκια. Δε τολμά να σηκώσει το κεφάλι να τον κοιτάξει στα μάτια, γιατί ξέρει.

Πριν από ένα χρόνο ακριβώς, ο Βασίλης, ένας από τους λίγους φίλους του Παντελή σκοτώθηκε σε τροχαίο. Και ο ιδιοκτήτης του πειρατικού σταθμού, φίλος παλιός του συχωρεμένου του Μπακρίνη, άντρα της Ελπίδας, ήξερε.

"Το τραγούδι που ακούγεται το αφιερώνει ο καλός μας φίλος μας ο νάνος στον φίλο του το Βασίλη που έφυγε νωρίς", ακούστηκε ο "Μαύρος Πάνθηρας" από το Ράδιο Ανάμνηση, λαθραία στα FM.

O Παντελής έριξε την τελευταία στροφή και έφυγε γρήγορα με σκυφτό το κεφάλι μη δει τα δάκρυα η μάνα του. Κλείστηκε στο μπάνιο και έκλαψε μόνος του, σαν να ήξερε.

Μέσα της δεκαετίας του '80 και η γειτονιά θρηνούσε τον πρώτο πιτσιρικά που σκοτώθηκε με μηχανάκι. Δέκα-είκοσι χρόνια μετά, είχαν πια συνηθίσει.

Ωστόσο η Μπακρίναινα, από τότε που έπεσε από τη σκαλωσιά στην οικοδομή ο άντρας της και σκοτώθηκε, το έριξε στις ρετσίνες. Συνηθισμένη να ξυπνάει απ΄τα χαράματα -από τον καιρό ακόμα που έκανε τη μοδίστρα- τα κουτσόπινε από το πρωί στο σπίτι. Έτσι, κατά τις 12 το μεσημέρι ήτανε πια τύφλα. Δυνάμωνε το τρανζιστοράκι, έκανε στην μπάντα δυο πλαστικές καρέκλες που είχε στην αυλή και χόρευε τα λαϊκά που έπαιζε ο Μαύρος Πάνθηρας στο Ράδιο Ανάμνηση. Αν ήταν και ο γιος της ο Παντελής στο σπίτι, ακόμα καλύτερα. Του έδιναν και καταλάβαινε. Μετά, τρώγανε ευχαριστημένοι.

Τη μοδιστρική βέβαια την είχε παρατήσει εδώ και χρόνια. Είχε ένα τρέμουλο στα χέρια, λίγο από το θυροειδή, λίγο από το αλκοολίκι, που δε βοηθούσε να γαζώνεις κοφτά και στριφώματα.
Έτσι η ραπτομηχανή της ήταν καπακωμένη και καλυμμένη με μακρύ σεμέν με φωτογραφίες σε πλαστικές κορνίζες από πάνω. Εδώ που τα λέμε, δεν ήταν μόνο ο τρόμος των χεριών ο λόγος για την ανεργία της. Λίγο η σύνταξη του μακαρίτη του Μπακρίνη, λίγο η αναπηρική σύνταξη λόγω νανισμού που έπαιρνε ο Παντελής, αρκούσαν για να τα βγάλουν πέρα. Το σπίτι, ένα αυθαίρετο λυόμενο δηλαδή, ήταν ιδιόκτητο. Το μόνο έξοδο που είχαν ήταν οι δόσεις για το αυτόματο 5Οαράκι του Παντελή. Το "νανάκι" , που έλεγε κι αυτός.

Η Ελπίδα είχε ξαναβγάλει τη πλαστική καρέκλα έξω και είχε καθήσει να κάνει ένα τσιγάρο. Χαμήλωσε και το ραδιόφωνο και σκεφτόταν τι να μαγειρέψει. Εκείνη την ώρα ακούστηκε απ΄την εξώπορτα ο "μπόγιας", ένας φίλος του Παντελή.

"Νάνοοο! Πού είσαι ρε μαλάκα;" Και όπως τον φώναζε μάρσαρε πιο δυνατά την εξάτμιση.
"Νάνοοοοο! Πού'σαι ρε;" ξαναφώναξε.

Τον άκουσε ο Παντελής από την τουαλέτα που ήτανε κλεισμένος και κάπνιζε ένα μονοφυλλάκι.

"Σκάσε ρε κόπανε, έρχομαι", πήρε βιαστικός τα κλειδιά του αυτόματου και έφυγε χωρίς να κοιτάξει την Ελπίδα.

Αφού σχόλασε το επίσημο ετήσιο μνημόσυνο του Βασίλη, πήγαν οι τρεις φίλοι του στο νεκροταφείο. Πήρανε ένα ουίσκι και Marlboro, ήπιανε όσο ήπιανε, καπνίσανε όσο καπνίσανε και τα υπόλοιπα τα ρίξανε πάνω στον τάφο, για τον Βασίλη. Μετά, βγήκανε για κόντρες στην Εθνική.

"Α, ρε μαλάκα νάνο με το 50αράκι τι τις ήθελε τις σούζες, ρε μαλάκα;" ακούστηκε να μουρμουρίζει ο "μπόγιας" ενάμιση χρόνο μετά, στο μνημόσυνο του Παντελή, και να κλαίει με λυγμούς εκατό κιλά γομάρι. 17 Νοέμβρη ανήμερα.

Την επόμενη χρονιά, η Ελπίδα, μισότρελη πια, έκανε το δικό της μνημόσυνο στον Παντελή στην αυλή του λυόμενου. Απέναντι, το καινούργιο νηπιαγωγείο γιόρταζε την επέτειο του Πολυτεχνείου με γέλια και χαρές. Η Ελπίδα έκλαιγε και χόρευε μεθυσμένη στην αυλή της. Παραγγελιά. Ο "Ανάμνηση" στον αέρα.

Μου λέτε να μην κλαίω
να μην κλαίω
μα τι να κάνω
αφού σε χάνω.

Η Ελπίδα πέθανε τελευταία από τη γειτονιά, πολύ γριά, σε ένα άσυλο ανιάτων.

Το Πολυτεχνείο όμως ζει.

15/11/07

Kι είμαστε ακόμα Ζωνιανοί...


Γιατί τα ΕΚΑΜ μαζεύουν το χασίς των Ζωνιανών;
Γιατί μετά τις φωτιές στην Πελοπόννησο, παρατηρήθηκε έλλειψη στο
Κολωνάκι.

Πώς περνάει ο χρόνος στα Ζωνιανά ;
Mπαμ ! μπαμ !

Πώς λέγονται τα Ζωνιανά στα ισπανικά;
Villabafo (Βιλλαμπάφο).

Πώς λέγονται οι λύκοι που ζουν στα βουνά του Ψηλορείτη?
Τσιγαριλύκοι.

