Γαιοκτήμονες και επιστάτες πυροβολούν καμιά διακοσαριά μετανάστες εργάτες γιατί ζητούν τα μεροκάματα που τους χρωστάνε έξι μήνες. Στο «Τζάνγκο, ο τιμωρός», την τελευταία ταινία του Ταραντίνο, επιβεβαιώνεται για άλλη μία φορά πως οι κολαούζοι είναι συχνά πιο ανελέητοι από τα διεφθαρμένα αφεντικά τους.
Και έτσι, οι υποτακτικοί εξασκούν τη βαναυσότητά τους στον πιο αδύναμο αποβλέποντας στην εύνοια του ισχυρού, είτε πρόκειται για μια κυβέρνηση απέναντι σε μια τρόικα είτε για δημοσιογράφο απέναντι σε καναλάρχη είτε για προϊστάμενο απέναντι σε εργοδότη.
Ζουν σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας, ζουν σε πιο άθλιες συνθήκες από εκείνες που περιγράφουν οι Μπουρνόβα και Προγουλάκης για τον αγροτικό κόσμο στην Ελλάδα του 1830-1871: «Τα σπίτια των φτωχών χωρικών αποτελούνταν από ένα δωμάτιο που φωτιζόταν από ένα ή δύο παράθυρα, χωρίς τζάμια. Ο μισός χώρος καταλαμβανόταν από την οικογένεια και ο υπόλοιπος από τα ζώα». Πολλοί από τους μετανάστες ζουν στο ύπαιθρο της Μανωλάδας.
Ζωντανεύει μια φωτογραφία του J. Α. Riis που είδα πριν από αρκετούς μήνες στο περιοδικό «Ιστορία Εικονογραφημένη»: Ελληνες εργάτες, μετανάστες, πάμφτωχοι, στοιβαγμένοι σε κουκέτες σε μια τρώγλη στο Μανχάταν του 1898. Στο ίδιο δωμάτιο, μια σόμπα, κατσαρολικά και τεράστιοι μπόγοι από σεντόνια με τα χρειαζούμενα του ξενιτεμένου. Ομοιο σκηνικό με τα σύγχρονα διαμερίσματα μεταναστών στη Σοφοκλέους. Δεκαπέντε άτομα σε πενήντα τετραγωνικά.
Είναι όλοι ξένοι. Και οι δικοί μας και οι αλλοδαποί. Δεν υπάρχει «ο τόπος μου» γι' αυτόν που έχει μόνο τα δυο του χέρια. Υπάρχει μόνο δυστοπία. Ακόμη και τα δυο του χέρια περισσεύουν. Γι' αυτό στην Ινδία, στο «Slumdog Millionaire» του Ντάνι Μπόιλ, κάποιος στήνει μια επικερδή μπίζνα: συγκεντρώνει ορφανά και απροστάτευτα παιδάκια από τους δρόμους της Βομβάης με την πρόφαση ότι θα τους παρέχει στέγη, τροφή και εκπαίδευση στην ιδιωτική του Αμυγδαλέζα. Στη συνέχεια τα ακρωτηριάζει ή τα τυφλώνει και τα αμολάει πάλι στους δρόμους ως επαγγελματίες επαίτες πια. Μετά, έξω απ' τα κινηματογραφικά πλατό, δυο παλάμες χωρίς δάχτυλα κρατούν με δυσκολία ένα πακέτο χαρτομάντιλα πλάι στο παράθυρο του οδηγού. Εκείνος θα ψελλίσει κάποια βρισιά, θα κάνει μια χειρονομία άρνησης ή θα στρέψει αλλού το βλέμμα του. Δεν θα αγοράσει τα χαρτομάντιλα που του προσφέρει ο Πακιστανός γιατί ξέρει για τα κυκλώματα σύγχρονης δουλείας που μεταφέρουν σε βάρκες σκυλοπνίχτες ανάπηρους πένητες για να ζητιανεύουν στα φανάρια. Θα πατήσει γκάζι και θα τον προσπεράσει με τη συνείδησή του ήσυχη. Το παρακλητικό βλέμμα και το χαμόγελο με τα χαλασμένα δόντια του ανθρώπου θα συντριβούν το επόμενο λεπτό κάτω απ' τους τροχούς της βεβαιότητας.
