31/5/08

Απορία ψάλτου

Δηλαδή αν παντρευτώ ενώ είμαι έγκυος:

α) το παιδί που θα γεννηθεί θα είναι ήδη δίγαμο
β) το παιδί θα είναι παντρεμένο με την μητέρα και τον πατέρα του (αιμομίκτης και αμφιφυλόφιλο)
γ) ισχύει το α και το β
δ) βηξ
ε) τίποτα από τα παραπάνω
στ ) δεν ξέρω/δεν απαντώ/ έχεις τρελαθεί

28/5/08

Ζητείται

ΖΗΤΕΙΤΑΙ κασκαντέρ για το ρόλο της νύφης σε γάμο. Θα προτιμηθούν 30χρονες σε προχωρημένη εγκυμοσύνη. Εφάπαξ αποζημίωση και ποσοστά επί των κερδών. Πληροφορίες εντός.

26/5/08

Μεγάλη διαφορά

Στα ορεινά της ελληνικής επαρχίας. Ένα απομακρυσμένο χωριό με λιγοστούς κατοίκους. Σχολείο δεν είχε, ιατρείο δεν είχε, βιβλιοθήκη -μη γελάς- δεν είχε, εκκλησίες είχε. Ένα ξωκλήσι μες στα χωράφια που χτίστηκε από ένα παλιό γαιοκτήμονα για να σωθεί ο μεγάλος του γιος από τα δαιμόνια. Δε σώθηκε. Πηγάδια είχε. Φούνταρε μια βραδιά σε ένα που το νόμιζαν άπατο. Πυθμένα είχε. Και ανασύρθηκε ο γιος. Το ξωκλήσι παρέμεινε εις μνήμην. Είχε και μια εκκλησία στην πλατεία του χωριού που τη λειτουργούσε δανεικός παπάς από το κεφαλοχώρι κάθε δεύτερη Κυριακή.
Η γυναίκα του Αργύρη έπαθε "μητρικά" στον 6ο μήνα της εγκυμοσύνης. Μητρικά δεν είχε. Καρκίνο είχε. Στον τράχηλο της μήτρας. Μετά τον τοκετό θα γινόταν μια απλή κωνοειδής εκτομή της μήτρας και η γυναίκα, 28 χρονών κοπέλα, θα είχε μια αρκετά καλή πρόγνωση. Γέννησε με καισαρική ένα αγοράκι. Ο πρώτος γιος στο σόι του αντρός της.
Το παιδί το πήραν οι συγγενείς και γύρισαν στο χωριό, η γυναίκα του Αργύρη έμεινε στο νοσοκομείο με μια Ρουμάνα αποκλειστική για την εγχείρηση. Όλα πήγαν καλά. Πήρε το αγοραίο να γυρίσει στο χωριό. Αμάξι ο άντρας είχε. Όρεξη να την πάρει από το νοσοκομείο δεν είχε.
Γιατί η γυναίκα θα του μαγάριζε το γιο. Μην την αφήσουν να βυζάξει το μωρό γιατί θα του περάσει το "κακό". Πέρασαν πάνω από σαράντα μέρες και η μάνα δεν είχε πιάσει στα χέρια της ακόμα το παιδί. Υπομονή είχε. Αντοχές άλλες δεν είχε.
Κατέβασε όλα τα χάπια της γιαγιάς για το σάκχαρο μια νύχτα. Αλλά επιτυχία δεν είχε. Με μια πλύση στομάχου απέφυγε τα χειρότερα. Να πεθάνει δηλαδή.
Αλλά της μήνυσαν τα πεθερικά, καλού κακού, αν ξανακάνει καμιά τέτοια κουταμάρα να γράψει σημείωμα μη βρει μπελά η οικογένεια πως τη φαρμάκωσαν.
Την επόμενη φορά έγραψε σημείωμα. Παιδί είχε και παιδί δεν είχε. Ζωή είχε και ζωή δεν είχε. Άλλη αντοχή δεν είχε. Το παιδί και τα μάτια τους. Όνομα είχε. Ελένη την έλεγαν. Ή μήπως Geeta; Καταγωγή από την Ελλάδα είχε. Ή μήπως από το Πακιστάν ή την Ινδία; Σπίτι σε ελληνικό χωριό είχε. 'Η μήπως στη Μεγάλη Βρετανία; Παιδί είχε. Άνδρα είχε. Σόι είχε. Μεγάλη διαφορά δεν είχε.