Και ποιο είναι το αγαπημένο άθλημα των Ζωνιανών;
Το μπάφκετ!!!

Πώς λέγεται το γήπεδο μπάΦκετ στα Ζωνιανά;
Στάδιο ειρήνης και Φυτείας.

Τι κοινό έχουν τα Ζωνιανά με την εκκλησία;
Και στα δύο, όταν μπαίνεις, κάνεις το σταυρό σου.

14/11/07

η βία δε γράφεται με κεφαλαία

Αποκοιμιόταν στην αγκαλιά της τραγουδώντας του ψιθυριστά. Μετά, καβαλούσε το μηχανάκι της μέσα στη νύχτα και γυρνούσε στο πατρικό της. Κάποιο βράδυ, αποκαμωμένος, μετά τον έρωτα, άναψε το φως, πήρε το κεφάλι της στα χέρια του και της είπε με καμάρι πως μοιάζει με τη Rita Hayworth. Κι όταν τον ρώτησε ποια είναι αυτή η Χέυγουορθ, εκείνος, όπως πάντα την είπε "χαζούλα" και ειρωνεύτηκε την άγνοιά της.

Το επόμενο βράδυ εκείνη έμεινε σπίτι της να δει τη Gilda στο βίντεο, κι εκείνος βγήκε έξω με συναδέλφους και συντρόφους από το κόμμα. Kοιμήθηκε στα μισά της ταινίας με την εικόνα του στο μυαλό και με τσιμπήματα ζήλιας στην καρδιά της. Kοιμήθηκε τα ξημερώματα πιωμένος και βραχνιασμένος από ολονύχτιους διαξιφισμούς.

Το βράδυ που ακολούθησε τον πήρε πάλι στην αγκαλιά της, μόνο που απόψε του ζητούσε να της μιλήσει για τα παιδικά του χρόνια. Την αποπήρε πως τι να της πεί, αφού δε θα καταλάβει και τη χάιδεψε παρηγορητικά στην πλάτη. Εκείνη επέμενε.

Τότε ο Σταύρος της είπε για το κεφαλοχώρι που μεγάλωσε, τη μάνα του που τη θυμόταν να μυρίζει λιβάνι, ναφθαλίνη και τηγανόλαδο. Πως δε τη θυμόταν νέα. Τον πατέρα του που μύριζε ιδρώτα, κρασί και λασπωμένο χόρτο. Την αυλή που μύριζε νυχτολούλουδο αλλά αυτός κοιμόταν νωρίς. Της είπε που τον πήγαιναν στον κουρέα και τον ξύριζε με την ψιλή μηχανή, πως έλεγε τα κάλαντα με κοντό παντελόνι μες στο κρύο και πως τότε τους έδιναν κουραμπιέδες και λάδι αντί για χρήματα. Της μίλησε για ένα δάσκαλο που τους μελάνιαζε τις παλάμες απ΄το ξύλο και έναν άλλο που τους χαστούκιζε και έφτυνε ροχάλες μες στη τάξη. Μετά θυμήθηκε τις γάτες που πετροβολούσαν και μια που την τύφλωσαν με μια σαΐτα. Της είπε για ένα γείτονά του που τον ξεγύμνωναν και του κάνανε καζούρα γιατί ήταν θηλυκωτός. Ένας-δυο από την παρέα πιάστηκαν γερά, της είπε, ο ένας επιχειρηματίας έβγαλε χρήμα με ουρά. Ο άλλος δημοσιογράφος στην Αθήνα, μεγάλο όνομα. Της τον ανέφερε αλλά δεν τον ήξερε. Κούνησε το κεφάλι του αποδοκιμαστικά. "Ωραία περνούσαμε ρε πούστη μου" έλεγε και ξανάλεγε. Κι αργότερα της εξομολογήθηκε πως ο πατέρας του χτυπούσε συχνά τη μητέρα του αλλά δεν την είχε βρίσει ποτέ. Ποτέ, το θυμόταν καλά. Όμως από τότε ορκίστηκε στον εαυτό του να μη χτυπήσει γυναίκα στη ζωή του. Δεν είχε πει σε κανέναν άλλο γι' αυτό και την όρκισε να μην πει ούτε κείνη. Στο τέλος, σηκώθηκε από το κρεβάτι και βρήκε δυο παλιοκαιρισμένα λογοτεχνικά περιοδικά. Της έδειξε δυο ποιήματά του. Και τα δυο μιλούσαν για τη βία που μισούσε. Της τα διάβασε και μετά τη ρώτησε τι κατάλαβε. Εκείνη χαμογελούσε αμήχανα και δεν απάντησε. Της είπε πως έχει πολύ ψωμί ακόμα και την έριξε πάλι στο κρεβάτι.

Μπορεί να της διηγήθηκε κι άλλα, όμως η Θάλεια αυτά κράτησε μόνο. Όταν γύρισε σπίτι της ξενύχτησε καπνίζοντας και γράφοντας ημερολόγιο. Απόψε δεν έβρισκε ησυχία. Τον ήξερε πολύ λίγο.


Τέλος


Τώρα που βρήκα πια μιαν αγκαλιά,

καλύτερη κι απ' ό,τι λαχταρούσα,

τώρα που μου 'ρθαν όλα όπως τα 'θελα

κι αρχίζω να βολεύομαι μες στην κρυφή χαρά μου,

νιώθω πως κάτι μέσα μου σαπίζει.


Ντίνος Χριστιανόπουλος

12/11/07

Γ.: Για τη Γυναίκα, το Γήρας και το Γαμώτο

Ο πρώτος μου χειμώνας στο εξωτερικό. Τα πίνουμε σε μια pub στο Richmond του Λονδίνου, πλάι στο ποτάμι. Μια παρέα ηλικιωμένων ανδρών και γυναικών είναι όρθιοι γύρω από τη μπάρα και πίνουν μπύρες χαχανίζοντας. Κόκκινα μαγουλάκια και μυτούλες. Μια γυναίκα ανάμεσά τους με κοντά άσπρα μαλλιά και ανοιχτόχρωμα ρούχα. Πίνει μπύρα, γελάει, ευφραίνεται. Πού και πού αγκαλιάζει τον άνδρα της από την μέση και γέρνει στο στήθος του.


(από Flickr)

Έχω κατέβει σε αντιπολεμική πορεία στο κέντρο του Λονδίνου και βλέπω γύρω μου ανθρώπους κάθε ηλικίας να διαδηλώνουν με πλακάτ και σφυρίχτρες. Και μετά το βλέμμα μου σταματά πάνω σ' αυτό το ώριμο ουράνιο τόξο. Τη λάτρεψα.