Η Ευρώπη ξυπνάει δήθεν αλαφιασμένη από τους πυροβολισμούς, καταφεύγοντας στον ανέξοδο χειρισμό της «διεθνούς κατακραυγής» για το μεταναστευτικό. Αν ήταν κυβέρνηση σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ και πραγματοποιούσε την εξαγγελία του για παραχώρηση ταξιδιωτικών εγγράφων για τους μετανάστες που θέλουν να αποχωρήσουν από τα ελληνικά εδάφη για πιο πλούσιες χώρες της Ε.Ε., πώς θα αντιδρούσε άραγε η πεφωτισμένη Δύση;
Ωστόσο, από το φαντασιακό του αναπτυγμένου κόσμου έρχεται κι αυτή η είδηση που διάβαζα δυο μήνες πριν: «Οι εργαζόμενοι στις αποθήκες της γνωστής βρετανικής αλυσίδας σουπερμάρκετ Tesco πρέπει να φορούν ψηφιακές συσκευές στο χέρι τους που θα μετρούν τις επιδόσεις τους. [...] Οι εργάτες στο κέντρο διανομής, που φορούν υποχρεωτικά από τη διοίκηση της εταιρείας τη συγκεκριμένη συσκευή μέτρησης, "βαθμολογήθηκαν" χαμηλά, επειδή έκαναν διάλειμμα ή πήγαν στην τουαλέτα». Δεν πρόκειται για σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Δεν πρόκειται καν για προβολή από το μέλλον. Είναι ήδη παρελθόν. Χάι τεκ προνεωτερικότητα.
Στο ένα κανάλι προβάλλεται σίριαλ όπου οι φραγκάτοι πίνουν σαμπάνια με συνοδεία φράουλας πλάι στην πισίνα, στο άλλο παίζει διαφημιστικό σποτάκι με σαρκώδη γυναικεία χείλη να δαγκώνουν ηδονικά μια φράουλα, και στο τρίτο ζαχαροπλαστική για τσιζκέικ φράουλας. Το φρούτο που μποϊκοτάρουμε συνοψίζει με τον πιο εύγλωττο τρόπο την πιο χαρακτηριστική σεκάνς της εποχής: σύγχρονοι δούλοι συλλέγουν τον καρπό που θα ευφράνει τους απαιτητικούς ουρανίσκους των νεο-ευγενών. Ανοίγω πάλι το πρώτο βιβλίο που διάβασα, την «Καλύβα του μπαρμπα-Θωμά». Και δεν μου μοιάζει πια ούτε τόσο μακρινό στο χρόνο ούτε τόσο μακρινό στο χώρο.
Ζουν σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας, ζουν σε πιο άθλιες συνθήκες από εκείνες που περιγράφουν οι Μπουρνόβα και Προγουλάκης για τον αγροτικό κόσμο στην Ελλάδα του 1830-1871: «Τα σπίτια των φτωχών χωρικών αποτελούνταν από ένα δωμάτιο που φωτιζόταν από ένα ή δύο παράθυρα, χωρίς τζάμια. Ο μισός χώρος καταλαμβανόταν από την οικογένεια και ο υπόλοιπος από τα ζώα». Πολλοί από τους μετανάστες ζουν στο ύπαιθρο της Μανωλάδας.
Ζωντανεύει μια φωτογραφία του J. Α. Riis που είδα πριν από αρκετούς μήνες στο περιοδικό «Ιστορία Εικονογραφημένη»: Ελληνες εργάτες, μετανάστες, πάμφτωχοι, στοιβαγμένοι σε κουκέτες σε μια τρώγλη στο Μανχάταν του 1898. Στο ίδιο δωμάτιο, μια σόμπα, κατσαρολικά και τεράστιοι μπόγοι από σεντόνια με τα χρειαζούμενα του ξενιτεμένου. Ομοιο σκηνικό με τα σύγχρονα διαμερίσματα μεταναστών στη Σοφοκλέους. Δεκαπέντε άτομα σε πενήντα τετραγωνικά.
