22/12/07

Δύο ποιήματα του Μιχάλη Κατσαρού

Η διαθήκη μου

Αντισταθείτε
σ' αυτόν που χτίζει ένα μικρό σπιτάκι
και λέει: καλά είμαι εδώ.
Αντισταθείτε σ' αυτόν που γύρισε πάλι στο σπίτι
και λέει: Δόξα σοι ο Θεός .
Αντισταθείτε
στον περσικό τάπητα των πoλυκατοικιών
στον κοντό άνθρωπο του γραφείου
στην εταιρεία εισαγωγαί- εξαγωγαί
στην κρατική εκπαίδευση
στο φόρο
σε μένα ακόμα που σας ιστορώ.

Αντισταθείτε
σ' αυτόν που χαιρετάει απ' την εξέδρα ώρες
ατέλειωτες τις παρελάσεις
σ' αυτή την άγονη κυρία που μοιράζει
έντυπα αγίων λίβανον και σμύρναν
σε μένα ακόμα που σας ιστορώ.

Αντισταθείτε πάλι σ' όλους αυτούς που λέγονται
μεγάλοι
στον πρόεδρο του Εφετείου αντισταθείτε
στις μουσικές τα τούμπανα και τις παράτες
σ' όλα τ' ανώτερα συνέδρια που φλυαρούνε
πίνουν καφέδες σύνεδροι συμβουλατόροι
σ' όλους που γράφουν λόγους για την εποχή
δίπλα στη χειμωνιάτικη θερμάστρα
στις κολακείες τις ευχές τις τόσες υποκλίσεις
από γραφιάδες και δειλούς για το σοφό
αρχηγό τους.

Αντισταθείτε στις υπηρεσίες των αλλοδαπών
και διαβατηρίων
στις φοβερές σημαίες των κρατών και τη
διπλωματία
στα εργοστάσια πολεμικών υλών
σ' αυτούς που λένε λυρισμό τα ωραία λόγια
στα θούρια
στα γλυκερά τραγούδια με τους θρήνους
στους θεατές
στον άνεμο
σ' όλους τους αδιάφορους και τους σοφούς
στους άλλους που κάνουνε το φίλο σας
ως και σε μένα, σε μένα ακόμα που σας ιστορώ
αντισταθείτε.

Τότε μπορεί βέβαιοι να περάσουμε προς την
Ελευθερία.


Θα σας περιμένω

Θα σας περιμένω μέχρι τα φοβερά μεσάνυχτα αδιάφορος-
Δεν έχω πια τι άλλο να πιστοποιήσω.
Οι φύλακες κακεντρεχείς παραμονεύουν το τέλος μου
ανάμεσα σε θρυμματισμένα πουκάμισα και λεγεώνες.
Θα περιμένω τη νύχτα σας αδιάφορος
χαμογελώντας με ψυχρότητα για τις ένδοξες μέρες.

Πίσω από το χάρτινο κήπο σας
πίσω από το χάρτινο πρόσωπό σας
εγώ θα ξαφνιάζω τα πλήθη
ο άνεμος δικός μου
μάταιοι θόρυβοι και τυμπανοκρουσίες επίσημες
μάταιοι λόγοι.

Μην αμελήσετε.
Πάρτε μαζί σας νερό.
Το μέλλον μας θα έχει πολύ ξηρασία.

Μιχάλης Κατσαρός




Ο Μιχάλης Κατσαρός του Ευσταθίου εκ Κυπαρισσίας Τριφυλίας (όπως αυτοπαρουσιαζόταν στην τελευταία ποιητική του συλλογή «Κορέκτ / Φόβος ποιητή», «Μανδραγόρας») δεν ήταν μόνο τα ποιήματά του. Ηταν και η εν γένει καθημερινή εμφάνισή του: πουκάμικο λερό, γραβάτα, ένα δερμάτινο από επάνω, μαύρα γυαλιά, κασκέτο. Τον έβλεπες να περπατά στους δρόμους πέριξ της πλατείας Συντάγματος, με ανεμίζοντα την γκρίζα κόμη του.