Τρώμε σε ένα ταβερνάκι στο Camden Town. Έρχεται μια γιαγιάκα και κάθεται στο απέναντι τραπέζι μόνη της. Έχει μια παιδικότητα στην έκφρασή της και με μαγνητίζει. Λες και το κατάλαβε μου χαμογελά. Της ανταποδίδω. Και πάει έτσι σερί χαμόγελων μεταξύ δυο γυναικών από άλλους κόσμους. Κάποια στιγμή θέλω να τη φωτογραφίσω. Κάνει λίγο πως δε βλέπει, κατεβάζει το πηρούνι και την φωτογραφίζω βιαστικά. Μετά πάλι χαμογελάκι και ένα νεύμα σα να λέει ευχαριστώ, σα να λέει ξέρω.





Είμαι στο Άμστερνταμ για πρώτη φορά. Βλέπω γυναίκες προχωρημένης ηλικίας να κάνουν ποδήλατο.


(από Flickr)

Είναι μια Τετάρτη απόγευμα και πίνουμε σούπα δίπλα στο κανάλι σε ένα ξύλινο μπαράκι, πάλι στο ΄Αμστερνταμ. Μπαίνουν δυο κυρίες, περασμένα 60, αγκαζέ. Κάθονται σε ένα τραπεζάκι και παραγγέλνουν καφέ. Τινάζουν τα σκουφιά τους από το χιόνι.Η μια από τις δύο ανάβει τσιγάρο. Σαν σκηνή από το Coffee and Cigarettes του Jim Jarmusch. Όμοιες εικόνες μετά και στο Παρίσι, στο Δουβλίνο, στη Ζυρίχη, στη Μαδρίτη, στη Βιέννη, στη Φλωρεντία...



(από Flickr)

Στις συναυλίες , από τον Salif Keita ως τους Calexico και τους Primal Scream πάντοτε συναντούσα γυναίκες που είχαν ζήσει τουλάχιστο μισό αιώνα στη γη. Και χόρευαν και διασκέδαζαν και περνούσαν καλά και δεν ήταν δαχτυλοδεικτούμενες. Εγώ ίσως, η ελληνίδα με τα αντανακλαστικά τις παρατήρησα.

Θέλω να βλέπω μεγάλες γυναίκες στις πάμπ και στα καφέ, να οδηγούν ποδήλατα, να είναι φρικιά, να κάνουν γυμνισμό, να πίνουν και να καπνίζουν, να πηγαίνουν σε συναυλίες, να κατεβαίνουν σε πορείες. Να γερνούν έξω από τους τέσσερις τοίχους με τα σεμεδάκια, τα εικονίσματα και την καταπίεση στο μάνταλο, γαμώτο.

11/11/07

Μονόλογος μιας...πουτάνας

"Το Λευτέρη το ξέρω από όταν ήρθα Ελλάντα. Εγκώ ντούλευα σε ένα μπαράκι του ξαδέρφου του και εκεί γκνωριστήκαμε. Έπινε πολύ στην αρχή. Και κάπνιζε τρία πακέτα τη μέρα. Θάνατος δεν είναι αυτό; Και χασίσια και όλα. Μη λέμε ψέματα. Στην αρκή αυτά. Τώρα έχει κόψει τα πολλά. Γιατί αγκαπούσε μία κοπέλα. Και αυτή τον αγκαπούσε. Αφού μένανε και μαζί. Κρυφά όμως. Πρώτα ντεν τον ήθελαν οι φίλοι της. Πετσί τον έλεγαν. Τι κουβέντες είναι αυτές; Μετά ντεν τον ήθελαν οι ντικοί της γιατί ήταν βοσκός. Η κοπέλα σπούδαζε ντασκάλα στο πανεπιστήμιο. Στο Ρέθυμνο. Τον λυπόμουν να πω αλήθεια. Μετά γκνώρισε εμένα. Στην αρκή ντε με υπολόγιζε. Με είχε, να το πω έτσι, σαν πουτάνα. Μπαρόβια. Ξέρεις. Αλλά μετά κατάλαβε. Κι εγώ ντασκάλα μουσικής είχα σπουδάσει στην Ουκρανία. Αλλά είναι πολύ φτωχά εκεί. Πρώτα γκνώρισα τον ξάδερφό του τον Θοδωράκο που έκει το μπαράκι που ντουλεύω. Ντεν είχαμε ούτε ένα ευρώ και πάλι καλά μας πήρε αυτός εμένα και την φίλη μου να ντουλέψουμε παράνομα. Ντεν είχαμε κάρτα τότε. Μας βοήθησε εντάξει.Τους φοβόμοσταν στην αρκή. Μουστάκια, μελακρινοί που είναι, ψηλοί. Πολύ Κρητίκαροι ήταν, πώς να σου πω; Καταλαβαίνεις; Ντεν λέω πως είναι κακοί. Αλλά άμα ξέρεις πως έχει όπλο πάνω του φοβάσαι. Ο αντερφός του Λευτέρη είναι το πιο άγριο παιντί από όλους. Άμα έμαθα που είχε κάψει το αμάξι ενός, τρελάθηκα. Κάτι τους είχε κάνει ο άλλος. Δε ξέρω να στα πω. Τους ξεγιβέντισε λέγανε αυτοί. Το πήραν προσβολή. Αλλά ο Λευτέρης δεν είναι σαν αυτούς άγριος. Μοιάζει φοβιστικός αλλά είναι ψυχούλα. Όμως όλο τον βασανίζει κάτι. Τι έχει δε λέει κανενός. Μου λέει θέλει να με πάρει. Εγκώ τον πιστεύω. Γιατί να μου πει ψέμματα; Αλλά μια κουβέντα που είπε του πατέρα του για μένα παραλίγκο να σκοτωθούνε. Ντε με θέλουνε γιατί είμαι ξένη. Μπορεί και επειντή ντουλεύω στο μπαρ. Ειντικά η αδερφή του που είναι και μορφωμένη κοπέλα, γιατί να με λέει πουτάνα; Ντροπή ντεν είναι αυτό; Ντασκάλα ήμουνα και 'γκώ...Καταλαβαίνεις;"


10/11/07

"Από την Κρήτη με την αγάπη μου..."

Ο Κ. είναι φίλος μου και είναι πάνω από όλα ποιητής και ας μη το παραδέχεται. Είναι και επιστήμονας. Δουλεύει και στα μμε παράλληλα πάνω από δυο δεκαετίες. Διαβάζει το blog μου αλλά δεν τον πείθω να φτιάξει ένα να μοιράζεται τα ωραία πράγματα που έχει στο κεφάλι του. Χθες όμως πήρε πρωτοβουλία και μου έστειλε ένα κείμενο για να το δημοσιεύσω εδώ. Τον ευχαριστώ πολύ. Γράφει:


Από την Κρήτη με την αγάπη μου...