23/5/08

μοναχικές ευχές

Η ονομαστική γιορτή του πατέρα. Είναι έξω με οικογενειακούς φίλους και την κυρά του και τα πίνουν. Αυτό το σπίτι δεν ησύχασε ποτέ. Ξέφρενες γιορτές και απόκριες και τριήμερα και έξαφνα γλέντια. Αλλά απόψε είναι έξω. Ευτυχώς. Αγαπημένη μου ησυχία.

Χτυπάει τηλέφωνο. Περασμένες εννιά. Φωνή γυναίκας περασμένα πενήντα. Σπασμένη φωνή. Τη θυμήθηκα. Είναι η "θεία" η Χαρούλα από Αθήνα. Το σύρμα με εκτινάσσει πίσω στο χρόνο.

Κοριτσάκι εγώ. Καλοκαίρι στο χωριό της μαμάς και της θείας Χαρούλας. Συνομίληκές μου σήμερα στις φωτογραφίες του τότε. Η θεία δεν είναι θεία αλλά γειτόνισσα μόνο τα καλοκαίρια που παραθερίζει κοντά στη χήρα, τη μάνα της. Τους χειμώνες είναι ξενιτεμένη. Με μωρό παιδί στα 30 της. Μαλλί μακρύ ίσιο. Γκρίζο το μισό κεφάλι. Η αυλή της πολύχρωμος παράδεισος. Δε ξέρω αν η ευτυχία είναι σα μιαν πεταλούδα κι όλα αυτά που λένε. Όμως οι πεταλούδες στην αυλή της ήταν η ευτυχία. Μου χάρισε το πρώτο μου βιβλίο: Η καλύβα του μπάρμπα-Θωμά. Το βαριόμουν πολύ να το βλέπω ώσπου το διάβασα. Το μωρό της το πρώτο μου μητρικό καμπανάκι. Όταν το αποχωρίστηκα τον Σεπτέμβρη έκλαιγα σε όλο το δρόμο από το χωριό στην πόλη. Δε χτύπησαν πολλά καμπανάκια από τότε. Το Σεπτέμβρη όμως θα γίνω μητέρα. Κι εγώ. Αλλά η λογοτεχνία με κέρδισε. Εγώ όχι.

Χτύπησε το τηλέφωνο. Είναι η θεία Χαρούλα. Φωνή σπασμένη. Ταιριάζει με την εικόνα που έχω από κείνη. Μια στο χαρτί τυπωμένη, μια στη μνήμη αποτυπωμένη. Τσακισμένη η εικόνα της. Πέρασε ένα αόρατο σφουγγάρι και στράγγιξε όλους τους χυμούς της από νωρίς. Και ένα άλλο σφουγγάρι την έσβησε σιγά - σιγά από τις μνήμες μας.

"Ευχαριστούμε πολύ! Να είσαι καλά θεία! Θα του τα μεταφέρω." με ακούω να λέω. Γιατί θεία; Δεν είμαι πια μικρή. Κι εκείνη είναι πια γειτόνισσα μόνο στην ενσυναίσθησή μου. Εκεί που γίνομαι χώμα να σκέφτομαι πως οι δικοί μου την έχουν για τα καλά ξεχάσει, κι ούτε στη γιορτή της ποτέ τη θυμούνται, και πόσο θλιβερές οι ευχές είναι των ανθρώπων που κάθε ηλεκτρόνιο γύρω τους προδίδει μοναξιά, και πως όποιο πρόβατο φεύγει από το μαντρί το τρώει η λήθη. Γι' αυτό κι εγώ σβήνομαι μόνη μου από το χάρτη. Στη γιορτή σου σε θυμάμαι αλλά δε σου τηλεφωνώ. Στο μαντρί.