(συνέχεια εδώ)



"Το ποίημα Μιχάλης Κατσαρός

Ένα γκαρσόνι, στον Πειραιά του 1971, μου είπε ότι με ψάχνει ο Μιχάλης Κατσαρός. Το καφενείο 'Στοά' ήταν μικρό με λογοτεχνικές Τρίτες, το βράδυ, όπου είχα δει τον Στέλιο Γεράνη,τον Νίκο Καββαδία, χωρίς να τους μιλήσω, πίσω από λάμπες φθορίου και καπνούς.
Ήταν φθινόπωρο, από τα φθινόπωρα της παλιάς εποχής, γεμάτο με βροχές, αέρα, πτώση θερμοκρασίας, όταν είδα τον ποιητή να κάθεται χωρίς ομπρέλα κάτω από ένα υπόστεγο. Μιλήσαμε για τον καιρό και για τον Άδη. (Έμενε στο Μοσχάτο, λίγα μέτρα από τον σταθμό, δίπλα στο ποτάμι Ιλισός, προτού εκβάλλει, βρώμικος πια, στο Φάληρο, σ' ένα κτίσμα στο βάθος ενός άδειου οικοπέδου, ξέφραγου. Έμοιαζε με αγροτικές κατοικίες χωρίς αγρούς.)
Ο Μιχάλης Κατσαρός δεν είχε σπίτι. Δεν είχε ακτή η θάλασσά του. Έτσι μπορούσε να θεωρεί σπίτι του τα καφενεία, τα σινεμά, τα μαγειρεία, έως ότου γυρίσει πίσω, στο νοικιασμένο δωμάτιό του, αργά το βράδυ, για να κοιμηθεί.
Στην μεγάλη πλημμύρα του 1977, όταν όλα σκεπάστηκαν από νερό και λάσπη, ανέβηκε στην σκεπή του για αν σωθεί, κρατώντας μια άδεια στάμνα για να σταματήσει το κακό. (...)
Ανεβήκαμε, όχι εύκολα, από τον Πειραιά στην Αθήνα. Τι μεγάλο ταξίδι! Στην αρχή στο καφενείο Νέον με τους οικοδόμους του και τους εργάτες. Με τις γυναίκες του ντυμένες με ρούχα στρατηγών από το Μοναστηράκι. Καφέδες και τσάι και χούντα έξω. Περάσαμε αργά μα σταθερά στο καφενείον Μέγας Αλέξανδρος, στο γαλακτοπωλείο Μεγάλη Βρετανία, και παρακολουθήσαμε τους στρατιώτες, τους ναύτες, τους αεροπόρους ν' αλλάζουν ρούχα στα αποχωρητήρια για να κυκλοφορήσουν με πολιτικά κρατώντας τη στολή τους με μια πλαστική σακούλα. Είδαμε παρελάσεις πίσω απ' το τζάμι. Αναπνοές που έκαναν τα κρύσταλλα να δακρύζουν.
Από την Ομόνοια, περάσαμε στου Λουμίδη, στο Σύνταγμα, -Αμέρικαν μπαρ, στο εστιατόριο στο ισόγειο του υπουργείου Παιδείας, Μπραζίλιαν, Ζόναρς, και ξανά Ομόνοια, Μανχάταν, πλατεία Δημαρχείου... Ήταν σταματημένος σ' ένα περίπτερο, στην αρχή της οδού Σταδίου, πάνε δυο μήνες, κι έπαιρνε τσιγάρα, εφημερίδα. Κομψός με τη φθινοπωρινή του φορεσιά. Τραγιάσκα στο κεφάλι. Οι βιαστικοί περαστικοί τον χαιρετούσαν, ανταπέδιδε τον χαιρετισμό, όπως έκανε πάντα, όταν έπινε καφέ στα όρθια ή στις καρέκλες, κι είχε γύρω του νέα παιδιά που έγραφαν, ζωγράφιζαν ή τραγουδούσαν. (...)
Περάσαμε στη στοά, στο καφενείο που βγάζει στη Λυκούργου. Μου αρέσουν οι καρέκλες που είναι μαλακές, είπε. Έχω βρει ένα εστιατόριο που βλέπει στην πλατεία, Δημαρχείου, και πάω εκεί. Κάθομαι με τις ώρες. Μετά στο σπίτι στα Πετράλωνα. Με ταξί ή τον ηλεκτρικό. Με βγάζει δίπλα. 'Ηταν ο ίδιος, δεν είχε αλλάξει καθόλου. Τα χέρια του τον πρόδιδαν πως γράφει, η ευγένεια πως υποφέρει για τον κόσμο που χάνεται χωρίς λόγο, για τις ασθένειες που δεν νικιώνται.
Θα σε ξαναδώ, παλιόπαιδο; μου είπε φεύγοντας. Ναι, θα σου τηλεφωνήσω Μιχάλη. Δεν πρόλαβα, ή μήπως του τηλεφώνησα και βγήκαμε, μια βόλτα σ' όλα τα μαγαζιά που μας στέγασαν από το 1971; Και ναι, τον είδα πάλι, να τρώει αργά-αργά πατάτες γιαχνί και το μπιφτέκι του σιωπηλός, με κείνη την εύθραυστη ηρεμία των αγαλμάτων."