"Αυτό που συμβαίνει στα Ζωνιανά είναι απίθανα ψεύτικο και η εικόνα που βγαίνει από τα ΜΜΕ είναι η συνήθης εικόνα των ΜΜΕ. Να ξεσκίζουν το θέμα...τώρα ξεσκίζουν τα Ζωνιανά, τους Ζωνιανούς, τη Κρήτη ολόκληρη. Την Κρήτη που εσείς οι Έλληνες και ξένοι αγαπήσατε, θαυμάσατε, φοβηθήκατε. Τα Ζωνιανά είναι ο αδούλωτος κόσμος, η γνήσια Κρήτη, η ανυπότακτη. Ο ΖΩΝΙΑΝΟΣ δεν μπαίνει σε καλούπια, δεν συμμετέχει στην παγκοσμιοποίηση, δεν παίζει το παιγνίδι των τραπεζών, τις εκμεταλλεύεται, τις χρησιμοποιεί. Αρνιέται τους δικαστικούς κλητήρες, αρνιέται το νόμο στον οποίο εσείς έχετε υποταχτεί αμαχητί και κάνει δέκα χρόνια φυλακή... έτσι για πλάκα. Κάνει πλάκα στον μπάτσο. Τον ίδιο μπάτσο που χωρίς την στολή τον κερνά ανοικτά ρακές. Στον κόσμο του, στο άσυλο που δημιούργησε, στην ελεύθερη ζώνη του, κάποιοι βρήκαν την ευκαιρία να φυτέψουν χασίσι ... Και κάποιοι βγήκαν στην εθνική για να το πουλήσουν... και μπούκαραν οι μπάτσοι... και τους πυροβόλησαν... Κι ήρθαν τα τάνκ... Κι σας είπαν τα ΜΜΕ που σας πληροφορούν πάντα, ότι ένα χωριό, μια περιοχή, ο Μυλοπόταμος, η ψυχή της Κρήτης, είναι το κέντρο της παγκόσμιας παραγωγής ναρκωτικών... Αν το πιστέψετε σημαίνει ότι αύριο θα αλλάξουν τα πράγματα στα Ζωνιανά... Κούνια που σας κούναγε. Να μπορούσατε να ρωτούσατε ένα ΕΚΑΜίτη πώς τρέμει το φυλλοκάρδι του σα νυκτώνει..."

9/11/07

Η ματιά εκείνων που ξέρουν την Κρήτη

Μπήκαν στην πόλη οι οχτροί... Ζωνιανά, φωτογραφίες 6/11/07







Και γράφει η Γητεύτρια με αφορμή τα τελευταία γεγονότα στα Ζωνιανά...

"Ευρισκόμενη εκτός ελληνικής επικαιρότητας, ξέρω το θέμα μέσες άκρες. Από αυτά που γράφετε εσείς κυρίως. Γνωρίζοντας όμως την Κρήτη εκ των έσω, συμφωνώ απόλυτα μαζί σου, χωρίς να κατηγορώ και όσους δεν κατανοούν την ιδιαιτερότητα του κρητικού λαού.

Όποιος δεν είναι Κρητικός αδυνατεί να καταλάβει και πολύ εύκολα δίνει καθαρά νομική διάσταση στο θέμα, ενώ είναι αφάνταστα πιο πολύπλοκο. Δεν είναι θέμα νόμου εδώ.
Οι ισορροπίες είναι πολύ λεπτές. Οι Κρητικοί βαδίζουν σε τεντωμένο σχοινί πάντα. Έτσι μεγαλώσανε, έτσι μάθανε. Αυτή είναι η κρητική ψυχή. Με νόμους, με απαγορεύσεις, με φυλακίσεις, με μπάτσους, δεν πρόκειται να γίνει τίποτα. Ο Κρητικός έδειξε το μεγαλείο της ψυχής του σε κάθε δύσκολη στιγμή του νησιού. Αυτό το μεγαλείο όμως ταυτίζεται με την κουζουλάδα, αλλιώς δε θα υπήρχε. Πάνε πακέτο. Η γενναιότητα και η ανδρεία και η αυτοθυσία, απέχει ελάχιστα χιλιοστά από την τρέλα, τον παραλογισμό και την απερισκεψία.

Το λάθος λοιπόν είναι πολιτικό. Η Κρήτη κάποτε είχε το Βενιζέλο της. Η Κύπρος το Μακάριό της. Οι Κρητικοί δεν είναι κακοποιοί. Κουζουλοί είναι με την καλή έννοια. Μπροστάρηδες χρειάζονται που με λεπτούς χειρισμούς θα τους πάνε από την πίσω μεριά του σχοινιού που ακροβατούν για να μην τσακιστούν. Εκεί είναι το δικό μου μεγάλο κατηγορώ στην πολιτική ηγεσία και στη διανόηση. Με ρουφιανιές και συλλήψεις δεν ξαρματώνονται. Όπως διαπιστώνει κανείς και από τις μαντινάδες, έχουν ταυτίσει την αρματωσιά με την τιμή τους. Για να το πω πιο απλά, τα όπλα γι αυτούς έχουν την ιερότητα εικονισμάτων. Μην το γελάτε, είναι πολύπλοκο και πολυσύνθετο, δεν είναι απλό. Το τρελό δε, είναι ότι έχουν και μια αγνότητα, αφέλεια να το πω, αφοπλιστική. Βγαίνει δηλαδή δημόσια στο βίντεο και τα λέει χύμα στο κύμα και «κρεμάει» αυτόν ή αυτήν που «καθάρισε». Γιατί όλοι αυτοί όπως είπατε, έχουν έλλειψη παιδείας μεν, αλλά είναι και τέτοια η κουζουλάδα τους που δεν καταλαβαίνουν Θεό.

Καλώς ή κακώς, συνετά ή κουζουλά, έτσι καβαλάνε ιστούς οι λεβέντες και τους βρίσκει ο χάρος με το τσιγάρο στα χείλη. Οι ήρωες δεν είναι οι διανοούμενοι που εκλογικεύουν τα πάντα. Ήρωες είναι οι κουζουλοί που άγονται και φέρονται από το συναίσθημα. Αυτό το συναίσθημα προσωπικά, θέλω να διαφυλαχτεί με το ελάχιστο κόστος. Η καταστολή και ο νόμος δεν παίζει... εκπαίδευση και λεπτοί χειρισμοί χρειάζονται, μα ποιος να τους κάνει;"


Και για το κλείσιμο, ο Γιάννης Αγγελάκας με τους Επισκέπτες και τον Ψαρογιώργη τραγουδούν Μέσα μου ο αέρας που φυσά.





Στο τεστ νομιμοφροσύνης που μας έχουν υποβάλλει τις τελευταίες μέρες εγώ πάτωσα. Του χρόνου πάλι. Όταν θα βαφτίσουν -οι ίδιοι οι συντέκνοι- τους Ζωνιανούς "τρομοκράτες". Remember, remember the 5th of November. V for Vendetta.