20/5/08

Οι συγκάτοικοι Ι

Οι Κινέζοι

Ο Χαν Χαν ήταν ψηλός, λεπτός και άκαμπτος. Και Κινέζος. Αλλά μάλλον από τους πλούσιους. Μιλώντας αυτά τα κινέζικα αγγλικά -δηλαδή αγγλικά με πατέντα- σου συστηνόταν με το ονοματεπώνυμό του, που δεν εξευρωπάισε όπως άλλοι και που σημαίνει Κινέζος- Κινέζος. Στο καπάκι σου γνωστοποιούσε πως είναι μεταπτυχιακός φοιτητής στο UCL, χωρίς να τον ρωτήσεις. Γελούσε σπανίως αλλά μονίμως φρόντιζε να είναι αγχωμένος. Ήταν σα να περνάει διαρκώς από συνέντευξη για δουλειά. Όταν μάλιστα χρειάστηκε να περάσει ένα πραγματικό job interview για μια πρακτική άσκηση που έπρεπε να κάνει, το άγχος αλλά και το εξάιτμεντ του βάρεσαν καμπανάκια. Αν μάλιστα ισχύει αυτό που επαναλαμβάνει συχνά η ανθρωπολόγος Kate Fox στο μπεστ σέλλερ της "Watch the English" πως τάχα είναι απαράβατος άγραφος κανόνας στην Μ.Βρετανία "the importance of not being earnest" (δλδ να μην φαίνεσαι σπασαρχίδας, σπασίκλας και κολλημένος με τη δουλειά), τότε στοιχηματίζω πως δεν είχε καμια επιτυχία με τη συνέντευξη.

Στα 26 του ο Χαν Χαν ήταν ήδη παντρεμένος με μια Κινέζα που έχοντας επιλέξει ένα δυτικό όνομα, μας συστήθηκε ως Κλαούντια. Η Κλαούντια και ο Χαν Χαν ζούσαν δίπλα μας. Όχι ακριβώς δίπλα, αλλά δυο δωμάτια παραπέρα. Τώρα αν αυτό που ζούσαν ήταν ζωή και μάλιστα 25άρηδων είναι άλλο θέμα. Ζούσαν σα καλοκουρδισμένα μηχανήματα όλη τη βδομάδα. Πήγαιναν στις δουλειές τους, γυρνούσαν μαζί στις 5.30. Μαγείρευαν. Έτρωγαν για ένα μισάωρο. Κουβέντιαζαν 5-10' πάνω από τα άδεια μικροσκοπικά πιατάκια τους και κλείνονταν πάλι στο υπνοδωμάτιό τους. Το Σάββατο έκαναν τα ψώνια της βδομάδας από το σούπερ μάρκετ και μαγείρευαν. Είτε καλούσαν δύο ξαδέλφια τους και έτρωγαν όλοι μαζί, είτε μαγείρευαν και πήγαιναν στα ξαδέλφια τους για φαγητό. Ούτε λόγος για κανένα σινεμαδάκι, παμπ, μπαρ, έστω κανένα καφέ. Έχω την εντύπωση πως οι 80χρονοι συνταξιούχοι στην Ελλάδα ζουν πιο συναρπαστική ζωή από τους δυο Κινέζους δίπλα μας.

Επόμενο είναι βέβαια να μην μπορείς να αναπτύξεις σχέσεις με αυτό το αυτοματοποιημένο ζευγάρι. Όταν κάποια στιγμή χρειάστηκε κάτι να συζητήσουμε για το διαμέρισμα, βρήκα ευκαιρία να ρωτήσω τον Χαν Χαν τι λέει το soundtrack των Κινέζικων παραμυθιών με τα οποία μεγάλωσε η γενιά των 30άρηδων. Και τότε δοκίμασα δύο εκπλήξεις. Η πρώτη ήταν πως τα κινέζικα παραμύθια ήταν....γιαπωνέζικα.