Του Γιώργου Χρονά από την Κυριακάτικη, 13/12/98.

12 σχόλια:

subir είπε...

Αντι για oprah λες για Νόμπελ.Αντι για Νόμπελ να σου στείλω μια τεράστια αγκαλιά?Γιατί αυτό μου βγάζεις.

Ανώνυμος είπε...

Κάποτε, στις εποχές του καλού symbol, είχα διαβάσει ένα παρεμφερές έμμετρο κείμενο του Πέτρου Μπιρμπίλη με τίτλο "αντισταθείτε" και παρόμοια αύρα. Πέραν αυτής της άχρηστης πληροφορίας, ας είναι ετούτο το post η μοναδική μας ευχή- προτροπή για τις "γιορτές". Αυτές που έρχονται και όλες όσες θα ακολουθήσουν..

gerasimos είπε...

"Το ποίημα Μιχάλης Κατσαρός

Ένα γκαρσόνι, στον Πειραιά του 1971, μου είπε ότι με ψάχνει ο Μιχάλης Κατσαρός. Το καφενείο 'Στοά' ήταν μικρό με λογοτεχνικές Τρίτες, το βράδυ, όπου είχα δει τον Στέλιο Γεράνη,τον Νίκο Καββαδία, χωρίς να τους μιλήσω, πίσω από λάμπες φθορίου και καπνούς.
Ήταν φθινόπωορ, από τα φθινόπωρα της παλιάς εποχής, γεμάτο με βροχές, αέρα, πτώση θερμοκρασίας, όταν είδα τον ποιητή να κάθεται χωρίς ομπρέλα κάτω από ένα υπόστεγο. Μιλήσαμε για τον καιρό και για τον Άδη. (Έμενε στο Μοσχάτο, λίγα μέτρα από τον σταθμό, δίπλα στο ποτάμι Ιλισός, προτού εκβάλλει, βρώμικος πια, στο Φάληρο, σ' ένα κτίσμα στο βάθος ενός άδειου οικοπέδου, ξέφραγου. Έμοιαζε με αγροτικές κατοικίες χωρίς αγρούς.)
Ο Μιχάλης Κατσαρός δεν είχε σπίτι. Δεν είχε ακτή η θάλασσά του. Έτσι μπορούσε να θεωρεί σπίτι του τα καφενεία, τα σινεμά, τα μαγειρεία, έως ότου γυρίσει πίσω, στο νοικιασμένο δωμάτιό του, αργά το βράδυ, για να κοιμηθεί.
Στην μεγάλη πλημμύρα του 1977, όταν όλα σκεπάστηκαν από νερό και λάσπη, ανέβηκε στην σκεπή του για αν σωθεί, κρατώντας μια άδεια στάμνα για να σταματήσει το κακό. (...)
Ανεβήκαμε, όχι εύκολα, από τον Πειραιά στην Αθήνα. Τι μεγάλο ταξίδι! Στην αρχή στο καφενείο Νέον με τους οικοδόμους του και τους εργάτες. Με τις γυναίκες του ντυμένες με ρούχα στρατηγών από το Μοναστηράκι. Καφέδες και τσάι και χούντα έξω. Περάσαμε αργά μα σταθερά στο καφενείον Μέγας Αλέξανδρος, στο γαλακτοπωλείο Μεγάλη Βρετανία, και παρακολουθήσαμε τους στρατιώτες, τους ναύτες, τους αεροπόρους ν' αλλάζουν ρούχα στα αποχωρητήρια για να κυκλοφοσήρουν με πολιτικά κρατώντας τη στολή τους με μια πλαστική σακούλα. Είδαμε παρελάσεις πίσω απ' το τζάμι. Αναπνοές που έκαναν τα κρύσταλλα να δακρύζουν.
Από την Ομόνοια, περάσαμε στου Λουμίδη, στο Σύνταγμα, -Αμέρικαν μπαρ, στο εστιατόριο στο ισόγειο του υπουργείου Παιδείας, Μπραζίλιαν, Ζόναρς, και ξανά Ομόνοια, Μανχάταν, πλατεία Δημαρχείου... Ήταν σταματημένος σ' ένα περίπτερο, στην αρχή της οδού Σταδίου, πάνε δυο μήνες, κι έπαιρνε τσιγάρα, εφημερίδα. Κομψός με τη φθινοπωρινή του φορεσιά. Τραγιάσκα στο κεφάλι. Οι βιαστικοί περαστικοί τον χαιρετούσαν, ανταπέδιδε τον χαιρετισμό, όπως έκανε πάντα, όταν έπινε καφέ στα όρθια ή στις καρέκλες, κι είχε γύρω του νέα παιδιά που έγραφαν, ζωγράφιζαν ή τραγουδούσαν. (...)
Περάσαμε στη στοά, στο καφενείο που βγάζει στη Λυκούργου. Μου αρέσουν οι καρέκλες που είναι μαλακές, είπε. Έχω βρει ένα εστιατόριο που βλέπει στην πλατεία, Δημαρχείου, και πάω εκεί. Κάθομαι με τις ώρες. Μετά στο σπίτι στα Πετράλωνα. Με ταξί ή τον ηλεκτρικό. Με βγάζει δίπλα. 'Ηταν ο ίδιος, δεν είχε αλλάξει καθόλου. Τα χέρια του τον πρόδιδαν πως γράφει, η ευγένεια πως υποφέρει για τον κόσμο που χάνεται χωρίς λόγο, για τις ασθένειες που δεν νικιώνται.
Θα σε ξαναδώ, παλιόπαιδο; μου είπε φεύγοντας. Ναι, θα σου τηλεφωνήσω Μιχάλη. Δεν πρόλαβα, ή μήπως του τηλεφώνησα και βγήκαμε, μια βόλτα σ' όλα τα μαγαζιά που μας στέγασαν από το 1971; Και ναι, τον είδα πάλι, να τρώει αργά-αργά πατάτες γιαχνί και το μπιφτέκι του σιωπηλός, με κείνη την εύθραυστη ηρεμία των αγαλμάτων."