7/11/07

Μαντινάδες των Ζωνιανών

Μέρος της σύγχρονης κρητικής μουσικής παράδοσης ασχολείται με τις συμπλοκές Κρητικών με ειδικά σώματα της αστυνομίας. Το είδος αυτό έχει χαρακτηριστεί ως σκουπίδια της λαϊκής παράδοσης επειδή θεωρούνται "στίχοι ανομοιοκατάληκτοι, ακαταλαβίστικοι, χωρίς νόημα και περιεχόμενο, χωρίς κρητικό ιδιωματικό λόγο, που μιλούνε για κλεψές, μπιστόλια, ΕΚΑΜ, ρουφιάνους, ουίσκια και για πολλές άλλες αηδίες". Η κατρακύλα της ποιότητας της κρητικής μαντινάδας στηλιτεύεται τους ίδιους τους εκπροσώπους του είδους, λέγοντας χαρακτηριστικά "γέμισε η γης κι ο κόσμος μαντιναδολόγους που ο ένας μιμείται και αντιγράφει τη βλακεία του άλλου, χωρίς αιδώ, καμαρώνουν κι από πάνω που το όνομά τους ακούστηκε στον αέρα και έτσι έγιναν κάποιοι, υπάρχουν[...] Γι αυτό σήμερα οι μαντινάδες στο 95% είναι άχρωμες, άτεχνες, χωρίς ουσία και τέλος κακόγουστες. Γιατί δυστυχώς ούτε έλεγχος από κάποιο ραδιοτηλεοπτικό συμβούλιο υπάρχει, πολύ περισσότερο δε, αυτοέλεγχος και αυτολογοκρισία. Και πώς να υπάρξει αυτολογοκρισία από τους συγκεκριμένους αφού είναι όλοι απαίδευτοι."
Για άλλη μια φορά η έλλειψη παιδείας και πολιτισμού εμφανίζεται ως ο βασικός λόγος που αναπαράγεται το συγκεκριμένο είδος μαντινάδας. Όμως, κι εδώ είναι που διαφωνώ, κατηγορείται ο ίδιος ο λαός, και μεμονωμένα τα άτομα, (και) γι' αυτό το πρόβλημα. Η θέση μου είναι πως δε μπορούμε να αποδίδουμε κατηγορίες αβρόχοις ποσί στον πιο αδύναμο κρίκο μιας ισχυρής αλυσίδας αιτιών.
Από την άλλη μεριά, παρά την φτωχή τους ποιότητα, οι συγκεκριμένες μαντινάδες είναι πλούσιες σε συμβολισμούς και κώδικες που με προσεχτική μελέτη μπορούν να δώσουν πολύ ενδιαφέρουσες όψεις από την κουλτούρα όσων τις παράγουν.
Απομαγνητοφώνησα κάποιες μαντινάδες από το CD του Νίκου Κυριακάκη με τίτλο "Υπάρχει Λόγος" που μπορείτε να το ακούσετε εδώ. Το συγκεκριμένο CD καταπιάνεται με τις συμπλοκές Μονοφατσιωτών και Μυλοποταμιτών με τους Ειδικούς Φρουρούς. Επίσης, εδώ, μπορείτε να δείτε τον Κονταρό (κουμπάρο της Ντόρας Μπακογιάννη), να τραγουδάει υπό τη συνοδεία λύρας την περιπέτειά του με τα ΕΚΑΜ όταν συνελήφθη για παράνομη οπλοχρησία.

------------------------------------------------------------

Ήρθανε Ειδικοί Φρουροί να μάθουνε τσι τόπους
και για να προστατέψουνε τσ' ανήμπορους ανθρώπους.

Δεν είδα πρίνο στο γιαλό, στα όρη αρμιρίκι
κι άσκημα πάει στσι άναντρους το καπετανιλίκι.

Στη ράτσα απού βγαίνουνε άντρες γεροί ανήκω
και πρέπει να το σέβομαι χρέος μου και καθήκον.

Τα ανώνυμα τηλέφωνα που παίρνουνε και δίνουν
πληροφορίες στσοι φρουρούς, ήσυχο δε μ' αφήνουν.

Δυο-τρεις κακοσειριάρηδες κουκουλοφόροι μπάτσοι
Βορίζα θα το κάμουνε όλο το Μονοφάτσι.

Δυο-τρεις κακοσειριάρηδες EKAM κουκουλοφόροι
φταίνε και εφτακέφαλα θεριά 'ναι οι δικηγόροι.

Δυο-τρεις κακοσειριάρηδες που δε τσοι υπολογίζω
θέλουνε να με κλείσουν κι όξω να μην πορίζω.

Δυο-τρεις Φρουροί προσπάθησαν να μ' εξουδετερώσουν
μα θέλει τόλμη και ψυχή όπου'μαι να σιμώσουν.

Εις το σπαθί μου δε μπορεί μύγιας φτερό να αγγίξει
κι όσοι μου αντισταθήκανε, τους τό΄χω αποδείξει.

Πάντα βαδίζω άοπλος όμως τα καταφέρνω
στον πιο σκληρό αντίπαλο αντίσταση να φέρω.

Πάντα θα συναρμολογώ κομμάτια των ονείρω
κι ας το θωρώ πως μ' έχουνε στόχο από γύρω-γύρω.

Πάντοτε μιας ψηλής κορφής οι χαμηλές τι λένε;
Για δε μπορούν το ύψος της να φτάσουν και ας το θένε.

Χωρίς αμάξι και λεφτά ένας βοσκός δεν κάνει
και να πεινούνε και τα ζα στην τρέλα τονε βγάνει.

Όπου βοσκός και ανθρωπιά, αντρειά, κουβαρνταλίκι
φιλότιμο, αισθήματα και καπετανιλίκι.

Καλλιά 'χω να έχω ενα μαυρο 'ζο και ένα πόδα να χει
παρά το ακριβότερο αμάξι που υπάρχει.

Αρνήθηκα τα πρόβατα πού' βλεπα από κοπέλι
γιατί μου κάνει δήλωση βοσκό πως δε με θέλει.

Η βοσκική κι η αρμεγιά δε με στεναχωρούνε
μόνο να βρίσκουνε τα 'ζα χόρτα να μη πεινούνε.

Όλα τα επαγγέλματα το ένα με το άλλο μοιάζει
εκτός από τση βοσκικής που έχει άλλο χάζι.

Στο κέντρο τση καπετανιάς είναι το Μονοφάτσι
κι ύστερα ο Μυλοπόταμος κι εκειά έχουν έδρα οι μπάτσοι.