Η δεύτερη έκπληξη ήρθε όταν πιάσαμε μια κάπως πολιτική συζήτηση με αφορμή τα τότε πρόσφατα γεγονότα στο Θιβέτ. Σύμφωνα με τον συγκάτοικο, η Αμερική υποδαύλισε τα επεισόδια για να σπιλώσει την εικόνα της Κίνας διεθνώς. Αντέδρασα συγκρατημένα υπενθυμίζοντάς του πως η Κίνα είναι γνωστή για το δημοκρατικό της έλλειμμα και την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Κούνησε καταφατικά το κεφάλι του αλλά διέκρινα και μια απορία στο βλέμμα του, γι' αυτό και του ζήτησα να το σχολιάσει. Και τότε δοκίμασα τη δεύτερη και πιο σοκαριστική έκπληξη. Ο μικρός μας Κινέζος δεν εγνώριζε τι σημαίνει η λέξη δημοκρατία. Democracy, you know? Επειδή οι λέξεις με εγκατέλειψαν αναγκάστηκα να καταφύγω στο wikipedia, που όλα τα σφάζει-όλα τα μαχαιρώνει, και να του δείξω το αντίστοιχο λήμμα, όπου εμφανίζεται μια φωτογραφία μιας κάλπης. Δε διάβασε το άρθρο του ουίκυ αλλά μόλις είδε την κάλπη αναφώνησε "Α! Αυτό λες; Το κουτί; Το έχουμε κι εμείς στην Κίνα αλλά είναι μόνο μεταξύ όσων είναι στην κυβέρνηση".

Και πάνω από την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια οι -ίσως όχι και τρελά γνήσιοι- απόγονοι των δυο από τους αρχαιότερους πολιτισμούς του πλανήτη αντάλλαξαν αμήχανα χαμόγελα και βρήκαν μια πρόφαση να συνεχίσουν μόνοι τις σκέψεις και τις ζωές τους. Τις όποιες ζωές και όποιες σκέψεις έχει ο καθένας. Κι εμένα οι σκέψεις μου περιορίζονται στον ένα, άντε δύο από τους 1δις 300 εκ. Κινέζους. Μη τρελαθούμε στο στερεότυπο δηλαδή.

19/5/08

μου ξανάρχονται ένα-ένα χρόνια δοξασμένα

"Το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού εστί', ως γνωστόν. Αλλά δεν ισχυρίστηκε και κανείς πως η συσσώρευση πλούτου συμπορεύεται με τη σοφία. Επομένως μπορεί άφοβα ο Βγενόπουλος να μηνύσει και τη σκιά του εάν η τελευταία τολμήσει να τον αμφισβητήσει και να εκφράσει άποψη κόντρα στα πολλά, η αλήθεια είναι, συμφέροντά του (Δέλτα, Μπαρμπα-Στάθης, Goody's, Υγεία, Λητώ, Μητέρα, Singular Logic, Superfast Ferries, Blue Fast Ferries, MIG Leisure Limited κ.α.) (1). Κανείς δε θα βρεθεί να τον κατηγορήσει ότι στερείται εκείνο που και με το χρήμα όλου το κόσμου δεν θα μπορούσε να αγοράσει.

"Η επανάληψη είναι η μήτηρ της μαθήσεως", ως γνωστόν. Και επειδή φαίνεται πως ως λαός δεν καταλαβαίνουμε αλλιώς, όπως παρατηρούσε ανυπόκριτα ο Πατακός (2), χρειαζόμαστε να το επαναλάβουμε το μάθημα, πολίτες και πολιτικοί: "Δεν αρέσει στο κεφάλαιο η κριτική" (3) και μόνο από νόμο καταλαβαίνουμε (2)- στρατιωτικό κατά προτίμηση. Θα πρέπει να μηνυθεί το μισό κοινοβούλιο για να το εμπεδώσουμε;

Τέλος, για να βγει ο Βγενό από τον κόπο να κάνει αγωγές στους πολιτικούς, μπορούμε να κάνουμε κι από μόνοι μας αγωγή του...πολίτη.

Είναι γνωστό πως στις επιχειρηματικές του δράσεις προστίθεται και ο πολύπαθος Παναθηναϊκός. Πράγμα που θα προσθέσει ακόμα περισσότερες τυφλές μάζες στο πλευρό του σωτήρα-ιδιοκτήτη. Πράγμα που σημαίνει πως ήδη ένας όχλος παριστάνει πως βλέπει μόνο πολιτικά παιχνίδια στην ιστορία, γιατί ο ίδιος όχλος τυφλώνεται από την επιθυμία του να απαγκιστρωθεί από την ανίκανη διοίκηση ενός ραλίστα. Γιατί μπροστά στην προοπτική να βρεθεί η Πανάθα νταμπλούχος χάρη στον σωτήρα Βγενό, ποιος σκάει αν επιχειρείται να φιμωθεί ο αντίλογος, αν επιχειρείται η ποινικοποίηση της κριτικής ; Ποιος νοιάζεται αν η δημοκρατία δέχεται απανωτά φάουλ; Για ενα νταμπλ ζούμε.