Είναι όλοι ξένοι. Και οι δικοί μας και οι αλλοδαποί. Δεν υπάρχει «ο τόπος μου» γι' αυτόν που έχει μόνο τα δυο του χέρια. Υπάρχει μόνο δυστοπία. Ακόμη και τα δυο του χέρια περισσεύουν. Γι' αυτό στην Ινδία, στο «Slumdog Millionaire» του Ντάνι Μπόιλ, κάποιος στήνει μια επικερδή μπίζνα: συγκεντρώνει ορφανά και απροστάτευτα παιδάκια από τους δρόμους της Βομβάης με την πρόφαση ότι θα τους παρέχει στέγη, τροφή και εκπαίδευση στην ιδιωτική του Αμυγδαλέζα. Στη συνέχεια τα ακρωτηριάζει ή τα τυφλώνει και τα αμολάει πάλι στους δρόμους ως επαγγελματίες επαίτες πια. Μετά, έξω απ' τα κινηματογραφικά πλατό, δυο παλάμες χωρίς δάχτυλα κρατούν με δυσκολία ένα πακέτο χαρτομάντιλα πλάι στο παράθυρο του οδηγού. Εκείνος θα ψελλίσει κάποια βρισιά, θα κάνει μια χειρονομία άρνησης ή θα στρέψει αλλού το βλέμμα του. Δεν θα αγοράσει τα χαρτομάντιλα που του προσφέρει ο Πακιστανός γιατί ξέρει για τα κυκλώματα σύγχρονης δουλείας που μεταφέρουν σε βάρκες σκυλοπνίχτες ανάπηρους πένητες για να ζητιανεύουν στα φανάρια. Θα πατήσει γκάζι και θα τον προσπεράσει με τη συνείδησή του ήσυχη. Το παρακλητικό βλέμμα και το χαμόγελο με τα χαλασμένα δόντια του ανθρώπου θα συντριβούν το επόμενο λεπτό κάτω απ' τους τροχούς της βεβαιότητας.
Η Ευρώπη ξυπνάει δήθεν αλαφιασμένη από τους πυροβολισμούς, καταφεύγοντας στον ανέξοδο χειρισμό της «διεθνούς κατακραυγής» για το μεταναστευτικό. Αν ήταν κυβέρνηση σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ και πραγματοποιούσε την εξαγγελία του για παραχώρηση ταξιδιωτικών εγγράφων για τους μετανάστες που θέλουν να αποχωρήσουν από τα ελληνικά εδάφη για πιο πλούσιες χώρες της Ε.Ε., πώς θα αντιδρούσε άραγε η πεφωτισμένη Δύση;
Ωστόσο, από το φαντασιακό του αναπτυγμένου κόσμου έρχεται κι αυτή η είδηση που διάβαζα δυο μήνες πριν: «Οι εργαζόμενοι στις αποθήκες της γνωστής βρετανικής αλυσίδας σουπερμάρκετ Tesco πρέπει να φορούν ψηφιακές συσκευές στο χέρι τους που θα μετρούν τις επιδόσεις τους. [...] Οι εργάτες στο κέντρο διανομής, που φορούν υποχρεωτικά από τη διοίκηση της εταιρείας τη συγκεκριμένη συσκευή μέτρησης, "βαθμολογήθηκαν" χαμηλά, επειδή έκαναν διάλειμμα ή πήγαν στην τουαλέτα». Δεν πρόκειται για σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Δεν πρόκειται καν για προβολή από το μέλλον. Είναι ήδη παρελθόν. Χάι τεκ προνεωτερικότητα.
Στο ένα κανάλι προβάλλεται σίριαλ όπου οι φραγκάτοι πίνουν σαμπάνια με συνοδεία φράουλας πλάι στην πισίνα, στο άλλο παίζει διαφημιστικό σποτάκι με σαρκώδη γυναικεία χείλη να δαγκώνουν ηδονικά μια φράουλα, και στο τρίτο ζαχαροπλαστική για τσιζκέικ φράουλας. Το φρούτο που μποϊκοτάρουμε συνοψίζει με τον πιο εύγλωττο τρόπο την πιο χαρακτηριστική σεκάνς της εποχής: σύγχρονοι δούλοι συλλέγουν τον καρπό που θα ευφράνει τους απαιτητικούς ουρανίσκους των νεο-ευγενών. Ανοίγω πάλι το πρώτο βιβλίο που διάβασα, την «Καλύβα του μπαρμπα-Θωμά». Και δεν μου μοιάζει πια ούτε τόσο μακρινό στο χρόνο ούτε τόσο μακρινό στο χώρο.
1 σχόλιο:
άν έπικρατήσουν τέτοιες έργασιακές συνθήκες δέν ύπονομεύεται έτσι τό κέρδος τών καπιταλιστών τό όποίο προκύπτει άπό τήν εύχέρεια τού κόσμου νά καταναλώσει?
Δημοσίευση σχολίου