Οι άντρες δε λυγίζουνε ο,τι κι αν τος ε-λάχει
κι ένα πουλί απού πετά δύναμη πρέπει νά'χει.

Ήρθανε ειδικοί φρουροί κι έχω μεγάλη ευθύνη
γιατί τα όπλα του χωριού επήρα υπ' ευθυνη.

Ήρθανε ειδικοι φρουροι και βρήκα τον μπελά μου
και βασιλεύει άδυτος ο ήλιος στα οζά μου.

Με καθαρό το πρόσωπο εις το χωριό μου βγαίνω
γιάντα μου κάνουν έφοδους δε το καταλαβαίνω.

Μού 'πανε πως στην έφοδο την άλλη θα μου βρούνε
το πιο καλό πιστόλι μου για να με εκδικηθούνε.

Μα και πιστόλι να κρατώ πάλι δε θα το βρούνε
γιατί θαρρώ πως πρέπει τους καλά να εκπαιδευτούνε.

Στη ράτσα απού' χει οπλαρχηγούς και καπετάνιους βγάλει
ανήκω και δε δέχομαι κανείς να την προσβάλλει.

Η Κρήτη όλοι ήμπλεξε και είναι οι φρουροί η αιτία
που δεν την τρομοκράτησε ούτε δικτατορία.

Μου βρήκανε το μπράουνι οι φρουροί τσ' αστυνομίας
και με καταδικάσανε σα να 'μαι εγκληματίας.

Εγώ το λέω φανερά κι ας γίνω άνω κάτω
"φρουροί τα όπλα τά 'χωσα και τα 'χω στο μιτάτο."

Τα όρη, πέτρες, τα κλαδιά και τα οζά πενθούνε
άμα φυλακιστεί ο βοσκός και δεν τονε θωρούνε.

Τσιγάρα, σπίρτα, ράδιο, κιάλια κουδούνια, σκύλοι
τα όρη, η βέργα κι η βροχή είναι του βοσκού οι φίλοι.

Ήρθαν ειδικοί φρουροί, θε μου και πως θα αντέξω
αν-ε μου βρούνε τα άρματα ποτέ δε θα ξεμπλέξω.

Και οι Φρουροί σαν θα με δουν αλλάζουνε πορεία
δε θένε λέει μπλεξίματα με τέτοιο εγκληματία.

Οπλοφορώ μα τσοι Φρουρούς τους έχω αγνοήσει
γιατί τση Κρήτης το έθιμο κανείς δε θα το σβήσει.


--------------------------------------------------------------------------

Μικρό γλωσσάρι

κακοσειριάρης>κακή+σειρα= κακό σόι
πορίζω>πόρος= βγαίνω έξω
οζά>ζώα
θωρώ>ορώ= βλέπω
εκειά>εκεί
καλλιά>κάλλιον=καλύτερα
γιάντα=γιατί
μιτάτο= πετρόχτιστη, συνήθως κυκλική, με ξερολιθιά (χωρίς αρμούς ανάμεσα στις πέτρες) κατοικία του βοσκού. Τα ζωντανά, είναι στο μαντρί έξω και γύρω από το μιτάτο.

6/11/07

Σκέψεις με αφορμή τα πρόσφατα γεγονότα στα Ζωνιανά της Κρήτης

Με αφορμή το επεισόδιο μεταξύ Ζωνιανών και ΕΛ.ΑΣ. θέλω να σημειώσω μερικές σκέψεις.

Η κουλτούρα της Κρήτης διατηρεί ολοζώντανη την ιδιαιτερότητα της κυρίως γιατί είναι περιχαρακωμένη γεωγραφικά, πολιτισμικά, ιστορικά, γλωσσολογικά και πολιτικά. Αυτή η εσωστρέφεια αναπαράγει τον τοπικισμό σε σχέση με την υπόλοιπη Ελλάδα, τους "πανωελλαδίτες", όπως λέγονται στην κρητική ντοπιολαλιά. Η γενναιότητα ("αντριγειά"), η τόλμη, η τιμή, το να αψηφάς τον κίνδυνο και το θάνατο είναι εγγενή χαρακτηριστικά της κουλτούρας των ορεινών χωριών στα Σφακιά (Χανίων), τον Μυλοπόταμο (Ρεθύμνου) και το Μονοφάτσι (Ηρακλείου), περιοχές όπου παραδοσιακά παρατηρείται αυξημένη εγκληματικότητα και παραβατικότητα.

Το δίκαιο είναι μια υπόθεση που επίσης θεωρείται εσωτερική υπόθεση για τους κατοίκους των συγκεκριμένων, αλλά όχι μόνο, περιοχών. Επικρατεί η λεγόμενη αυτοδικία η οποία εδράζεται σε αυστηρούς κώδικες τιμής και ήθους. Έτσι, η εμπλοκή του απρόσωπου κράτους είναι προσβολή στα τοπικά ήθη.

Η εσωστρέφεια παρατηρείται και στη σχέση των συγκεκριμένων περιοχών με τα ΜΜΕ. Η εμπλοκή των μμε σε ό,τι θεωρείται εσωτερική υπόθεση εμποδίζεται. Για παράδειγμα, ένας κρότος αν ακουστεί στην Αθήνα θα βγουν τουλάχιστον δέκα αυτόπτες μάρτυρες στις κάμερες να πουν τα κλασσικά "ακούσαμε ένα μπάμ και πεταχτήκαμε έξω" κλπ. Αυτό στα χωριά που αναφέρομαι είναι ταυτόσημο της ρουφιανιάς και δεν επιτρέπεται.

Οι πολιτικοί που πιθανώς σήμερα θα βγουν να καταδικάσουν την αιματηρή συμπλοκή έχουν δεσμούς αίματος και κουμπαριές ("συντεκνιές") με τα χωριά αυτά. Γνωρίζουν ως τη ρίζα τους τα παραβατικά φαινόμενα. Γνωρίζουν ονομαστικά όλους τους κατοίκους των περιοχών αυτών μια που περιοδεύουν από σπίτι σε σπίτι ψαρεύοντας ψήφους. Γνωρίζουν ασφαλώς την παράνομη οπλοχρησία όταν οι πυροβολισμοί ("μπαλωθιές") συνοδεύουν απαραίτητα γάμους, βαφτίσεις ακόμα και κηδείες. Μάλιστα σε πολλές βαφτίσεις είναι οι ίδιοι οι πολιτικοί νονοί και βέβαια αυτόπτες μάρτυρες του πανδημικού φαινομένου της οπλοχρησίας. Γνωρίζουν τη νοοτροπία και την κουλτούρα των Μυλοποταμιτών. Γνωρίζουν και από πού βιοπορίζονται, ακόμα και όταν αυτό αφορά σε παράνομες μεθόδους. Και βέβαια εθελοτυφλούν αναπαράγοντας απλώς τις πελατειακές σχέσεις του πολιτικού συστήματος. Με άλλα λόγια, ενώ οι πολιτικοί έχουν άριστη γνώση των προβλημάτων της κρητικής υπαίθρου, δεν κάνουν τίποτα άλλο από το να αναπαράγουν και να ενισχύουν τα ψηφοθηρικά αλισβερίσια και τα ρουσφέτια, να καμώνονται τους ανήξερους όταν προκύπτει θέμα, να καταδικάζουν υποκριτικά τα φαινόμενα βίας και παραβατικής συμπεριφοράς και να αφήνουν ουσιαστικά την Κρήτη στην τύχη της.