Και σαν κάθε γραφικός, θα κλείσω με μια αναπόληση. Θα θυμηθώ τυχαία την ιστορική φωτογραφία οπου o Φύρερ απευθυνεί ναζιστικό χαιρετισμό στο κατάμεστο στάδιο (4). Τον όχλο που πάντα θεατής κάτι παρακολουθεί. Κι ας πούμε πως τότε παρακολουθούσε τους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Βερολίνο του '36.


---------------------------------------------------------------------------------------------

(1) Οι εταιρείες του Βγενόπουλου και το μποϊκοτάζ στα προϊόντα/υπηρεσίες τους.

(2) Συνέντευξη του Στυλιανού Παττακού. Ερώτηση δημοσιογράφου: "Ποιος ο λόγος για την επιβολή στρατιωτικού νόμου;" Απάντηση Σ.Π.: " Ψυχολογικός." Ερώτηση: "Δεν καταλαβαίνω. Τι εννοείτε;" Απάντηση Σ.Π.: "Πρέπει να είστε Έλληνας για να καταλαβαίνετε πώς το αντιλαμβάνονται οι Έλληνες. " Σημασία βέβαια έχουν τα συμφραζόμενα περισσότερο από τις λέξεις.

(3) Αντίθετα οι Βρετανοί κεφαλαιούχοι και οι νομικοί τους, εφαρμόζοντας ανάλογες στρατηγικές στην παγκοσμιοποιημένη χούντα του κεφαλαίου, έκριναν πως οι Ταϋλανδέζοι το πήραν το μάθημά τους με την πρώτη.

(4) Οι Ναζι Ολυμπιακοί του Βερολίνου το καλοκαίρι του 1936.

12/5/08

είμαι

Ένας άνδρας, ντυμένος στα μαύρα, με ψηλό πλατύγυρο καπέλο, γενειάδα και μακριά σγουρή φαβορίτα, περνάει σκυφτός με γρήγορο βήμα έξω από το παράθυρό μου. Σκυφτός για να προφυλαχτεί από το ψιλόβροχο. Κρατάει στα χέρια μια ανθοδέσμη. Είναι Παρασκευή βράδυ και εκείνος είναι Ορθόδοξος Εβραίος. Αύριο είναι Σάββατο και αυτός θα είναι πάλι Εβραίος. Κι εγώ θα είμαι, όπως και χθες, βαφτισμένη Ορθόδοξη Χριστιανή. Αλλά δε θα' μαι. Και το σπίτι του θα είναι ήσυχο και τα λουλούδια στο βάζο. Το βράδυ η γυναίκα του θα ζυμώσει χαλλάλ, το δικό τους ψωμί, και θα πλημμυρίσει θαλπωρή από τη μυρωδιά του φούρνου η δική μας γειτονιά. Αλλά ίσως και νά' μαι εκεί.

Μια συμμαθήτρια στα χρόνια του σχολικού στρατοπεδισμού είχε πει "όσο πιο χοντρό κουμμούνι, τόσο πιο πολύ σαπούνι". Ο νονός της ήταν πολιτευτής του συντηρητικού κόμματος και ο πατέρας βαμμένος γαλάζιος. Ήταν όμως πολύ πολύ χοντρός ο νονός της, τώρα που το σκέφτομαι, και έσκασε η καρδιά του. Που πρέπει να υπήρξε κομμουνίστρια. Γιατί ο ίδιος αναπαρήγαγε την ατάκα που λέει "αν δεν ήσουν κομμουνιστής στα νιάτα σου δεν έχεις καρδιά, κι αν συνεχίσεις να είσαι μετά τα νιάτα σου δεν έχεις μυαλό". Θα είχε απομνημονεύσει κι άλλες ρήσεις, λαϊκές και μη, για κάθε περίσταση. Θα είχε βαφτίσει χριστιανούς κι άλλα παιδάκια. Και ήταν πολιτευτής της ελληνικής επαρχίας. Τι άλλο θα ήταν;

