27/8/14

Στο εργαστήρι του συγγραφέα (περιοδικό Fractal)

Τα φώτα στο βάθος είναι μία συλλογή από τριάντα οκτώ αφηγήσεις μικρού μήκους. Τι σημαίνει «αφηγήσεις μικρού μήκους» και γιατί δεν επιλέξαμε, ο εκδοτικός οίκος και η συγγραφέας, έναν πιο συμβατικό όρο ως υπότιτλο στο εξώφυλλο του βιβλίου για να προσδιορίσουμε το είδος; Για να απαντηθεί αυτό το ερώτημα θα πρέπει να κινηθούμε στα ενδότερα του εργαστηρίου. Παρακαλώ, ακολουθήστε με…

Κάποιο απόγευμα στα μέσα Αυγούστου του μακρινού 2007, στο επίσης μακρινό Λονδίνο, γεννήθηκε το μπλογκ «Του κανενός το ρόδο». Η δημιουργία του μπλογκ συνέπεσε με τη διάπραξη ενός από τα μεγαλύτερα ανοσιουργήματα της ζωής μου, την κατάχρηση της συγκεκριμένης φράσης ως διαδικτυακής μου ταυτότητας. «Του κανενός το ρόδο» προέρχεται από ποίημα του Παούλ Τσελάν, και αποτελεί ταυτόχρονα τον τίτλο ποιητικής συλλογής στα ελληνικά από τις εκδόσεις Άγρα. Η γέννηση του μπλογκ, πέρα από τη διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος, συμπίπτει και με έναν θάνατο, κάνοντας ακόμα πιο σπλάτερ το γεγονός.

Λίγους μήνες πριν, είχα αποφασίσει να πάψω να γράφω ποίηση, εξτρήμ σπορ στο οποίο επιδιδόμουν επί είκοσι συναπτά έτη, δηλαδή από εννιά χρονών. Όμως σε κάποια στιγμή έκλαμψης -στην αδιάλειπτη έτσι κι αλλιώς διαδικασία της αυτεπίγνωσης- συνειδητοποίησα πως δεν είμαι αυτή που θα αναγνώριζα ως «καλή ποιήτρια», παρά το γεγονός ότι είχα την τύχη να δημοσιευθεί, να μελοποιηθεί και να απαγγελθεί η ποίησή μου στις απειροελάχιστες απόπειρες που έκανα να τη δημοσιοποιήσω.

Και έτσι, εθισμένη στο γράψιμο από παιδί, στράφηκα, όπως είναι μάλλον φυσικό, σε ένα άλλο είδος γραφής, στον πεζό λόγο και πιο συγκεκριμένα στο μπλόγκιν, που το αντιλαμβανόμουν ως ένα συνδυασμό προσωπικού ημερολογίου, χρονογραφήματος, αρθρογραφία και διηγηματογραφίας και οπωσδήποτε σάτιρας. Βέβαια, επιδέχεται και πολλούς άλλους συνδυασμούς, αλλά μάλλον δε με αφορούσαν σε εκείνη τη φάση. Στα χρόνια που ακολούθησαν πόσταρα στο μπλογκ πολλά κείμενα, που ακόμα έχω μία δυσκολία, όπως είναι φανερό, να προσδιορίσω το είδος στο οποίο ανήκουν, γι’ αυτό διάλεξα να τα πω «αφηγήσεις μικρού μήκους». Οι αφηγήσεις λοιπόν αυτές γράφτηκαν μέσα σε πέντε χρόνια (2007- 2012), στο Λονδίνο και σε άλλα μέρη της Ευρώπης που ταξίδευα τότε, στην Αθήνα και σε άλλα μέρη της Ελλάδας όπου έχω περιοριστεί τα τελευταία χρόνια. Μαθημένη από τα χρόνια που έγραφα στίχους, συνήθιζα να καταγράφω τις ιδέες για τις αφηγήσεις μου όπου τύχει, από ένα σημειωματάριο τσέπης, μέχρι ένα φύλλο στο Word και βέβαια στα πακέτα από τα τσιγάρα και αλλού. 

Εκείνο όμως που έχω να ανακαλώ στη μνήμη μου ως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα συμπόρευσης με το γράψιμο είναι το εξής. Είμαι για διακοπές στην Άνδρο το 2010 με το σύντροφό μου και την κόρη μας που ήταν τότε περίπου δύο ετών. Έχουμε αποφασίσει να μην κουβαλήσουμε μαζί λάπτοπ, αλλά δυστυχώς κατά το δεκαήμερο των διακοπών συλλαμβάνω την ιδέα για το διήγημα «Επικήδειος αντίλογος». Ανήμπορη να αντισταθώ στον πειρασμό να το γράψω όταν επιστρέψω στο σπίτι, πληκτρολογώ στο κινητό μου ένα κείμενο χιλίων εξακοσίων λέξεων! Πολύ φοβάμαι πως το εργαστήρι του συγγραφέα είναι ό,τι το όστρακο για τη χελώνα. Το κουβαλάς παντού. Αν και είναι ένα καβούκι, που όταν κρύβεσαι μέσα του, σε κάνει ακόμα πιο διάφανο…”



7/8/14

Οι αόρατοι άνθρωποι των διακοπών

Οι αόρατοι άνθρωποι των διακοπών λιάζονται ξαπλωμένοι στην παρακείμενη ψάθα, ευωδιάζουν κάποιο εξωτικό άρωμα αντηλιακού, ή, ίσως, οσμή γνήσιας ανθρωπίλαα με κάποια μυρωδιά θαλασσινής αύρας.
Κάθονται στην απέναντι καρέκλα και περιδρομιάζουν με όρεξη τα εδέσματα μιας καλοκαιρινής ταβέρνας, καθώς τους έχει θερίσει η πείνα από το κολύμπι ή απλώς η άρση των περιορισμών,
κάνουν παπάρες στη χωριάτικη και ρίχνουν ένα υπόκωφο ρέψιμο μετά τη βαρελίσια μπύρα, ή τρώνε με σύνεση χόρτα βραστά και ψαρικά πίνοντας εμφιαλωμένο νερό, ενώ ρεμβάζουν τον ορίζοντα.
Οι αόρατοι άνθρωποι των διακοπών φοράνε τα καπέλα τους ή δεν τα φοράνε, διαβάζουν κάποιο βιβλίο στην ακρογιαλιά ή δεν διαβάζουν. Οπωσδήποτε όμως κρατούν μια φωτογραφική μηχανή στο χέρι, άλλοτε σφηνωμένη ανάμεσα σε χίλιες δυο εφαρμογές του κινητού, άλλοτε μεγαλόσχημη που απαιτεί δυο χέρια για να τη στηρίξεις και αρκετές δεξιότητες να την υποστηρίξεις.
Στο τέλος των διακοπών θα λένε πως είχαν επισκεφθεί την ίδια χρονική περίοδο, το ίδιο θέρετρο και διέμειναν στο ίδιο ακριβώς κατάλυμα και μάλιστα στον ίδιο αριθμό δωματίου. Όμως η μαρτυρία τους θα είναι αδύνατο να αποδειχτεί εφόσον το πιο αδιάσειστο τεκμήριο απουσιάζει: δεν εμφανίζονται σε καμία φωτογραφία.
Οι αόρατοι άνθρωποι απαθανατίζουν τους άλλους και παραμένουν οι ίδιοι φαντάσματα που πλανώνται στην αθέατη πλευρά των πιο καταγεγραμμένων στιγμών του χρόνου.