Ο οικονομικός μαρασμός της Κρήτης (1,2 , 3, 4, 5, 6 ) είναι ένας πάρα πολύ σημαντικός παράγοντας για την εμφάνιση παράνομης δράσης (εμπόριο ελαφρών ναρκωτικών, όπλων, ληστείες, τζόγος, μαστροπεία, ζωοκλοπές κ.α.) όπου οι συνθήκες το ευνοούν. Το γεγονός ότι η Κρήτη εισπράττει ψίχουλα σε σχέση με το τι αποδίδει από τις πλουτοπαραγωγικές της πηγές είναι αιτία σταθερής και όχι άδικης γκρίνιας για τους κατοίκους του νησιού. Κατηγορείται με άλλα λόγια το υδροκέφαλο αθηνοκεντρικό κράτος ότι στερεί στους κατοίκους του νησιού αυτά που δικαιωματικά τους ανήκουν.

Μάλιστα, κι αυτό είναι ανησυχητικό, νέοι άνθρωποι και δη από τις μεγάλες πόλεις του νησιού φλερτάρουν με την ιδέα της αυτονόμησης της Κρήτης το 2012 και επιστροφή στην Κρητική Πολιτεία αναζωπυρώνοντας τον τοπικισμό. Ας μη θεωρήσει κανείς πως το περιστατικό στο Παγκρήτιο Στάδιο ήταν μεμονωμένο. Όποιος έχει επαφή με την Κρητική νεολαία μπορεί να παρατηρήσει το πώς σύμβολα της Κρητικής Πολιτείας έχουν παρεισφρήσει μέσα στην καθημερινότητα των νέων. [Κλικ εδώ για μια εκτεταμένη διαδικτυακή κουβέντα που δυστυχώς όμως έχει λογοκριθεί αρκετά από τους διαχειριστές].

Έτσι το ελληνικό κράτος (που είπαμε πως αντιλαμβάνεται ως εχθρός παρά ως προστάτης) επιβάλλει την αστυνόμευση και την καταστολή ως το μοναδικό ουσιαστικό μέτρο επίλυσης των προβλημάτων που προκαλούνται από ένα πολυπαραγοντικό αιτιακό φάσμα. Η αύξηση της αστυνόμευσης αντιλαμβάνεται από κάποιους ως ρεβανσιστικό κατάλοιπο μιας δεξιάς κυβέρνησης προς ένα παραδοσιακά φιλοπασοκικό πληθυσμό. Από την άλλη, ας μη ξεχνάμε το άγριο μένος των ΤΑΕ, ΕΚΑΜ, ειδικών φρουρών κλπ όταν πρόκειται για αστυνομικές επιχειρήσεις στην Κρήτη. Η περίπτωση του άτυχου Ηρακλή Μαραγκάκη, ενός 22χρονου νέου που έπεσε νεκρός από τα πυρά ειδικού φρουρού των ΤΑΕ, είναι δηλωτική της κατάστασης.

Είναι αλήθεια ότι ο πολιτισμός λειτουργεί κατευναστικά στα αγκάθια της Κρητικής κουλτούρας. Για παράδειγμα, τα Ανώγεια που είναι ας πούμε η μητρόπολη για το Μυλοπόταμο και τις αποικίες, (πχ Μονοφάτσι) δεν εμφανίζει τέτοιες ακραίας μορφής παραβατικές συμπεριφορές. Είναι αλήθεια πως η συμβολή του Μάνου Χατζιδάκι, του Νίκου Ξυλούρη (Ανωγειανός ο ίδιος), του Ψαραντώνη, του Λουδοβίκου των Ανωγείων, του Βασίλη Σκουλά και πολλών άλλων ανθρώπων των γραμμάτων και των τεχνών ήταν καθοριστική. Για παράδειγμα, εδώ και μια δεκαετία σχεδόν διοργανώνονται στα Ανώγεια τα Υακίνθεια ένα πολύ αξιόλογο θερινό φεστιβάλ ενώ έχουν έχουν ιδρυθεί λαογραφικά μουσεία και έχει οργανωθεί εμπόριο έργων λαϊκής τέχνης και αγροτουρισμός.

Παράλληλα όμως, δημιουργούνται και αναπαράγονται τα λεγόμενα "σκυλοκρητικά". Πρόκειται για μαντινάδες, έπη ολόκληρα, τα οποία αφηγούνται πολύ σύγχρονα περιστατικά συμπλοκής της ελληνικής αστυνομίας με τους Κρητικούς, εξυμνώντας προφανώς την ανδρεία των τελευταίων, σαρκάζοντας και περιφρονώντας το ρόλο των πρώτων.

Τέλος, επειδή απέχω από τις όψιμες υστερίες για ένα χρόνιο φαινόμενο και επειδή οι Κρητικοί έχουν πηγαίο χιούμορ θα κλείσω με μια μαντινάδα.

Εκάνανε μου τα ΕΚΑΜ σαρανταπέντε μπλόκα

μα δεν υπολογίσανε το τούρμπο στο Τογιότα.


5/11/07

συμπτώσεις και συμπτώματα τρομοϋστερίας

Περίεργες αλλά όχι και ανεξήγητες συμπτώσεις συμβαίνουν τελευταία στην Ελλάδα σε σχέση με τις κάμερες και το δικαίωμα του πολίτη να διαμαρτύρεται και να διαδηλώνει.

Σύμπτωση νο1 : Προεκλογικά, όταν κάηκαν δέντρα, περιουσίες και άνθρωποι , ο Πολύδωρας είχε εκστομίσει το ανεκδιήγητο περί ασύμμετρης απειλής που ούτε στις πρόσφατες πυρκαγιές της Καλιφόρνια, τη μήτρα της τρομοϋστερίας, δεν τόλμησαν να πουν τέτοια ανοησία.