Του Γιώργου Χρονά από την Κυριακάτικη, 13/12/98.

Niemandsrose είπε...

@vrakas kostas, όλα είναι επί προσωπικού αλλά μην μου ανησυχείς άδικα. Δες το εύστοχο σχόλιο του play/pause.

@subir, πολύ γλυκό εκ μέρους σου. :)

@play/pause, ας πιούμε σ'αυτό. γκλιν-γκλον.

@gerasimos, είσαι πολύ σούπερ! Να το βάλω στο ποστ;

gerasimos είπε...

Ρίχτο!

greendim είπε...

Καλές γιορτές και να χαίρεσαι αυτούς που αγαπάς!

Ανώνυμος είπε...

Σ' ευχαριστώ, ω ρόδο..

Niemandsrose είπε...

@gerasimos, μερσί!

@greendim, εύχομαι και σε σένα ό,τι καλύτερο για το 2008! Να περάσεις αξέχαστα σ' αυτές τις διακοπές!

@trelos, ω, με κάνετε να κοκκινίζω.

Agobooks είπε...

Ολα να πάνε καλά!!!
Από καρδιάς εύχομαι, Καλά Χριστούγεννα με υγεία και χαρά!!!

Παρατηρήτηριο Πυλαίας είπε...

Καλά Χριστούγεννα και Χρόνια πολλά και καλά Νιεμαντσροζε.
Φιλιά

5 pink flowers είπε...

my song is repeated by guards ,in the depths of their words,they guard the treasures of this life..γραφει ο φιλος μου ποιητης Adel Khozam και εγω με τα λογια του σας ευχομαι καλη χρονια και συμπληρωνω διαβαζοντας μεταφορικα τα λογια που εγραψε ενας πιτσιρικος ο 6 χρονος Αγγελος για την αγαπημενη του Ζωη..ζωη τωρα που σε είδα, καταλαβα ποσο σε αγαπω

Niemandsrose είπε...

@n.ago, χρόνια πολλά και ό,τι επιθυμείς!

@_st_, χρόνια πολλά καρντάσι, ερωτικά και ταξιδιάρικα!

@5 pink flowers, περιμένω το 5ο θαύμα σου στην 7η τέχνη. Γιατί είναι 6 τα χρόνια, όπως του Άγγελου. Χρόνια πολλά.