Έχω βγει περίπατο στην όμορφη εβραϊκή γειτονιά του Λονδίνου. Και βρίσκομαι έξω από ένα εβραϊκό νεκροταφείο με χαμηλά τείχη. Τόσο ώστε να απλώνεται όλη η θέα μπροστά μου. Θέα στο μηδέν οριζοντίως. Και είναι ένας παχουλός σκίουρος σε ένα δέντρο, κυπαρρίσι δηλαδή, που κρατάει στα μπροστινά του πόδια μια μεγάλη στρογγυλή τυρόπιτα και την καταβροχθίζει κοιτώντας με ατάραχος. Τρώει ο χοντρούλης μεγάλες μπουκιές γιατί δεν είναι κάστανο να την κρύψει στο χώμα. Τρώει λαίμαργα τώρα που μπορεί. Ίδιος με την αδηφάγα μου ματιά που καταπίνει τον κόσμο σχεδόν αμάσητο. Τώρα που μπορώ και δε με έχω κρύψει στο χώμα, γέλασα το πιο μυστήριο γέλιο μου μπροστά στο θέαμα. Εγώ θα κοιμάμαι μια μέρα αλλά όλο και κάποια ψίχουλα γέλιου θα με βρίσκουν εκεί που είμαι. Γιατί αφού τώρα είμαι, για πάντα είμαι. Χαχα.

7/5/08

Το αίνιγμα της σφήκας

Δεύτερη φορά που μάθαινε πως μια γνωστή της σκοτώθηκε σε τροχαίο προσπαθώντας να σκοτώσει μια σφήκα που είχε μπει στο αυτοκίνητο. Οι σφήκες εμφανίζονται το καλοκαίρι και οι δύο άτυχες οδηγοί ήταν γυναίκες. Αυτές ήταν περίπου οι παρατηρήσεις που έκανε σιωπηλά ο μικρός Μίμης ακούγοντας τη μητέρα του να συνομιλεί στη συσκευή της πάλαι ποτέ κρατικής τηλεφωνίας. Και συνέχισε τις μανούβρες στην κονσόλα του Νιντέντο. Η ακόμα πιο μικρή Ρόπη ονειροβατώντας ορκίστηκε ποτέ να μην επιχειρήσει να σκοτώσει σφήκα ενώ οδηγεί. Και συνέχισε τον περίπατο στους αιθέρες.
Το κακό δεν τρίτωσε για την κυρία Λίτσα ευτυχώς. Όταν η κόρη της η Ρόπη σκοτώθηκε σε τροχαίο μετά την εισβολή μιας σφήκας στο αυτοκίνητο που οδηγούσε, η μητέρα ήταν αυτή που είχε μετακομίσει για τα καλά στους ουρανούς.
Ο Μίμης ήξερε πως η αδελφή του δεν υπήρξε καλή οδηγός ποτέ μες στην τόση αφηρημάδα της. Αλλά καμια δικαιολογία δεν θα τον έσωζε από την βαριά και μαύρη θλίψη κάτω από τον ήλιο του καλοκαιριού.
Ο πατέρας δεν ήξερε πολλά. Ούτε για την τηλεφωνική συνδιάλεξη που τυχαία κατέγραψε το παιδικό αυτί. Ούτε για την αδέξια οδήγηση της κόρης. Τότε έλειπε από το σπίτι. Μετά ήταν πολύ ηλικιωμένος για συνοδηγός.
Και η Ρόπη δεν ήξερε πως ήταν αλλεργική στο δάγκωμα της σφήκας. Και πως υπομένοντας στωικά το δήγμα του εντόμου, προκειμένου να αποφύγει μια μοιραία μάχη, θα κατέληγε σύντομα από αναφυλαξία στις εξοχές.
Κι εμείς ξέρουμε πως κάποια Ρόπη, ούτε καν Μερόπη, κατέληξε με οίδημα, και οιδίπους ασφαλώς. Αλλά δε ξέρουμε αν πρόφτασε να λύσει το μέγα αίνιγμα του δικού της τέλους.
Ξέρουμε ακόμη πως πρέπει να οδηγούμε προσεκτικά. Αλλά ποιος είναι οδηγός αλήθεια, ποιος ξέρει...