Σύμπτωση νο2: Όμως και άλλα πρωτοκλασάτα μέλη της κυβέρνησης, εκτός από τον VP, είχαν κάνει λόγο για εμπρηστές φωτογραφίζοντας ούτε λίγο, ούτε πολύ τους γνωστούς-άγνωστους. Για παράδειγμα, στη συνέντευξη που παραχώρησε η Ντόρα Μπακογιάννη στο politiko blog , όταν ρωτήθηκε πού αποδίδει τα αίτια των φετινών πυρκαγιών απάντησε:

α) Στην αμέλεια των Ελλήνων (βλ.χωματερές, σκουπίδια κλπ).
β) Στην αμέλεια και στις ψυχιατρικές διαταραχές εμπρηστών.
γ) Σ’ αυτούς που το χειμώνα καίνε μαγαζιά και τον άγνωστο στρατιώτη και το καλοκαίρι καίνε δάση.

Ούτε λόγος για οργανωμένα συμφέροντα, πληρωμένους εμπρηστές, οικοπεδοφάγους κλπ. Οι χαζοί, οι τρελοί και οι αντιεξουσιαστές κάψανε τα δάση, σύμφωνα με τα λεγόμενα της N.M.
Προφανώς παρίστανε πως δε καταλάβαινε ότι οι αντιεξουσιαστές όταν εκφράζουν την οργή τους, αυτή στρέφεται προς το αστικό περιβάλλον και ποτέ προς το φυσικό περιβάλλον.

Σύμπτωση νο3: Ο Γιακουμάτος, ο Ρουσσόπουλος και πολλοί άλλοι -έστω και λιγότερο επιφανείς- στις τάξεις της ΝΔ με ανάλογες δηλώσεις έμοιαζαν να προβοκάρουν ένα θερμό χειμώνα, που θα οδηγήσει ενδεχομένως στην αναζωπύρωση των μετώπων στις συνήθεις αστικές οδούς και λεωφόρους.

Σύμπτωση νο4: Σύγχρονα με τέτοιου τύπου εμπρηστικές δηλώσεις, προωθείται μια σειρά από μέτρα κατά του δικαιώματος του πολίτη να διαμαρτύρεται (βλ.κατάργηση ασύλου, μέτρα κατά των καταλήψεων) αλλά και ενάντια στον αντιεξουσιαστικού χώρου ( βλ. αντιτρομοκρατικοί νόμοι).

Σύμπτωση νο5: Αργότερα, αφού κέρδισε η ΝΔ τις εκλογές, το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης συγχωνεύθηκε με το Υπ.Εσωτερικών και παραδόξως δεν ανησύχησε κανέναν αυτή η ενέργεια. Όμως, οι πιο υποψιασμένοι αναφέρονται στο παράδειγμα των σκληρά αστυνομοκρατούμενων κρατών (βλ. Μ.Βρετανία, ΗΠΑ) τα Υπ.Δημόσιας Τάξης ανήκουν στο Εσωτερικών. Ακόμα υπάρχουν Συμβούλια Ασφαλείας (Homeland Security) κάτι που θα αναβαθμίσει τον κατασταλτικό ρόλο του Χηνοφώτη και του ΚΥΣΕΑ.

Σύμπτωση νο6: Επιχειρείται νομιμοποίηση της λειτουργίας των καμερών και ηλεκτρονικής παρακολούθησης των διαδηλωτών ενώ εκκρεμεί η απόφαση του ΣτΕ για την υπόθεση. Τέτοια πρεμούρα δηλαδή να επιβληθεί το ηλεκτρονικό φακέλωμα των διαδηλωτών που γράφουν κανονικά το ΣτΕ και την Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων.

Σύμπτωση νο 9/11: Όποιος δεν είναι με το μέρος μας, είναι εναντίον μας. Είμαστε όλοι τρομοκράτες. Να κάνω και μια πρόβλεψη. Οι όροι "γνωστοί-άγνωστοι", "αναρχικοί" και "αντεξουσιαστές" θα αντικατασταθούν στο δημοσιογραφικό λόγο με το δόκιμο όρο "τρομοκράτες". Remember, remember the 5th of November.

Συμπτωματικά, οι χαμένες διδακτικές ώρες αναπληρώνονται, και οι σπασμένες τζαμαρίες αντικαθίστανται. Όταν χαθούν όμως ατομικά δικαιώματα και ελευθερίες;

3/11/07

Τις μέρες

Να μπορούσα τις μέρες που άδειες
με προσπερνάνε, να φύλαγα
για τον ερχομό του έρωτα
που θα κρατήσει πάλι
τόσο λίγο.

1/11/07

Σονάτα του σεληνόφωτος

Εδώ, η Μελίνα Μερκούρη απαγγέλλει συγκλονιστικά τη Σονάτα του σεληνόφωτος του Γιάννη Ρίτσου. Την απαγγελία συνοδεύει σύνθεση του Μάνου Χατζιδάκι.


Σονάτα του σεληνόφωτος-Γιάννης Ρίτσος
(απόσπασμα)

Ανοιξιάτικο βράδυ. Μεγάλο δωμάτιο παλιού σπιτιού. Μια ηλικιωμένη γυναίκα ντυμένη στα μαύρα μιλάει σ᾿ έναν νέο. Δεν έχουν ανάψει φως. Απ᾿ τα δυο παράθυρα μπαίνει ένα αμείλικτο φεγγαρόφωτο. Ξέχασα να πω ότι η γυναίκα με τα μαύρα έχει εκδώσει δυο-τρεις ενδιαφέρουσες ποιητικές συλλογές θρησκευτικής πνοής. Λοιπόν, η γυναίκα με τα μαύρα μιλάει στο νέο.

Άφησέ με νάρθω μαζί σου. Τί φεγγάρι απόψε! Είναι καλό το φεγγάρι, - δε θα φαίνεται που άσπρισαν τα μαλλιά μου. Το φεγγάρι θα κάνει πάλι χρυσά τα μαλλιά μου. Δε θα καταλάβεις. Άφησέ με νάρθω μαζί σου.

Όταν έχει φεγγάρι, μεγαλώνουν οι σκιές μες στο σπίτι, αόρατα χέρια τραβούν τις κουρτίνες, ένα δάχτυλο αχνό γράφει στη σκόνη του πιάνου λησμονημένα λόγια - δε θέλω να τ᾿ ακούσω. Σώπα.

Άφησέ με νάρθω μαζί σου λίγο πιο κάτου, ως τη μάντρα του τουβλάδικου, ως εκεί που στρίβει ο δρόμος και φαίνεται η πολιτεία τσιμεντένια κι αέρινη, ασβεστωμένη με φεγγαρόφωτο τόσο αδιάφορη κι άυλη, τόσο θετική σαν μεταφυσική που μπορείς επιτέλους να πιστέψεις πως υπάρχεις και δὲν υπάρχεις πως ποτέ δεν υπήρξες, δεν υπήρξε ο χρόνος κ᾿ η φθορά του. Άφησέ με νάρθω μαζί σου...



[Ολόκληρο το έργο, εδώ.]